ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός 

Η διδασκαλία της νέας ελληνικής ως ξένης/δεύτερης γλώσσας [Ε9] 

Νιόβη Αντωνοπούλου - Δήμητρα Μανάβη (2001) 

Κείμενο 5: Ευσταθιάδης, Σ., Ν. Αντωνοπούλου, Σ. Βογιατζίδου, Δ. Μανάβη. 1998. Από το Κεφάλαιο 1 του Επιπέδου-Κατώφλι για τα Νέα Ελληνικά. Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, Συμβούλιο της Ευρώπης.

ΣΤΟΧΟΙ ΣΤΗΝ ΕΚΜΑΘΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

Για να οριστούν οι στόχοι στην εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας χρησιμοποιήθηκαν τέσσερις παράμετροι:

  • α. Tο γενικό θεωρητικό πλαίσιο για το Threshold Level, όπως αυτό διατυπώθηκε κυρίως από τον J. A. van Ek.
  • β. Οι αρχές της Επικοινωνιακής Προσέγγισης στη γλωσσική διδασκαλία.
  • γ. Η ανάλυση γλωσσικών αναγκών που πραγματοποιήθηκε με τη μέθοδο του ερωτηματολογίου σ' ένα αριθμητικά αντιπροσωπευτικό δείγμα, για τους σκοπούς της σύνταξης του Επιπέδου Κατώφλι για τα Ελληνικά (Κ.Ν.Ελ.).
  • δ. H εμπειρία των μελών της ομάδας από την πολύχρονη διδασκαλία της ελληνικής ως ξένης γλώσσας σε μεγάλο αριθμό και ποικιλία σπουδαστών.

Θα αναφερθούμε σύντομα και όχι αναλυτικά στην καθεμιά από αυτές τις παραμέτρους, που μας οδήγησαν στην επιλογή, ταξινόμηση και ιεράρχηση των στόχων στην εκμάθηση της ελληνικής ως ξένης γλώσσας, και στην τελική διαμόρφωση του Κ.Ν.Ελ.

α. Γενικό θεωρητικό πλαίσιο για το Threshold Level

Βασικό χαρακτηριστικό του θεωρητικού μοντέλου του Threshold Level είναι ότι προσεγγίζει τη γλωσσική ικανότητα επιτέλεσης όσον αφορά την ξένη γλώσσα ως "δεξιότητα" και όχι ως "γνώση". Περιγράφει δηλαδή τι πρέπει ο χρήστης μιας ξένης γλώσσας να μπορεί να κάνει με τη γλώσσα, και μόνο δευτερευόντως και ως συνέπεια αυτού ορίζει τα γλωσσικά στοιχεία που πρέπει να ξέρει (λέξεις, συντακτικές δομές, κλπ.), ώστε να μπορεί να κάνει αυτά που έχουν περιγραφεί. Στηρίζεται στη βασική αρχή ότι, στη γλωσσική εκπαίδευση του ενήλικου πληθυσμού, έχει πρωταρχική σημασία να αποκτήσουν οι μαθητές την ικανότητα να πραγματοποιούν τις δραστηριότητες που θέλουν. Να επικοινωνούν δηλαδή με τους φυσικούς ομιλητές μιας άλλης γλώσσας ή με άτομα που μιλούν τη συγκεκριμένη γλώσσα, αλλά προέρχονται από μια άλλη χώρα· σε ζητήματα καθημερινής πρακτικής, να έχουν κοινωνικές επαφές με επιτυχία, να εκφράζουν συναισθήματα, απόψεις και έννοιες, να ανταλλάσσουν πληροφορίες και εμπειρίες. Συνεπώς οι στόχοι που θα περιγραφούν για την εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας πρέπει να ορίζονται με βάση αυτή την αρχή, με βάση δηλαδή τις μορφές συμπεριφοράς που θέλει να είναι σε θέση να επιδείξει ο σπουδαστής στη συγκεκριμένη γλώσσα. Αυτή η περιγραφή φυσικά δεν μπορεί να έχει εξαντλητικό χαρακτήρα αφού οι χρήσεις της γλώσσας δεν είναι δυνατό ούτε να προβλεφτούν ούτε να περιγραφούν απόλυτα. Επίσης οι συνθήκες μέσα στις οποίες πραγματοποιείται η διαδικασία της γλωσσικής εκμάθησης ποικίλλουν εξαιρετικά. Έτσι η περιγραφή δεν μπορεί να έχει απόλυτο και μονολιθικό χαρακτήρα. Ωστόσο το μοντέλο του Threshold Level αισιοδοξεί να προσφέρει στους ανθρώπους που ασχολούνται με τη γλωσσική διδασκαλία ή την ανάπτυξη γλωσσικών προγραμμάτων ένα στέρεο έδαφος, για να διασαφηνίσουν τις αρχές πάνω στις οποίες θα στηριχτούν για να κάνουν το γλωσσικό σχεδιασμό και να θέσουν κατάλληλους στόχους στην εκμάθηση μιας γλώσσας. Κάτι τέτοιο είναι πολύτιμο γιατί δίνει στους διδάσκοντες σαφείς κατευθύνσεις στην προετοιμασία του γλωσσικού μαθήματος και του γλωσσικού υλικού. Η θέση λοιπόν που αποκτά η συντακτική και μορφολογική δομή της γλώσσας καθώς και το λεξιλόγιο δεν είναι αυτόνομη. Η γνώση της γλωσσικής δομής δεν αποτελεί αυτοσκοπό μέσα σ' αυτό το μοντέλο, αλλά απλώς ένα εργαλείο που εξυπηρετεί την επιτέλεση των γλωσσικών λειτουργιών.

