Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές
Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)
Γενικός συμφραστικός πίνακας
Αναζήτηση για: "εκλαι"
- έκλαια (4)
- ΚΒΦ ΑΝΓ00 03 0059 013εξ αργύρου και χρυσού. | Στέκομουν κι έκλαια σε μια άκρη του διαδρόμου. | Και
- ΠΑΛ ΠΟΜ00 03 0005 011απ’ τ’ αρνί κι από το μακελάρη, | δεν έκλαια μόνο τ’ άμοιρα του σκοτωμένου χρόνια·
- ΣΛΜ ΚΡΗ01 01 0005 στ. 41 | Κι εκοίταα κι έκλαια κι άπλωνα τα χέρια με καμάρι | *
- ΡΙΤ ΠΥΡ01 01 0013 044κραυγές, | κι ώρες το πέλαο βλέποντας έκλαια κι ονειρευόμουν. | Και πρόσμενε το
- έκλαιαν (1)
- ΚΑΡ ΕΛΣ01 05 0005 012όταν σ’ επρόσμενε η αγχόνη | κι έκλαιαν οι Μούσες! | Τάχα τρεκλίζοντας ακόμα,
- έκλαιγα (6)
- ΒΡΤ ΜΝΗ02 00 0006 033Σούλι, | που κοίταζα τη στάχτη του κι έκλαιγα την ερμιά του. | —Οι πεθαμένοι θα
- ΠΑΛ ΠΕΝ00 05 0010 021Μη με κολάσεις! | Κι έκλαιγα ανήμπορος προς το φως | μες στη νυχτιά μου, της άλλης
- ΣΧΤ ΕΚΟ02 00 0005 008δωμάτιο, το σπίτι μας. | Εγώ έκλαιγα, έκλαιγα γοερά… | Κι αυτή: Μη κλαις, ο καθένας
- ΣΧΤ ΕΚΟ02 00 0005 008δωμάτιο, το σπίτι μας. | Εγώ έκλαιγα, έκλαιγα γοερά… | Κι αυτή: Μη κλαις, ο καθένας
- ΕΛΥ ΕΤΕ00 01 0004 036Μόνος εγώ στα σκαλοπάτια σαν διωγμένος έκλαιγα | Και σε παρακαλούσα: πάρε με πάρε
- ΡΙΤ ΤΕΔ08 00 0010 358για τί να ζήσει πια. Πιότερο ακόμη | έκλαιγα για την ήσυχη φυγή του αδελφού μου· — καθώς περνούσε το φράχτη,
- έκλαιγαν (3)
- ΒΡΤ ΠΡΦ08 00 0006 055τα μάτια μου πάνω σε κάθε κλήρα. | Έκλαιγαν όλα τα φτωχά. Μόνος εγώ δεν κλαίγω,
- ΡΙΤ ΤΕΔ08 00 0007 183αυτό κι οι γυναίκες | ακούγοντάς τους έκλαιγαν υστερικά, | σκίζαν τα ρούχα τους,
- ΡΙΤ ΧΠΤ11 00 0057 008πίσω απ’ την κουρτίνα | έκλαιγαν μαζί | Κάλαμος, 3 [=4;]. IV. [19]77
- εκλαίγαν (3)
- ΚΒΦ ΚΡΜ00 01 0058 001του Αντωνίου | Αλλά σαν άκουσε που εκλαίγαν οι γυναίκες | και για το χάλι του που
- ΠΑΛ ΤΠΜ00 01 0004 014και πώς καθώς τα χάιδευαν, τόσο με κάκια εκλαίγαν. | Σαν κόρη που καμαρωτά να τα
- ΠΑΛ ΤΠΜ00 03 0012 021τα χείλη που γελούσανε, τα μάτια που εκλαίγαν, | τα γέλια που δεν πλήγωναν, τα
- έκλαιγε (47)
- ΑΝΑ ΕΠΧ00 00 0012 003Δε μου ’πε: «χαίρομαι που πας να πολεμήσεις». Έκλαιγε σαν ένα μικρό κοριτσάκι.
