Βιβλιογραφία

Λεξικά και Μελέτες Ορολογίας και Δάνειων Λέξεων 

Συνοππτική Παρουσίαση, Βιβλιογραφικά Στοιχεία και Αναλυτική Παρουσίαση 

Kahane, H. and R., Abendland und Byzanz: Sprache, Westliche Einflüsse in Byzanz στο Reallexikon der Byzantinistik, ed. P. Wirth, Reihe A Bd. I, Heft 4, pp. 499-640, Amsterdam 1970

1. Χαρακτηριστικά έκδοσης

  • Η μελέτη καταλαμβάνει 42 σελίδες.
  • Η βασική δομή του έργου στηρίζεται στις δύο ιστορικές περιόδους ενδιαφέροντος για τις ρομανικές γλωσσικές επιδράσεις: την περίοδο της ανόδου και ακμής της ανατολικής βυζαντινής αυτοκρατορίας και την περίοδο της φραγκοκρατίας. Ακολουθώντας το βασικό αυτό χωρισμό, και δημιουργώντας επιμέρους υποδιαιρέσεις ιστορικών περιόδων και των πεδίων της ανθρώπινης δραστηριότητας όπου εμφανίστηκε η ξένη γλωσσική επίδραση, οι συγγραφείς επιτυγχάνουν να αναλύσουν με αρκετή λεπτομέρεια το θέμα.
  • Παρέχεται εμπεριστατωμένη βιβλιογραφία για το θέμα, αφενός στον τελικό πίνακα (σσ. 636-640) και αφετέρου ως θεματική εισαγωγή στα ζητήματα που διεξέρχονται και ως παραπομπή στη διερεύνηση ειδικότερων θεμάτων.
  • Στα κεφάλαια και υποκεφάλαια της εργασίας αυτής ακολουθείται η ιστορική και θεματική διαίρεση των δάνειων λέξεων, στις σσ. 590-636 όμως παρατίθενται αλφαβητικοί πίνακες 1) των λατινικών και ρομανικών λέξεων (λέξεις προέλευσης, σσ. 590-508) 2) των δανείων α) στην ελληνική (508-634) β) στις βαλκανικές γλώσσες μέσω της ελληνικής γλώσσας της βυζαντινής περιόδου.
  • Κατά την θεματική παράθεση των λέξεων δεν ακολουθείται αλφαβητική σειρά. Η εξεταζόμενη δάνεια λέξη σημειώνεται με το σύμβολο του διπλού τόξου, ακολουθείται από το ερμήνευμά της και κατόπιν ετυμολογείται από την ξένη λέξη της γλώσσας προέλευσης, η οποία επίσης ερμηνεύεται όταν διαφέρει σημασιολογικά από τη δάνεια. Ενδιάμεσα, όταν αυτό είναι απαραίτητο παρεμβάλλονται βιβλιογραφικές πληροφορίες σχετικές με την ετυμολόγηση.

2. Περιεχόμενα - Παρατηρήσεις

Δυτικές επιδράσεις στο Βυζάντιο

I. Γενικά
II. Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία

  • a. Οι λατινισμοί της πρώιμης εποχής
  • b. Η λατινική παράδοση της περιόδου ακμής του Βυζαντίου
  • c. Η επιβίωση του λατινικού στοιχείου: 1. Ο καθαρισμός του 10ου αι. 2. Το Βυζάντιο σαν κέντρο διάδοσης βαλκανικών λατινισμών 3. Η μαρτυρία από τη νεοελληνική

III. Φραγκοκρατία

  • a. Οι γαλλικισμοί
    1. Αντανακλάσεις του γαλλικού φεουδαλισμού στην Πελοπόννησο.
    2. Αντανακλάσεις του γαλλικού και προβηγκιανού φεουδαλισμού στην Κύπρο
    3. Γαλλικά τοπωνύμια
    4. Η ζωτικότητα των γαλλικισμών
  • b. Οι ιταλισμοί
    1. Οι πρώιμοι ιταλισμοί
    2. Οι μεταγενέστεροι ιταλισμοί
    3. Η ναυτική ορολογία
    4. Ιταλικά τοπωνύμια
    5. Η μαρτυρία από τη νεοελληνική
  • c. Μεσαιωνικά λατινικά στοιχεία

IV. Παράρτημα Πίνακες Λέξεων

3. Αξιολογικές παρατηρήσεις

Από τη συνολική συμβολή των H. και R. Kahane στο Reallexikon der Byzantinistik με τον τίτλο «Abendland und Byzanz: Sprache» παρουσιάζουμε εδώ το τμήμα εκείνο που αφορά τις δυτικές επιδράσεις στη Βυζαντινή γλώσσα (απλά σημειώνουμε ότι προηγείται το αντίστοιχο τμήμα όπου διερευνώνται οι βυζαντινές επιδράσεις στη Δύση, το οποίο εξαιρέσαμε σε αυτή τη φάση επεξεργασίας του προγράμματος).