Κατά συνέπεια, οι στόχοι τους οποίους ορίζει και περιγράφει το μοντέλο αυτό βασίζονται και αποβλέπουν στις ανάγκες των ανθρώπων που μαθαίνουν την ξένη γλώσσα. Γι' αυτό τον λόγο προσδιορίζεται καταρχήν η κατηγορία των μαθητών προς τους οποίους απευθύνεται.

Το μοντέλο του Threshold Level δεν απευθύνεται σε κάποιες εξειδικευμένες ομάδες σπουδαστών με ιδιαίτερες γλωσσικές ανάγκες, αλλά στο ευρύτερο πλήθος των ενήλικων δυνάμει σπουδαστών μιας ξένης γλώσσας, οι οποίοι επιθυμούν να αποκτήσουν την ικανότητα να επικοινωνούν με άλλους ομιλητές (φυσικούς ή μη) αυτής της γλώσσας σε καθημερινές καταστάσεις επικοινωνίας και σε θέματα γενικού ενδιαφέροντος. Αυτοί οι σπουδαστές επιδιώκουν να κατακτήσουν ένα επίπεδο επιβίωσης ως τουρίστες, επισκέπτες, προσωρινοί κάτοικοι, αλλά επίσης επιδιώκουν να είναι σε θέση να δημιουργήσουν φιλικές και κοινωνικές σχέσεις με επιτυχία. Το κίνητρο και το ενδιαφέρον τους για τη γλώσσα είναι κατά κύριο λόγο πρακτικό και όχι θεωρητικό. Η ανάλυση γλωσσικών αναγκών αυτής της πολυπληθούς ομάδας σπουδαστών οδήγησε στη διαμόρφωση και την ταξινόμηση των στόχων εκμάθησης πάνω στους ακόλουθους άξονες:

  1. τις καταστάσεις επικοινωνίας στις οποίες θα χρησιμοποιηθεί η ξένη γλώσσα
  2. τα θέματα για τα οποία θα χρησιμοποιηθεί
  3. τις γλωσσικές λειτουργίες στις οποίες θα εμπλακεί ο σπουδαστής
  4. τις γενικές και ειδικές έννοιες τις οποίες ο σπουδαστής πρέπει να μπορεί να χειρίζεται
  5. τα γλωσσικά στοιχεία τα οποία πρέπει να μπορεί να χρησιμοποιεί για την έκφραση των παραπάνω
  6. τον βαθμό ικανότητας που θα πρέπει να επιδείξει ο σπουδαστής.

