Διδακτικά Βιβλία του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου
(Ε. Π. Παπανούτσος, Πρόοδος και συντήρηση, (απόσπ.), Εφήμερα, επίκαιρα, ανεπίκαιρα, εκδ. Ίκαρος Αθήνα, 1980, σελ. 148-150)
Μέσα στην ιστορική πορεία του πνεύματος δύο αντίθετα ρεύματα υφαίνουν με την ορμή τους την κίνηση των ιδεών. Το ένα ωθεί ακάθεκτα προς τα εμπρός, προς κάτι ανείπωτο ακόμη, κάτι που δεν έχει άνετα σαρκωθεί στη σκέψη και στη διατύπωση, δεν έχει πραγματοποιηθεί, αλλά θέλγει σαν πυρετώδης προσμονή. Το άλλο αντιστέκεται και προσπαθεί με σύνεση και περίσκεψη να κρατήσει το με αγώνες πραγματοποιημένο, το δοκιμασμένο, τη θετική και σίγουρη κατάκτηση που λαμποκοπά σαν ώριμος καρπός.
Φυσική τάση του ανθρώπου η πρώτη. Φυσική και η δεύτερη. Ποτέ δεν αναπαύεται το πνεύμα μας σε ό,τι έγινε πάρα πολύ οικείο. Αλλά και ποτέ δε θυσιάζομε αλόγιστα ό,τι με πόνο έγινε, επί τέλους, δικό μας. Το πρώτο είναι η ακοίμητη λαχτάρα. Το δεύτερο η φρόνιμη πρόνοια. Όταν λείπει η ορμή προς το νέο, πέφτομε στην αποτελμάτωση. Όταν δε συντηρούμε το καταχτημένο, αίρεται μαζί με τη συνέχεια και κάθε παράδοση και αιωρούμαστε με τις ρίζες στον αέρα. Και τα δύο μαζί, πρόοδος και συντήρηση, συνθέτουν τη ζωή του πνεύματος, ασφαλίζουν την εσωτερική συνοχή αλλά και την αδιάκοπη ανανέωσή του.
Τη συνθέτουν ακριβώς με την αντίθεσή τους, με τη γόνιμη πάλη τους, όπως λόγος και αντίλογος συνθέτουν και προωθούν τη συζήτηση. Αυτό το νόμο με τις απέραντες εφαρμογές του τον ανακάλυψε πρώτος με τη σκοτεινή του μεγαλοφυΐα ο Εφέσιος Ηράκλειτος και του έδωσε τη μνημειώδη διατύπωση: πόλεμoς πατήρ πάντων. Δική του φαίνεται πως είναι η θαυμαστή εικόνα ότι το βέλος υψώνεται με την αντίσταση του αέρα. Πώς θα μπορούσε να υψωθεί, αν στο δικό του λόγο δεν ερχόταν ν' αποκριθεί ο αντίλογος του αντιστεκόμενου στοιχείου; Αργότερα ο Πλάτων είδε τη σημασία αυτού του νόμου στην κίνηση του στοχασμού και διαπαιδαγωγημένος από το ζωντανό παράδειγμα του Σωκράτη εμόρφωσε τη διαλεκτική του μέθοδο. Στα νεότερα χρόνια ο Hegel εθεμελίωσε πάνω στο νόμο της διαλεκτικής ολόκληρη τη φιλοσοφία του, τη φυσική και τη μεταφυσική, την ίδια την ιστορία. Αυτή η δυναμική αντίληψη της ζωής, του στοχασμού και της ιστορίας, είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα του ευρωπαϊκού πνεύματος που δεν μπορεί να νιώσει την ανατολίτικη ευδαιμονία της απόλυτης στατικότητας.
Αν όμως πρόοδος και συντήρηση είναι ροπές φυσικές, και φυσιολογικές ακόμη, γιατί αποτελούν τάσεις υγιείς και κανονικές, δε συμβαίνει το ίδιο και με τις νοσηρές υπερβολές τους, με την προοδοπληξία και την αντιδραστικότητα. Εδώ πια έχει ξεπεραστεί το νόμιμο μέτρο, έχει χαθεί η συνείδηση των ορίων, η κάθε ορμή μένει αχαλίνωτη στη φορά της, δε διατηρεί πια τον έλεγχο των κινήσεων της και γίνεται τυφλή και, φυσικά, άγονη. Από την αντίθεσή τους δε δημιουργείται η ευεργετική προώθηση αλλά η καταστρεπτική τριβή. Ανάβει ο σπινθήρας του πείσματος, της εμπάθειας, του φανατισμού. Με τη διάβρωση φθείρονται και τα δύο ρεύματα. Το βέλος δεν υψώνεται, συντρίβεται, και γύρω απλώνεται σιγά σιγά το αποκαρδιωτικό κενό. Ο προοδόπληκτος δεν είναι η ένταση, αλλά η γελοιογραφία του προοδευτικού. Ο αντιδραστικός δεν είναι ένας φρονιμότερος, αλλά ένας μωρός συντηρητικός.
Πρέπει να προσέξουμε πολύ αυτή τη διάκριση, γιατί μας εξηγεί πολλά φαινόμενα της ζωής μας. Αν η πρόοδος είναι δύναμη γονιμοποιός, γιατί προσφέρει θετικά πράγματα, η προοδοπληξία αποτελεί κίνδυνο, γιατί είναι άγονη άρνηση. Αν η συντήρηση είναι ωφέλιμη και σκόπιμη στην κίνηση της ζωής, η αντιδραστικότητα με τον εμπαθή μισονεϊσμό* της είναι σωστή συμφορά. Και οι δύο ακρότητες όπλα τους έχουν το μονολιθικό τους δογματισμό και την ανοικτήρμονα διαβολή του αντιπάλου. Δεν αντιτίθενται με το συγκαταβατικό χαμόγελο της επιείκειας, όπως ο ορμητικός έφηβος προς τον ώριμο άντρα, αλλά με μωρίες και λύσσα, καθώς το τρελόπαιδο προς τον ξεμωραμένο γέρο.
Άλλο συντήρηση και άλλο αντιδραστικότητα. Άλλο πρόοδος και άλλο προοδοπληξία. Οι πρώτοι όροι των ζευγών τροφοδοτούν κάθε μορφή ζωής και την προάγουν. Οι δεύτεροι τη σκοτώνουν. Και αν τα νιάτα, ορμητικά καθώς είναι και ασυλλόγιστα, πηδούν πολύ συχνά τα εσκαμμένα, εκείνοι όπου κοσμούνται από το λευκό φωτοστέφανο της ωριμότητας, δεν πρέπει να σπεύδουν να τα μιμηθούν σ' αυτό το θανάσιμο πήδημα από το άλλο μέρος της τάφρου, αλλά νηφάλιοι και με πλήρη συναίσθηση της ευθύνης τους να δίνουν πάντα το χρυσό παράδειγμα του μέτρου, γιατί η παρεκτροπή τους δεν πρόκειται να βρει ούτε αυτή την κατά συγκατάβαση συγνώμη που δίνεται στην τρυφερή ηλικία.