πολεμική άρνηση |
Λεξικό γλωσσολογικών όρων |
σημασιολογία |
denial |
πολιτικός λόγος |
Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
πραγματολογία |
political discourse |
πολυγλωσσία στην Ε.Ε. |
Εγκυκλοπαιδικός οδηγός για τη γλώσσα, Εγκυκλοπαιδικός οδηγός για τη γλώσσα |
κοινωνιογλωσσολογία, κοινωνιολογία της γλώσσας |
multilingualism in E.U. |
πολυγλωσσία-πολύγλωσσο περιβάλλον |
Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
κοινωνιογλωσσολογία, κοινωνιολογία της γλώσσας |
multilingualism-multilingual environment |
πολυγραμματισμοί |
Λεξικό γλωσσολογικών όρων, Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας, Εγκυκλοπαιδικός οδηγός για τη γλώσσα |
γραμματισμός |
multiliteracies |
πολυλεκτικά λεξήματα |
Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
λεξικολογία, μορφολογία |
multiword lexemes |
πολυλεκτικά σύνθετα |
Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
λεξικολογία, μορφολογία |
multiword compounds |
πολυσημία |
Λεξικό γλωσσολογικών όρων, Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας, Νεοελληνική Γραμματική και Συγκριτική ("Αντιπαραθετική") Ανάλυση |
σημασιολογία, γνωσιακή γλωσσολογία |
polysemy |
πολυτονικό σύστημα |
Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας, Νεοελληνική Γραμματική και Συγκριτική ("Αντιπαραθετική") Ανάλυση |
υπερτεμαχιακά στοιχεία, γραφή |
polytonic accentuation system |
πολυτροπικότητα |
Λεξικό γλωσσολογικών όρων, Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
σημειολογία |
multimodality |
πομπός-δέκτης |
Νεοελληνική Γραμματική και Συγκριτική ("Αντιπαραθετική") Ανάλυση |
γενική γλωσσολογία, επικοινωνία |
sender-receiver |
ποσοδείκτης |
Λεξικό γλωσσολογικών όρων |
σημασιολογία, μορφολογία |
quantifier |
ποσοτική έκταση |
Λεξικό γλωσσολογικών όρων |
φωνητική, φωνολογία |
quantitative lengthening |
πραγματολογία |
Λεξικό γλωσσολογικών όρων, Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας, Νεοελληνική Γραμματική και Συγκριτική ("Αντιπαραθετική") Ανάλυση |
πραγματολογία |
pragmatics |
πραγματολογική συνεπαγωγή |
Λεξικό γλωσσολογικών όρων |
σημασιολογία, πραγματολογία |
pragmatic entailment |
πραγματολογικοί υποθετικοί λόγοι |
Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
σύνταξη, σημασιολογία |
predictive conditionals |
πράξη αναφοράς |
Λεξικό γλωσσολογικών όρων |
πραγματολογία, φιλοσοφία της γλώσσας |
propositional act |
πράξη εκφώνησης / εκφωνηματική πράξη |
Λεξικό γλωσσολογικών όρων |
πραγματολογία, φιλοσοφία της γλώσσας |
utterance act |
προγνωστικοί υποθετικοί λόγοι |
Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
σύνταξη, σημασιολογία |
pragmatic conditionals |
πρόθεση |
Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
μορφολογία, σύνυαξη |
preposition |
προθετική φράση |
Λεξικό γλωσσολογικών όρων, Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
σύνταξη |
prepositional phrase |
προθετικότητα |
Λεξικό γλωσσολογικών όρων |
φιλοσοφία της γλώσσας, πραγματολογία |
intentionality |
πρόθημα |
Λεξικό γλωσσολογικών όρων, Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας, Νεοελληνική Γραμματική και Συγκριτική ("Αντιπαραθετική") Ανάλυση |
μορφολογία |
prefix |
προθηματοποίηση |
Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
μορφολογία |
prefixation |
προκείμενη (συλλογισμού) |
Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
σημασιολογία, γένη/είδη λόγου |
premise |