- ΑΝΑ ΕΠΧ00 00 0012 015ένα παιδί στην αγκαλιά της. | (Έκλαιγε αλήθεια όταν έφευγα σαν ένα μικρό κοριτσάκι).
- ΒΡΤ ΦΡΟ03 02 0001 533✳ | Κι έκλαιγε ο αλιτήριος, γιατ’ ήτανε γραμμένο | κι αυτά, κι αυτά τα δάκρυα, το
- έκλαιγες (2)
- ΑΝΑ ΥΓ.00 00 0054 001[54] | Δεν έκλαιγες ποτέ στις κηδείες.
- ΡΙΤ ΠΥΡ01 01 0009 042του ονείρου σου η κοιλάς | κι έκλαιγες μόνη κάποτε στο βραδινό μουράγιο, | μα
- έκλαιε (9)
- ΒΡΤ ΑΝΕ09 01 0013 149την πανάθλιον Μαρίαν». | Και έκλαιε η δυστυχής σαν βρέφος που βυζαίνει, | εις
- ΒΡΤ ΑΝΕ09 01 0016 113τα βάθη τας εσβούσε, | μι’ αηδών και έκλαιε την δυστυχή Μαρίαν | σ’ εκείνην την
- ΒΡΝ ΕΛΚ00 04 0003 007κι έψαχνε το κάθε μέλος, | έκλαιε βράδυ και πρωί: | «δε σε θέλω πια ζωή»!
- ΚΒΦ ΑΠΚ00 00 0018 028φτωχούς γονείς μου — | και η ψυχή μου έκλαιε για την φτωχή εμένα. | Πολύ καιρό δεν
- ΠΑΛ ΒΩΜ00 04 0001 006δετή, βυζασταρούδι, | ζήταε βοήθεια κι έκλαιε, δε μιλούσε, | δειλή, άπλερη· μα
- ΠΑΛ ΒΩΜ00 05 0004 213να σε γλιτώσει,— ένας κλαημός, κι έκλαιε για σε, Μελένια!
- ΠΑΛ ΒΩΜ00 07 0026 011κι ένας κριτής· ο πρώτος | έκλαιε βουβός· ο δεύτερος | αφόριζε. Ω! το σκότος.
- ΣΛΜ ΓΖΑ03 00 0002 18καθρέφτη, και κοιτώντας εγέλουνε κι έκλαιε,
- ΣΛΜ ΓΖΑ03 00 0005 αναδεύοντας το ξεδοντιασμένο στόμα έκλαιε παρακαλώντας με τα ξερόχερα στον
- εκλαϊκεύει (1)
- ΡΙΤ ΔΟΚ01 00 0013 152το κρασί του κόσμου. | Ο ήλιος εκλαϊκεύει τη χαρά του έξω απ’ τις πόρτες. | Δεν
- έκλαιον (5)
- ΒΡΤ ΑΝΕ09 01 0005 020η δρόσος της εσπέρας· | εφαίνοντ’ ότι έκλαιον. Σημεία της ημέρας | δεν μένουν παρ’
- ΒΡΤ ΑΝΕ09 01 0013 042τα δάκρυά μου, | ότ’ εθεώρουν κι έκλαιον τα πατρικά οστά μου, | πού ήσο και δεν
- ΚΒΦ ΑΠΚ00 00 0022 008τον Ηριδανόν, | κι ημέραν, νύκτα έκλαιον αι τλήμονες. | Κι εθρήνουν μετ’ αυτών όλ’
- ΚΒΦ ΑΠΚ00 00 0022 017παύσει πάσα προς τον ουρανόν ροπή. | Έκλαιον πάντοτε αι δυστυχείς, | έκλαιον του
- ΚΒΦ ΑΠΚ00 00 0022 018Έκλαιον πάντοτε αι δυστυχείς, | έκλαιον του Φαέθοντος αι αδελφαί, | κι επί εκάστης
- εκλαιόνταν (1)
- ΣΛΜ ΜΠΑ01 00 0001 355τον γαλάζιον ουρανό, | και εκλαιόνταν με την τύχη | και με τ’ άστρο το κακό,