Το λεξιλογικό υλικό που χρησιμοποίησαν οι Kahane στην εργασία αυτή είναι εξαιρετικά εκτενές, χωρίς βέβαια να γίνεται μία εξαντλητική παρουσίαση του θέματος. Οι λέξεις που καταγράφονται αντλούνται από εκτενή βιβλιογραφία η οποία περιλαμβάνει κυρίως μελέτες πάνω στο συγκεκριμένο θέμα. Επίσης, κείμενα της μεσαιωνικής περιόδου καταγράφονται στη βιβλιογραφία και είναι προφανές ότι έχουν αποδελτιωθεί ή ότι έχουν χρησιμοποιηθεί τα γλωσσάριά τους. Η χρονική τοποθέτηση των λέξεων γίνεται αδρά μέσα από τις βασικές ιστορικές περιόδους των κεφαλαίων. Λεπτομερέστερη χρονολόγηση δεν δίνεται, κάτι τέτοιο άλλωστε θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο, εξαιτίας της έλλειψης λεξικογραφικής στήριξης κατά την περίοδο της συγγραφής του έργου.

Η εργασία των Kahane, όπως είναι διαρθρωμένη έχει πολλαπλό ενδιαφέρον, γλωσσικό, ιστορικό και κοινωνιολογικό. Παράλληλα με τις ετυμολογήσεις που δίνουν, και την υποστήριξή τους μέσα από τη σχετική βιβλιογραφία, η οργάνωση σε θεματικά-σημασιολογικά πεδία αποτελεί μία σύντομη παρουσίαση των πραγματολογικών συνθηκών κάθε ιστορικής περιόδου, αλλά και ένα σχόλιο για την πορεία της γλωσσικής επίδρασης κάθε φορά, ανάλογα και με τις υφιστάμενες ιστορικές συνθήκες.

4. Αποσπάσματα (σε μετάφραση)

(σ. 499) ΠΡΟΛΟΓΟΣ - ΓΕΝΙΚΗ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ

Κατά τη χιλιόχρονη πορεία της ύπαρξής της, η βυζαντινή αυτοκρατορία, ερχόμενη σε επαφή με το δυτικό κόσμο, όχι μόνο έδωσε, αλλά και πήρε από αυτόν. Το γεγονός αυτό έχει ως απτή απόδειξη τις δάνειες λέξεις της Ελληνικής: αυτές καθρεφτίζουν τις φάσεις, την εξάπλωση, τη διάρκεια και το περιεχόμενο της δυτικής πολιτισμικής επίδρασης στην Ανατολή.

Οι διακριτές ιστορικές φάσεις διαφαίνονται στην προέλευση των δάνειων λέξεων και είναι ουσιαστικά δύο: ο Πρώιμος Μεσαίωνας , κατά τον οποίο το ελληνικό λεξιλόγιο εμπλουτίζεται με πολλά λατινικά στοιχεία και ο Ύστερος Μεσαίωνας κατά τον οποίο εισάγεται το ρομανικό στοιχείο στην ελληνική γλώσσα. Η πρώτη περίοδος είναι αυτή του ελληνολατινικού πολιτισμικού συγκρητισμού που χαρακτήρισε την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, η δεύτερη του ελληνορομανικού της περιόδου της Φραγκοκρατίας.

Από γεωγραφική άποψη, το Βυζάντιο, ως μητρόπολη, υπήρξε σίγουρα το επίκεντρο για την εισαγωγή των λατινισμών. Κατά την περίοδο επίδρασης των ρομανικών γλωσσών, η Πελοπόννησος και η Κύπρος πρωταγωνιστούν ως αποδέκτες των γαλλικών γλωσσικών αγαθών, ενώ για τα ιταλικά τον πρώτο ρόλο κρατούν τα παράλια και τα νησιά του Ιονίου και Αιγαίου πελάγους.

Η διάρκεια της επίδρασης, δηλ. η επιβίωση της δάνειας λέξης κατά τη σύγχρονη εποχή, είναι ένα από τα ασφαλέστερα κριτήρια για το κατά πόσο χρησιμοποιήθηκε στην καθομιλουμένη των Βυζαντινών.

