Κωνσταντινούπολη

Μια πόλη φασματική, μια πόλη φαντασμαγορική

Συγκρότηση ενότητας: Παναγιώτης Παντζαρέλας (συνεργασία: Θ. Χιώτης)

«Κωνσταντινούπολι, πόλι μεγαλώτατη, πολυανθρωπότατη, ωραιότατη, πλουσιώτατη, εμπορικώτατη, απάνω εις τον Βόσπορο και εις την Προποντίδα, εις μια τοποθεσία την καλλίτερη της Οικουμένης διά βασιλεύουσα πόλι, και χαριέστερη διά τα φυσικά της προτερήματα…». Αυτά είναι τα πρώτα λόγια που αφιερώνουν για την Κωνσταντινούπολη οι Δημητριείς, δηλαδή ο Δανιήλ Φιλιππίδης και ο Γρηγόριος Κωνσταντάς, στη Νεωτερική Γεωγραφία τους που εκδόθηκε στη Βιέννη στο τέλος του 18ου αι. Αν το εγκώμιο που της έπλεξαν είναι αληθινό ή όχι, αν υπερβάλλουν στη χρήση των υπερθετικών επιθέτων ελάχιστα σημασία έχει. Αντίθετα, αυτό που έχει τη σημασία του είναι πως τα δύο ξαδέλφια από τις Μηλιές του Πηλίου έτσι την «είδαν» την Πόλη, έτσι την γνώρισαν από τις πηγές τους, έτσι την έμαθαν και έτσι επέλεξαν τελικά να την περιγράψουν. Και η περιγραφή αυτή, το βλέμμα των Δημητριέων στην πρωτεύουσα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, δεν μπορεί να διακριθεί από το βλέμμα των υπόλοιπων Ευρωπαίων, καθώς από τη δική τους γνώση και τη δική τους υποκειμενική ματιά ερανίζονται και οι Δημητριείς. Είναι εν τέλει, με μια δόση υπερβολής φυσικά, ένα «πανευρωπαϊκό» βλέμμα για μια πόλη που αποτέλεσε πόλο έλξης για χιλιάδες περιηγητές ανά τους αιώνες.

Με τα κείμενα που επιλέχτηκαν για να παρουσιάσουν αυτή την πόλη, που αποκαλείται κατεξοχήν, καθώς η ελληνική γλώσσα επέλεξε ότι πρέπει να εξέχει των άλλων πόλεων, Πόλη, σε συνδυασμό κυρίως με το εικονογραφικό υλικό που τα συνοδεύει έγινε μια προσπάθεια να αντιπροσωπεύονται Τούρκοι (Παμούκ, Μποράταφ κ.ά.) και «Τούρκοι» (Ουζούν, Κούρδος στην καταγωγή), Έλληνες, για κάποιους από τους οποίους η Κωνσταντινούπολη ήταν η γενέθλια γη (Παλαιολόγος, Θεοτοκάς, Μάρκαρης κ.ά.), ή η Τουρκία (Σεφέρης, Ενεπεκίδης) και άλλοι με στενές σχέσεις μαζί της (Κοροβίνης, Ξανθούλης, Μασσαβέτας κ.ά.), και, τέλος, Ευρωπαίοι και Αμερικανοί περιηγητές, παλαιότεροι (Έβερετ, Γκωτιέ, Σπανούδη) και πιο σύγχρονοι (Καραγάτσης, Μακ Χέιρτ), με εμφανές μεν, υποδεέστερο δε, αριθμητικά μόνο, το γυναικείο βλέμμα (Σπανούδη, Μαραγκού, Μπαϊντάρ κ.ά.)· με τη λογοτεχνία και δη την πεζογραφία να έχουν το πάνω χέρι, αλλά ωστόσο να μην απουσιάζουν από τα κείμενα, που άλλωστε καλύπτουν ένα χρονικό άνυσμα τριών αιώνων, οι ημερολογιακές καταγραφές, οι ταξιδιωτικές εντυπώσεις και άρθρα δημοσιογραφικού ενδιαφέροντος· τέλος, άλλοτε με εικονογραφικό υλικό που προσπαθεί να αποτυπώσει με το πινέλο και τα εργαλεία εγχάραξης την Κωνσταντινούπολη και τους ανθρώπους άλλων εποχών άλλοτε να την αιχμαλωτίσει φωτογραφικά καθώς πλησιάζουμε στην εποχή μας.

Όσο για την ίδια την Πόλη, πραγματική ή φανταστική, τι να πρωτοπεί κανείς. Ας μιλήσουν καλύτερα τα κείμενα, τα τραγούδια, τα χαρακτικά, οι φωτογραφίες. Οι συγγραφείς, οι στιχουργοί, οι ζωγράφοι και οι φωτογράφοι φέρουν άλλωστε ακέραια την ευθύνη των λόγων και των έργων τους. Η Πόλη ας μην κατηγορηθεί.