Τεχνολογίες της Πληροφορίας και Επικοινωνίας (ΤΠΕ) και διδασκαλία της ελληνικής
Αξιοποίηση των ΤΠΕ στην ελληνική εκπαίδευση
6.5.1. Οι επιφυλακτικοί
Μερικοί από αυτούς υποστηρίζουν ότι καμία αλλαγή δεν συνέβη και το αποδίδουν σε εγγενή χαρακτηριστικά των εκπαιδευτικών (συντηρητισμός, καχυποψία στο καινούριο) αλλά και του συστήματος, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι όλα αυτά είναι δυνατά σε ένα «άλλο σχολείο».
Καμιά διδασκαλία και γενικώς από τη συμμετοχή τους, έτσι δεν είδα να αλλάζει κάτι ως προς τη συμπεριφορά τους, να προβληματίζονται ως προς κάτι το, ως προς τα παιδαγωγικά δεδομένα ας πούμε, τι θα μπορούσαμε να κάνουμε διαφορετικά, τι αλλιώς, τι καλύτερα. Στη συνείδηση μου ήταν πραγματικά ασύνδετο το ένα από το άλλο. Θέλαμε, θέλουμε να επέμβουμε στις παιδαγωγικές παραμέτρους και όχι…, αλλά ήταν πραγματικά ένας τοίχος απέναντι, οι συνάδελφοι νόμιζαν ότι εγώ θα εκτιμούσα αυτόν που ήξερε υπολογιστή.
Περίπου ένα 60% των επιμορφούμενων που είχα εγώ, ε, έβλεπε την επιμόρφωση, ήρθε στην επιμόρφωση με την εντύπωση ότι θα είναι ένα ΠΕΚ πάμε, ακούμε, μας τα λέει και φεύγουμε και τα ξεχνάμε μετά, κλείνουμε την πόρτα, τελείωσε, δεν μας υπηρετεί, δεν…, δεν διαχέονται όλα αυτά μέσα στην τάξη μας. Όσο κι αν προσπαθούσα εγώ να πω ότι εδώ κάνουμε αυτό και την άλλη μέρα λέμε, να δούμε πώς το εφαρμόζουμε, υπήρξε αντίσταση, από τόσα χρόνια.
Νομίζω ότι είναι πολύ δύσκολο να αλλάξει, δεν, δεν θεωρώ ότι…, αλλά, δηλαδή πιστεύω ότι όλοι οι συνάδελφοι με τους οποίους δουλέψαμε μαζί, τέλος πάντων από όλους, νομίζω ότι, θα χρειαζότανε πολλή περισσότερη δουλειά για να αλλάξει η στάση.
Όχι, στις διδασκαλίες, νομίζω ότι δυσκολεύτηκαν αρκετά να ξεπεράσουν το μοντέλο του καθηγητή που, ε, που παραδίδει και του μαθητή που ακούει. Αλλά αυτό, δηλαδή, αυτό που έλεγα και πριν, δεν αρκεί μία ή δύο διδασκαλίες, για να περάσουμε σε ομαδοκεντρική, ας πούμε, διδασκαλία, χρειάζεται πολύ περισσότερη δουλειά και έξω, και πέρα από τις νέες τεχνολογίες, δεν είναι αυτό καθεαυτό το μηχάνημα που θα μας κάνει να αλλάξουμε τον τρόπο διδασκαλίας.
Κάποιος επιμορφωτής αποδίδει αυτή τη δυσκολία στην αλλαγή και στην έλλειψη αξιόλογου υλικού (λογισμικά) που θα μπορούσε να πείσει τους εκπαιδευτικούς ότι μια τέτοια διδασκαλία έχει σαφώς περισσότερα πλεονεκτήματα από τις διδασκαλίες που μέχρι τώρα γίνονταν.
Προφανώς δεν είναι εύκολο να ξεφύγεις από παραδοσιακούς δρόμους, γιατί δεν είχαμε και στα χέρια μας εργαλεία αξιόλογα, δηλαδή δεν είχαμε εκπαιδευτικά λογισμικά που να ξεφεύγουν από ένα παραδοσιακό τρόπο διδασκαλίας κυρίως αρχαιοελληνικής γραμματείας, ας πούμε. Τη μοναδική πεζογραφία όμως που είχαμε ουσιαστικά ήταν μια θεματογραφία στην ηλεκτρονική μορφή. Στην νεοελληνική λογοτεχνία δεν είχαμε τίποτα, δεν είχαμε δηλαδή και υπολογιστικό αντίλογο.