β. Αρχές της Επικοινωνιακής Προσέγγισης

Θα αναφερθούν εδώ τα σημεία που αφορούν τη διαμόρφωση των στόχων στην εκμάθηση της γλώσσας. Η Επικοινωνιακή Προσέγγιση έχει αναπτύξει αρχές που αφορούν τη μέθοδο διδασκαλίας, οι οποίες όμως δεν θα περιγραφούν εδώ. Ο σκοπός αυτής της εργασίας είναι να διαμορφώσει με συγκεκριμένο τρόπο το σύνολο των στόχων στην εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας ως ξένης/ δεύτερης, οι οποίοι πρέπει να είναι σαφείς και ορατοί. Ο τρόπος με τον οποίο έγινε αυτό, οι αρχές ή οι παράμετροι που χρησιμοποιήθηκαν δεν επιβάλλει ως υποχρεωτική κάποια συγκεκριμένη μέθοδο διδασκαλίας σ' αυτόν/ή που διδάσκει. Έτσι κι αλλιώς οι παράμετροι που οδηγούν στην επιλογή της μεθόδου είναι άλλες. Οι συνθήκες διδασκαλίας, ο χρόνος και ο χώρος, το πρόγραμμα, η ποικιλία των σπουδαστών, η προσωπικότητα του διδάσκοντος κλπ. είναι αυτά που προσδιορίζουν κάθε φορά τη μέθοδο διδασκαλίας.

Ως προς τη διαμόρφωση των στόχων στη γλωσσική εκπαίδευση, κεντρική θέση κατέχει η άποψη ότι η χρήση της γλώσσας είναι για διαπροσωπική επικοινωνία μέσα σε ένα συγκεκριμένο κοινωνικό περιβάλλον το οποίο ορίζεται από την κατάσταση της επικοινωνίας, από τον σκοπό της επικοινωνίας, το θέμα που διαπραγματεύεται αυτή, τους ρόλους των συνομιλητών κλπ.

Γίνεται διάκριση ανάμεσα στη διδασκαλία και τη μάθηση, και το ενδιαφέρον μετατοπίζεται από την πρώτη διεργασία στη δεύτερη διαδικασία. Επίκεντρο της προσοχής και του ενδιαφέροντος είναι ο σπουδαστής και η διεργασία της μάθησης, το τι συμβαίνει κατά τη διαδικασία της μάθησης και πώς αυτός ως υποκείμενο θα συμβάλει ενεργά σ' αυτήν τη διαδικασία.

Εντοπίζονται και ορίζονται οι πραγματικές επικοινωνιακές γλωσσικές ανάγκες αυτών που μαθαίνουν την ξένη γλώσσα, έτσι ώστε να υπάρχει κάποιος σκοπός στη διαδικασία της εκμάθησης που είναι ορατός και εφικτός και όχι αόριστος και νεφελώδης.

Οι γλωσσικές ανάγκες που εντοπίζονται συγκεκριμενοποιούνται και μορφοποιούνται σε πέντε άξονες:

  1. τις καταστάσεις/ συνθήκες μέσα στις οποίες χρησιμοποιείται η γλώσσα
  2. τη δραστηριότητα που επιτελείται με τη χρήση της γλώσσας
  3. το θέμα για το οποίο γίνεται λόγος
  4. τις γενικές καθώς και τις συγκεκριμένες έννοιες που εκφράζονται
  5. τα γλωσσικά στοιχεία που είναι απαραίτητα για την έκφραση των παραπάνω.

