Αχελώος
Ο Αχελώος θεωρείται γιος του Ωκεανού και της Τηθύος, πρωτότοκος αδελφός τριών χιλιάδων αδελφών-ποταμών. Άλλοτε λογαριάζεται γιος του Τιτάνα Ήλιου και της Γης, ή του Ποσειδώνα. Του αποδίδονται πολλοί έρωτες, με τη Μούσα Μελπομένη αλλά και με άλλες Μούσες, και πολλές κόρες-πηγές, την Πειρήνη στην Κόρινθο, την Κασταλία στους Δελφούς, τη Δίρκη στη Θήβα, την Καλλιρρόη. Και ακόμη τις Σειρήνες. (Εικ. 23)
Λεγόταν ότι η αρχική ονομασία του ποταμού ήταν Φόρβας αλλά μετονομάστηκε όταν ένας νέος, ο Αχελώος, την ώρα που διέσχιζε τα νερά του, χτυπήθηκε από βέλος και πέθανε. Πάντως, η ετυμολογία του ονόματός του ταυτίζεται με την υδάτινη φύση του.
Ο Αχελώος, ο θεός του μακρύτερου ποταμού στον ελληνικό χώρο, που διέτρεχε την Αιτωλία, έπαιρνε τη μορφή ταύρου , φιδιού με κεφάλι Σατύρου ή/και Κενταύρου ή ταύρου με κεφάλι ανθρώπου, κένταυρου, ιχθυοειδούς όντος. Οι περιπέτειές του αποτυπώθηκαν σε πολλά αττικά αγγεία του 6ου και του 5ου αι. π.Χ., αλλά και σε έργα των Ετρούσκων, που ήταν ιδιαίτερα αφοσιωμένοι σε αυτόν τον θεό, όπως αγγεία, περικεφαλαίες, τρίποδες, κοσμήματα. (Εικ. 24, 25, 26, 27, 28, 29, 30)
Μύθοι συνδέουν τον Αχελώο με τον Διόνυσο και τον Ηρακλή μέσω του Οινέα, του βασιλιά της Καλυδώνας στην Αιτωλία. Πιο συγκεκριμένα:
Λεγόταν ότι ο Διόνυσος έκανε δώρο στον Οινέα την πρώτη ρίζα αμπέλου που φύτρωσε στην Ελλάδα και ότι ένας δούλος του βασιλιά, ο Ορίστας ή και ο Στάφυλος, πρόσεξε πως ένας τράγος από το κοπάδι έτρωγε τους καρπούς του φυτού που ο ίδιος δεν γνώριζε. Ο βοσκός μάζεψε μερικούς από αυτούς του καρπούς, έστυψε τον χυμό τους και τον ανακάτεψε με το νερό του ποταμού Αχελώου. Ο Οινέας έδωσε στο ποτό το όνομά του.
Την κόρη του Οινέα Διηάνειρα θέλησε να πάρει ο γείτονάς του Αχελώος. Εκείνη όμως δεν ήθελε έναν τόσο άβολο σύζυγο. Γι' αυτό δέχτηκε για σύζυγο τον Ηρακλή που όμως έπρεπε να τη διεκδικήσει από τον Αχελώο σε μια πάλη που θυμίζει την πάλη του Θησέα με τον Μινώταυρο. Πρόκειται για ένα γαμήλιο διαγωνισμό διεκδίκησης της νύφης, ένας αθλητικός αγώνας με διαιτητή την Αφροδίτη, που όμως έχει ξεφύγει από τα ελεγχόμενα πλαίσια των συνηθισμένων αγώνων ανάμεσα σε μνηστήρες ή ανάμεσα στον μνηστήρα και τον πατέρα της κόρης. (Σοφ., Τραχ. 497-539)
Σε ερυθρόμορφο κρατήρα με κιονόσχημες λαβές, 460-450 π.Χ., ο Ηρακλής παριστάνεται με το ρόπαλο υψωμένο να έχει ξεριζώσει το ένα κέρατο του Αχελώου, που εδώ εμφανίζεται σαν ταύρος με κεφάλι ανθρώπινο. Από το στόμα του θεού-ποταμού τρέχει νερό, ενώ η Δηιάνειρα, με νυφική φορεσιά, παρακολουθεί (Εικ. 25, 26, 28, 29, 30). Ο Αχελώος θεώρησε ότι νικήθηκε και ζήτησε πίσω το κέρατο, δίνοντας ως αντάλλαγμα στον Ηρακλή το κέρας της Αμαλθείας, το οποίο είχε πάρει από την κόρη του Ωκεανού Αμάλθεια, και από το οποίο έβγαιναν ποτά και φαγητά. Ο Ηρακλής με τη σειρά του το έδωσε στους Καλυδώνιους και λατρεύτηκε στα βουνά ως θεός της γονιμότητας και της ευφορίας που μπορεί να επέλθει με την ορθολογική διευθέτηση και τον έλεγχο των υδάτων.[6] Στην ουσία, ο Ηρακλής λατρεύτηκε ως θεός χθόνιος. Εξάλλου, ο Ηρακλής διεκδίκησε τη Διηάνειρα, επειδή του το ζήτησε η ψυχή του Μελέαγρου, την οποία συνάντησε, όταν κατέβηκε στον Άδη για τον Κέρβερο. Επιπλέον, το κέρας της Αμαλθείας το κρατά και ο Πλούτωνας στο χέρι του, σε ερυθρόμορφη κύλικα του ζωγράφου Q, αρχές του 4ου αι.,[7] καθώς ο Ηρακλής τον κουβαλά στην πλάτη του για να τον ανεβάσει στον επάνω κόσμο, αλλά και σε ερυθρόμορφη πελίκη (430-430 π.Χ.). Ο θεός του κάτω κόσμου είναι και θεός της ευφορίας, της βλάστησης και της γονιμότητας, τον οποίον επικαλούνται οι γεωργοί, για να φυτρώσει ο σπόρος της Δήμητρας.
