Εξώφυλλο

Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές

Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)

  Γενικός συμφραστικός πίνακας

Αναζήτηση για: "εκλαι"

Βρέθηκαν 11 λημματικοί τύποι [1 - 11]
έκλαια (4)
ΚΒΦ ΑΝΓ00 03 0059 013εξ αργύρου και χρυσού. | Στέκομουν κι έκλαια σε μια άκρη του διαδρόμου. | Και
ΠΑΛ ΠΟΜ00 03 0005 011απ’ τ’ αρνί κι από το μακελάρη, | δεν έκλαια μόνο τ’ άμοιρα του σκοτωμένου χρόνια·
ΣΛΜ ΚΡΗ01 01 0005 στ. 41 | Κι εκοίταα κι έκλαια κι άπλωνα τα χέρια με καμάρι | *
ΡΙΤ ΠΥΡ01 01 0013 044κραυγές, | κι ώρες το πέλαο βλέποντας έκλαια κι ονειρευόμουν. | Και πρόσμενε το
έκλαιαν (1)
ΚΑΡ ΕΛΣ01 05 0005 012όταν σ’ επρόσμενε η αγχόνη | κι έκλαιαν οι Μούσες! | Τάχα τρεκλίζοντας ακόμα,
έκλαιγα (6)
ΒΡΤ ΜΝΗ02 00 0006 033Σούλι, | που κοίταζα τη στάχτη του κι έκλαιγα την ερμιά του. | —Οι πεθαμένοι θα
ΠΑΛ ΠΕΝ00 05 0010 021Μη με κολάσεις! | Κι έκλαιγα ανήμπορος προς το φως | μες στη νυχτιά μου, της άλλης
ΣΧΤ ΕΚΟ02 00 0005 008δωμάτιο, το σπίτι μας. | Εγώ έκλαιγα, έκλαιγα γοερά… | Κι αυτή: Μη κλαις, ο καθένας
ΣΧΤ ΕΚΟ02 00 0005 008δωμάτιο, το σπίτι μας. | Εγώ έκλαιγα, έκλαιγα γοερά… | Κι αυτή: Μη κλαις, ο καθένας
ΕΛΥ ΕΤΕ00 01 0004 036Μόνος εγώ στα σκαλοπάτια σαν διωγμένος έκλαιγα | Και σε παρακαλούσα: πάρε με πάρε
ΡΙΤ ΤΕΔ08 00 0010 358για τί να ζήσει πια. Πιότερο ακόμη | έκλαιγα για την ήσυχη φυγή του αδελφού μου· — καθώς περνούσε το φράχτη,
έκλαιγαν (3)
ΒΡΤ ΠΡΦ08 00 0006 055τα μάτια μου πάνω σε κάθε κλήρα. | Έκλαιγαν όλα τα φτωχά. Μόνος εγώ δεν κλαίγω,
ΡΙΤ ΤΕΔ08 00 0007 183αυτό κι οι γυναίκες | ακούγοντάς τους έκλαιγαν υστερικά, | σκίζαν τα ρούχα τους,
ΡΙΤ ΧΠΤ11 00 0057 008πίσω απ’ την κουρτίνα | έκλαιγαν μαζί | Κάλαμος, 3 [=4;]. IV. [19]77
εκλαίγαν (3)
ΚΒΦ ΚΡΜ00 01 0058 001του Αντωνίου | Αλλά σαν άκουσε που εκλαίγαν οι γυναίκες | και για το χάλι του που
ΠΑΛ ΤΠΜ00 01 0004 014και πώς καθώς τα χάιδευαν, τόσο με κάκια εκλαίγαν. | Σαν κόρη που καμαρωτά να τα
ΠΑΛ ΤΠΜ00 03 0012 021τα χείλη που γελούσανε, τα μάτια που εκλαίγαν, | τα γέλια που δεν πλήγωναν, τα
έκλαιγε (47)