Η σύνθεση του λεξιλογίου των δανείων λέξεων σε σημασιολογικές ενότητες έχει φυσικά μεγάλη σημασία για την ανασύσταση της πορείας της πολιτισμικής επίδρασης. Τα συστατικά αλλάζουν από τη μία φάση στην άλλη: από λατινικά, σε γαλλικά, σε ιταλικά. Καθεμιά από αυτές τις γλώσσες γίνεται ο διαμεσολαβητής για τους διάφορους τομείς του δικού της πολιτισμού, που είναι χαρακτηριστικοί ανάλογα με την περίοδο του δανεισμού: πρέπει να θεωρήσουμε ως δεδομένο ότι η κάθε γλώσσα έχει εισάγει μαζί με τις «λέξεις» και τα «πράγματα».

Τέλος, είναι δύσκολο να περιγράψει κανείς με ακρίβεια την κοινωνική στρωμάτωση των δάνειων λέξεων: λίγα μόνο πράγματα μας μαθαίνει η εκτεταμένη χρήση των λέξεων από τους κατοίκους της αυτοκρατορίας. Το γεγονός όμως ότι πρόκειται ουσιαστικά για δύο τύπους δάνειων λέξεων, τεχνικούς όρους και εκφράσεις του ανειμένου βίου, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αρχικά εισήχθησαν από συγκεκριμένες επαγγελματικές ομάδες και από τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα.

(σσ. 561-562) Οι πρώιμοι Ιταλισμοί.

Τα δύο πρωιμότερα μνημεία της αποκαλούμενης μεσαιωνικής δημώδους λογοτεχνίας, τα οποία εμφανίζουν ένα μεγαλύτερο αριθμό ιταλικών στοιχείων, ανήκουν στο μεσαιωνικό είδος του σατιρικού έπους των ζώων: το ένα είναι ο Πουλολόγος (Πουλ.), το βιβλίο των πουλιών (έκδ. [με πλούσιο λεξιλογικό σχολιασμό] S. Krawczynski [Berl. Byz. Arb. 22], B. 1960)̇ ̇έχει μεν γραφτεί κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, το 13ο αι., το χειρόγραφο όμως από το οποίο προέρχονται όλα τα άλλα, μπορεί να τοποθετηθεί το νωρίτερο στο πρώτο μισό του 14ου αι. Το δεύτερο έργο είναι η Διήγησις πεζόφραστος (αντί για παιδιόφραστος (Dölger: BZ 39 (1939) 475/476 και Zs. f. Balkanologie 1 [1962] 6-8)] των τετραπόδων ζώων (Τετρ.), λαϊκές ιστορίες για τα τετράποδα (στον Wagner, Carm. 141-178; μια καλή ανάλυση του λεξιλογίου: Στ. Ξανθουδίδης: Byz. Ngr. Jbb. 5 [1926-1927] 348-370); Aυτή δημιουργήθηκε το 14ο αι. και είναι πιθανότατα κρητικής προέλευσης.

Μερικοί όροι, προπάντων ναυτικοί βρίσκονται στο Χρονικό του Μορέως (περί τα μέσα του 14ου αι., Χρον. Μορ.). Οι ιταλισμοί αυτού του πρώιμου έργου αντιπροσωπεύουν ήδη κατ' ουσίαν τα σημασιολογικά πεδία, τα οποία είναι γενικώς χαρακτηριστικά για τα ιταλικά δάνεια της Βυζαντινής γλώσσας: ναυτιλία, πόλεμος, μόδα, κοινωνία, μουσική και παιχνίδια.

