ελάχιστο ζεύγος [minimal pair]
ελάχιστο ζεύγος [minimal pair]
Δύο λέξεις με διαφορετικό σημαινόμενο, των οποίων το σημαίνον διαφέρει ως προς ένα μόνο φωνητικό στοιχείο που, και στις δύο, βρίσκεται στην ίδια θέση συνιστούν ένα ελάχιστο ζεύγος. Με μια άλλη διατύπωση: ελάχιστο ζεύγος είναι ένα ζεύγος λέξεων που διαφέρουν ως προς τη σημασία τους, όταν αλλάζει ένα μόνο φωνητικό στοιχείο (ή φθόγγος)∙ π.χ. [΄paθi] (πάθει)/ [΄pali] (πάλι). Αντίστοιχα, ελάχιστο σύνολο ονομάζεται το σύνολο των λέξεων που διαφέρουν μεταξύ τους ως προς ένα μόνο στοιχείο, στην ίδια θέση∙ π.χ. [΄paθi] (πάθει), [΄pali] (πάλι), [΄pari] (πάρει), [΄pavi] (παύει), [΄paji] (πάγοι), [΄paçi] (πάχη), [΄pati] (πάτοι).
Η συγκρότηση ελάχιστων ζευγών είναι από τις βασικές διαδικασίες που χρησιμοποιούνται στη φωνολογία προκειμένου να εντοπιστούν είτε οι φθόγγοι που αποτελούν φωνήματα είτε οι φθόγγοι που αποτελούν διαφορετικές πραγματώσεις ενός φωνήματος, δηλαδή αλλόφωνα . Η μέθοδος βασίζεται στη θεμελιακή θέση της φωνολογίας της Σχολής της Πράγας ότι ο ρόλος των φθόγγων στο σύστημα της γλώσσας είναι η διακριτική λειτουργία τους: τα φωνήματα διακρίνουν, διαφοροποιούν σημασίες. Π.χ. στο ελάχιστο ζεύγος [΄paθi] (πάθει)/ [΄pali] (πάλι), τα οποία βρίσκονται σε παραδειγματική σχέση αντίθεσης, είναι η υποκατάσταση του [θ] με το [l] που δημιουργεί μια άλλη λέξη και κατά συνέπεια μια άλλη σημασία.
Η μέθοδος κατ' αναλογία μπορεί να εφαρμοστεί και στη μορφολογία, τεμαχίζοντας το συνεχές της ομιλίας σε λέξεις ή φράσεις με διαφορετική σημασία που διαφέρουν μόνο ως προς ένα στοιχείο που βρίσκεται στην ίδια θέση: π.χ. με τη σύσταση του ελάχιστου ζεύγους διαμένω/επιμένω αναδεικνύονται ως (υποψήφια) μορφήματα τα {δια} και {επί}.
Πηγές
- Κρύσταλ Ντ. 2000. Λεξικό γλωσσολογίας και φωνητικής. Μτφρ. Γ. Ξυδόπουλος. Αθήνα: Πατάκης.