ΑΝΑ ΕΠΧ00 00 0012 003Δε μου ’πε: «χαίρομαι που πας να πολεμήσεις». Έκλαιγε σαν ένα μικρό κοριτσάκι.
ΑΝΑ ΕΠΧ00 00 0012 015ένα παιδί στην αγκαλιά της. | (Έκλαιγε αλήθεια όταν έφευγα σαν ένα μικρό κοριτσάκι).
ΒΡΤ ΦΡΟ03 02 0001 533✳ | Κι έκλαιγε ο αλιτήριος, γιατ’ ήτανε γραμμένο | κι αυτά, κι αυτά τα δάκρυα, το
έκλαιγες (2)
ΑΝΑ ΥΓ.00 00 0054 001[54] | Δεν έκλαιγες ποτέ στις κηδείες.
ΡΙΤ ΠΥΡ01 01 0009 042του ονείρου σου η κοιλάς | κι έκλαιγες μόνη κάποτε στο βραδινό μουράγιο, | μα
έκλαιε (9)
ΒΡΤ ΑΝΕ09 01 0013 149την πανάθλιον Μαρίαν». | Και έκλαιε η δυστυχής σαν βρέφος που βυζαίνει, | εις
ΒΡΤ ΑΝΕ09 01 0016 113τα βάθη τας εσβούσε, | μι’ αηδών και έκλαιε την δυστυχή Μαρίαν | σ’ εκείνην την
ΒΡΝ ΕΛΚ00 04 0003 007κι έψαχνε το κάθε μέλος, | έκλαιε βράδυ και πρωί: | «δε σε θέλω πια ζωή»!
ΚΒΦ ΑΠΚ00 00 0018 028φτωχούς γονείς μου — | και η ψυχή μου έκλαιε για την φτωχή εμένα. | Πολύ καιρό δεν
ΠΑΛ ΒΩΜ00 04 0001 006δετή, βυζασταρούδι, | ζήταε βοήθεια κι έκλαιε, δε μιλούσε, | δειλή, άπλερη· μα
ΠΑΛ ΒΩΜ00 05 0004 213να σε γλιτώσει,— ένας κλαημός, κι έκλαιε για σε, Μελένια!
ΠΑΛ ΒΩΜ00 07 0026 011κι ένας κριτής· ο πρώτος | έκλαιε βουβός· ο δεύτερος | αφόριζε. Ω! το σκότος.
ΣΛΜ ΓΖΑ03 00 0002 18καθρέφτη, και κοιτώντας εγέλουνε κι έκλαιε,
ΣΛΜ ΓΖΑ03 00 0005 αναδεύοντας το ξεδοντιασμένο στόμα έκλαιε παρακαλώντας με τα ξερόχερα στον
εκλαϊκεύει (1)
ΡΙΤ ΔΟΚ01 00 0013 152το κρασί του κόσμου. | Ο ήλιος εκλαϊκεύει τη χαρά του έξω απ’ τις πόρτες. | Δεν
έκλαιον (5)
ΒΡΤ ΑΝΕ09 01 0005 020η δρόσος της εσπέρας· | εφαίνοντ’ ότι έκλαιον. Σημεία της ημέρας | δεν μένουν παρ’
ΒΡΤ ΑΝΕ09 01 0013 042τα δάκρυά μου, | ότ’ εθεώρουν κι έκλαιον τα πατρικά οστά μου, | πού ήσο και δεν
ΚΒΦ ΑΠΚ00 00 0022 008τον Ηριδανόν, | κι ημέραν, νύκτα έκλαιον αι τλήμονες. | Κι εθρήνουν μετ’ αυτών όλ’
ΚΒΦ ΑΠΚ00 00 0022 017παύσει πάσα προς τον ουρανόν ροπή. | Έκλαιον πάντοτε αι δυστυχείς, | έκλαιον του
ΚΒΦ ΑΠΚ00 00 0022 018Έκλαιον πάντοτε αι δυστυχείς, | έκλαιον του Φαέθοντος αι αδελφαί, | κι επί εκάστης
εκλαιόνταν (1)
ΣΛΜ ΜΠΑ01 00 0001 355τον γαλάζιον ουρανό, | και εκλαιόνταν με την τύχη | και με τ’ άστρο το κακό,