Ναυτιλία: ποδότας (Πουλ. 538) <παλ. ιταλ. pedotta«κυβερνήτης πλοίου» (14ος αι. [DEI λ. pilòta1]) με δευτερεύουσα επίδραση της λέξης πόδι (Kahane: Byz.-ngr. Jbb. 15 [1939] 107)˙ πενέζης (Πουλ. 537) <παλ. Βεν. penese «βοηθός τιμονιέρη πλοίου» (Jal, στη λ.)˙ πούσουλος <bussola/-o, «πυξίδα» (DEI στη λ., LFL 133)˙ τραμουντάνα (Πουλ. 540) <tramontana «βόρειος άνεμος, Βορράς, Πολικός Αστέρας» (Diz. mar. 1102)˙ ταρίδα (Χρον. Μορ. 6838) /ταρίτα (Χρον. Μορ. 9157)˙ έτσι ακόμη ως γλωσσική επίδραση της Γένοβας στον Παχυμέρη V 30 [σ. 419.21 Βόννη], 13.-14. αι.) / ταρέτα (Χρον. Μορ. 4579) < tarida(παλ. ενετ. και παλ. γενοβεζ., 13. αι.) / tareta(παλ. ενετ. , 1278, [Taf, Thom. 3, 171]), το ίδιο αραβικής προέλευσης (Vidos 584-586; FEW 19, 184); κόκα «βαρύ και δυσκίνητο πολεμικό και εμπορικό πλοίο [?]» (Χρον. Μορ. 538) < coca, ένα μεγάλο μεσογειακό πλοίο (από τον 13. αι.) (LFL202; DEI στο λήμμα cocca2).

Πόλεμος: πάτος (Τετρ. 74) < patto, «σύμφωνο, συνθήκη ειρήνης»˙ λαντσούνι (Τετρ. 620) < lancione«μεγάλο ακόντιο».

Μόδα: καππούτζιν, «τυπικό κομμάτι της φράγκικης ενδυμασίας» (Πουλ. 133) <cappuccino«κουκούλα»˙ζούπα «ποδιά» (Πουλ. 179) (παλ. ιταλ. giuppa «χιτώνιο» (FEW19, 58/59); κάλτσα (Πουλ. 61) «κάλτσα»˙ σκαρλάτο (Πουλ. 188) «άλικο, άλικο ύφασμα» τσαλούνι [αντί τζαλούνι] «χρυσοκίτρινο ύφασμα» (Τετρ. 501)/ ζαλοήνι [αντί ζαλούνι?], «χρυσοκίτρινος (για υφάσματα)» (Χρον. Μορ. 2954 χφ. Τ) <ανατ.-ενετ. zalón χρυσοκίτρινος (Rosamani, στο λήμμα) - στα δύο χωρία, τα οποία μιλούν για ακριβά υφάσματα, η λέξη συνδυάζεται με το σκαρλάτος, το οποίο μαρτυρεί (αντίθετη άποψη έχει ο Σ. Ν. Δραγούμης: Αθηνά 26 [1914] 32α) ότι οι δύο τύποι είναι απλώς παραλλαγές του ίδιου μορφήματος˙ γρίζος επίθ. (στα σύνθετα γριζόθωρος «με γκρίζα όψη» [Πουλ. 23] και γριζόχροος «γκρίζου χρώματος» [Πουλ. 23] ) και γρίζο ουσ., «χοντρό ύφασμα» (Τετρ. 503) < βορ.-ιταλ. griso«γκρι˙ χοντρό γκρί ύφασμα» (DEIστο λήμμα griso1).

Κοινωνία: κόντης (Τετρ. 492) < conte «κόμης», επίσης το μεταγενέστερο και εγγύτερο προς την ιταλική κατάληξη κόντες από τον Ζακύνθιο Κορωναίο (Σάθας, Ανέκδοτα 1, 10)˙ μισέρης (Πουλ. 358) / μισέρ (Χρον. Μορ. 1272, χφ, P) < ενετ. missier «τιμητική προσφώνηση»˙ κουρτέσα «κυρία της αυλής» (Πουλ. 160), θηλ. του κουρτέσης <cortese (κοντά στο παλ. γαλ. corteis, παλ. προβηγκ. cortes) «αυλικός»˙ μαρκατάντος (Τετρ. 303) <mercatante (το πρώτο άτονο α επίσης στην ενετ. παραλλαγή marcante «έμπορος»˙ γαλιώτης (Πουλ. 120) < galeotto «παλιάνθρωπος, αχρείος»˙ φρα- (Πουλ. 254), «αδελφο- (πρόθημα πριν από τα ονόματα καθολικών μοναχών)» και φράρης (Πουλ. 258) < ενετ. frar «καθολικός μοναχός».

Μουσική και παιχνίδι: τζαμπούνα (στο σύνθετο τζαμπουνομύτρια «με μύτη που θυμίζει φλογέρα» [Πουλ. 35˙ Λ. Πολίτης: Ελληνικά 19 (1996) 175]) <zampogna «άσκαυλος, γκάιντα», και τσαμπουνίζω «φλυαρώ» (Τετρ. 199, 322)˙ σκάκος (Τετρ. 618) <scacchi «σκάκι».

Παρουσίαση: Ανθούλα Ζαγκλαβήρα