Καθώς είναι ορατή η τομή ανάμεσα στα δύο μοντέλα, το θεωρητικό μοντέλο της Επικοινωνιακής Προσέγγισης και το μοντέλο που χρησιμοποιήθηκε ως πλαίσιο για την ανάπτυξη του Βασικού Επιπέδου Γλωσσικής Συμπεριφοράς στις διάφορες γλώσσες, όπως και η υποστήριξη του ενός από το άλλο, δεν θα επεκταθούμε περισσότερο, αλλά θα εντοπίσουμε πάλι τα κεντρικά σημεία τα οποία αποτέλεσαν τη βάση για τη διαμόρφωση των στόχων εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας.

Η γλωσσική συμπεριφορά αναλύεται βασικά σε δύο επίπεδα:

  1. Γλωσσικές λειτουργίες
  2. Γλωσσικές έννοιες

Οι γλωσσικές λειτουργίες που πρέπει να μπορεί να επιτελέσει ο χρήστης της γλώσσας και οι γλωσσικές έννοιες που πρέπει να μπορεί να χειριστεί ορίζονται με βάση τα ακόλουθα:

  1. τις περιστάσεις επικοινωνίας στις οποίες θα εμπλακεί
  2. τους ρόλους (κοινωνικούς και ψυχολογικούς) που θα παίξει
  3. το είδος της γλωσσικής δραστηριότητας (προφορικός/ γραπτός λόγος, τηλέφωνο)
  4. τα θέματα με τα οποία θα ασχοληθεί.

Στη συνέχεια θα περιγραφεί αναλυτικά το σύνολο των στόχων εκμάθησης που ορίζονται για το Κ.Ν.Ελ., με βάση το παραπάνω θεωρητικό πλαίσιο. Σ' αυτό το σύνολο περιλαμβάνονται οι καταστάσεις μέσα στις οποίες πραγματοποιείται η διαδικασία της επικοινωνίας, οι δραστηριότητες που επιτελούνται με τη χρήση της γλώσσας, οι θεματικές περιοχές στις οποίες θα κινηθούν οι υποψήφιοι χρήστες της ελληνικής, οι γενικές καθώς και οι ειδικές έννοιες που πρέπει να είναι σε θέση να εκφράσουν και τέλος τα γλωσσικά στοιχεία που είναι απαραίτητα για την υλοποίηση των παραπάνω στόχων.

Καταστάσεις επικοινωνίας-θεματικές περιοχές

  1. Γλωσσικές λειτουργίες Έννοιες
  2. Γενικές Ειδικές
  3. Γλωσσικά στοιχεία

Στην περιγραφή των παραπάνω στόχων έχουν περιληφθεί και οι ρόλοι στους οποίους εμπλέκονται οι ομιλητές. Οι ρόλοι αυτοί μπορεί να είναι ψυχολογικοί και κοινωνικοί. Οι ψυχολογικοί ρόλοι είναι ρόλοι ισότητας, συμπάθειας, αντιπάθειας ή ουδέτεροι ρόλοι. Οι κοινωνικοί ρόλοι τους οποίους μπορεί να παίξουν οι ομιλητές είναι πολλοί και ποικίλοι (οικοδεσπότες, φιλοξενούμενοι, σπουδαστές, πελάτες, επισκέπτες, αυτοί που ρωτούν ή ζητούν κάτι, αυτοί που απαντούν ή δίνουν πληροφορίες κλπ.).

Αλλά και οι σχέσεις μεταξύ των ομιλητών μπορεί να είναι ποικίλες όπως ίσος προς ίσον σε πολλές καταστάσεις (φίλοι μεταξύ τους), ανώτερος προς κατώτερο (στο περιβάλλον της δουλειάς), αυτός που ξέρει κάτι και ο άλλος που ζητά να μάθει (στις επαφές τους με τις δημόσιες υπηρεσίες, ή στον δρόμο προσπαθώντας να βρει ποια κατεύθυνση πρέπει να πάρει για να πάει στο ταχυδρομείο π.χ., ή κάπου αλλού) κλπ.