Πάλι σε αναθηματικό ανάγλυφο, των αρχών του 1ου αι. π.Χ., οι Νύμφες εμφανίζονται με τον Ερμή, τον Αχελώο και τον Πάνα (Εικ. 34, 35, 36). Ο Πάνας και ο Ερμής συνοδεύουν τις Νύμφες και υποδηλώνουν τη ζωή τους στο ύπαιθρο. Ο Ερμής όμως είναι και ψυχοπομπός. Επιπλέον, ο βωμός μπροστά στον προσωποποιημένο Αχελώο δηλώνει τράπεζα προσφορών και το όλο ανάγλυφο θυμίζει είσοδο σπηλιάς. Το σκηνικό στο σύνολο του μας επιτρέπει να εικάσουμε ότι έχουμε καλλιτεχνική απόδοση ενός συγκεκριμένου μύθου. Όταν τέσσερις Νύμφες θυσίαζαν στις όχθες του Αχελώου, λησμόνησαν να επικαλεστούν τον θεό-ποταμό. Οργισμένος ο θεός ανέβασε τα νερά του και τις παρέσυρε στη θάλασσα, όπου έγιναν νησιά -οι Εχινάδες Νήσοι. Επειδή όμως τα νησιά είναι πέντε, ο μύθος συμπληρώνει ότι το πέμπτο νησί ήταν μια κοπέλα, η Περιμήλη, την οποία διέφθειρε ο Αχελώος. Όταν ο πατέρος της Ιπποδάμας, θυμωμένος, την έριξε στον ποταμό τη στιγμή που επρόκειτο να φέρει στον κόσμο ένα παιδί, ο Αχελώος ικέτεψε τον Ποσειδώνα να σώσει τη νέα γυναίκα, και εκείνος τη μεταμόρφωσε σε νησί. Από άποψη εικαστική το ανάγλυφο είναι αρχαϊστικό στην απεικόνιση των Νυμφών, ενώ κατά τ' άλλα ακολουθεί το τυπικό των αναγλύφων του 4ου αι. Ο αρχαϊσμός αυτός μπορεί να είναι διακοσμητικός, γραφικός, γοητευτικός, νοσταλγικός, ή να εκφράζει ένα θρησκευτικό συντηρητισμό και μια τάση για ανάκληση αρχαίων, σεβαστών τύπων.
Στον κρατήρα του Δερβενίου ένα από τα προσωπεία που στολίζουν τον οφθαλμό της ελικωτής λαβής στην Α όψη είναι του «ταυρόκερω θεού» (Εικ. 37, 38). Δύο μικρά κέρατα και δύο μεγάλα ζωόμορφα αυτιά το χαρακτηρίζουν, ενώ το πρόσωπο πλαισιώνεται από «κοντά φλογωτά βοστρυχίδια» για μαλλιά και από γένι με «κυματιστές φωτοσκιασμένες εγχαράξεις που δημιουργούν την εντύπωση της υγρότητας». Ο γερμανός μελετητής H. P. Isler, στη μονογραφία του για τον Αχελώο και τους εικονογραφικούς τύπους του θεού-ποταμού ταύτισε το συγκεκριμένο προσωπείο με του Αχελώου και τον συσχέτισε με τον Ηρακλή, που αναγνωρίζεται στο προσωπείο με τη λεοντοκεφαλή, και τον μύθο στον οποίο αναφερθήκαμε λίγο πιο πάνω. Βλ. και (Εικ. 39, 40, 41)
Σε φωτογραφία του 1912 διασώζεται μπρούτζινο ειδώλιο του Αχελώου από την Οιχάλια της Ευβοίας (δεύτερο τέταρτο του 5ου αι. π.Χ.). (Εικ. 42) Ο προσωποποιημένος ποταμός κρατά στο χέρι του το κέρας της Αμαλθείας και φορά γυναικείο πέπλο. Θεωρείται ότι η παρενδυσία αυτή ερχόταν να εξισορροπήσει την υπερβολική αρρενωπότητά του και ότι ο συνδυασμός αρσενικών και θηλυκών στοιχείων ήταν ένας τρόπος έκφρασης των ευεργετικών αλλά και καταστροφικών δυνάμεων του ποταμού.[8] Εξάλλου, και ο Ηρακλής είχε υπηρετήσει τη βασίλισσα Ομφάλη ντυμένος με γυναικεία ρούχα και κάνοντας οικιακές δουλειές.
6 Στα νομίσματα πολλών πόλεων, κυρίως από τη Μεγάλη Ελλάδα, απεικονίζεται ο ανθρωποκέφαλος ταύρος ως προσωποποίηση των ποτάμιων θεών και της αιώνιας αναγέννησης της φύσης.
7 Παρίσι, Εθνική Βιβλιοθήκη, 822.
8 Για το ειδώλιο εξαιρετικά ενδιαφέρουσα είναι η μελέτη της Mireille M. Lee (2006 και στη διεύθυνση http://www.ascsa.edu.gr/pdf/uploads/hesperia/25067990.pdf) Το ειδώλιο βρισκόταν στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας. Σήμερα θεωρείται χαμένο.