Ακόμη λαμβάνεται υπόψη και ο τρόπος που γίνεται αυτή η επικοινωνία, δηλαδή, αν γίνεται πρόσωπο με πρόσωπο, από το τηλέφωνο, μέσω των μέσων μαζικής ενημέρωσης (ως ακροατής ή αναγνώστης), αλλά και το περιβάλλον μέσα στο οποίο διαδραματίζεται η κάθε επικοινωνιακή περίσταση (πανεπιστήμιο, δουλειά, δημόσιες υπηρεσίες, δρόμος).

Έτσι, οι επικοινωνιακές καταστάσεις και οι γλωσσικές λειτουργίες ορίζονται και σε σχέση με τους κοινωνικούς και ψυχολογικούς ρόλους που μπορεί να παίξει ο σπουδαστής. Οι θεματικές περιοχές με τις οποίες πρέπει να μπορεί να ασχοληθεί ο ομιλητής, σ' αυτό το επίπεδο της ελληνικής έχουν οριστεί ως εξής: αναγνώριση ταυτότητας, κατοικία, καθημερινή ζωή και δραστηριότητα, αγορά, διατροφή, μόρφωση/ εκπαίδευση, επαγγελματική ζωή, ελεύθερος χρόνος, διασκέδαση, ταξίδια, υγεία, σχέσεις με τους άλλους, δημόσιες υπηρεσίες, κοινωνικοπολιτική δομή, φυσικό περιβάλλον, καιρικές συνθήκες.

Τα θέματα με τα οποία ασχολείται ο χρήστης κατά την επιτέλεση γλωσσικών λειτουργιών σε μια κατάσταση επικοινωνίας καθορίζουν και την επιλογή των εννοιών. Υπάρχει δηλαδή συσχετισμός μεταξύ των γλωσσικών λειτουργιών και των ρόλων, των επικοινωνιακών καταστάσεων, των θεματικών περιοχών, των εννοιών και των γλωσσικών σχημάτων που τα εκφράζουν.

Οι έννοιες χωρίζονται σε γενικές και ειδικές. Οι ειδικές καθορίζονται άμεσα από την επιλογή ενός θέματος (π.χ. υγεία, γιατρός, άρρωστος, φάρμακα), ενώ οι γενικές έννοιες είναι κατάλληλες για ένα μεγάλο αριθμό θεμάτων και καταστάσεων (π.χ. παρουσία, απουσία, κτήση, χρόνος κλπ.). Ο σπουδαστής μπορεί να τις χρησιμοποιήσει σε μεγαλύτερο φάσμα καταστάσεων από αυτές που μπορούν να προβλεφτούν.

Οι λίστες των γενικών και ειδικών εννοιών και οι διάφορες κατηγοριοποιήσεις τους αναλύουν τα νοήματα που ο χρήστης της γλώσσας πρέπει να είναι σε θέση να χειρίζεται χρησιμοποιώντας την ελληνική και προτείνονται επιλογές γλωσσικών μορφών που εκφράζουν αυτές τις έννοιες (π.χ. στην έννοια "μήκος" δίνονται τα μετρώ, παίρνω μέτρα αλλά και τα εκατοστό, μέτρο, κοντός, ενώ στην έννοια "μουσεία" δίνονται οι λέξεις: πίνακας, άγαλμα, κλειστός, ανοίγω, διαρκώ).

Στο τέλος αυτού του μέρους της εργασίας παρουσιάζονται και αναλύονται τα γλωσσικά στοιχεία συντακτικής δομής και λεξιλογίου που πρέπει να κατέχει ο ομιλητής της γλώσσας σ' αυτό το επίπεδο, ώστε να είναι ικανός να επιτελεί τις γλωσσικές λειτουργίες, να χειρίζεται τις θεματικές περιοχές και να χρησιμοποιεί τις έννοιες μέσα στις καταστάσεις επικοινωνίας όπως αυτά περιγράφονται στο Κ.Ν.Ελ. Η επιλογή των γλωσσικών τύπων (λέξεων και γραμματικών δομών) απορρέει από τους στόχους που ορίζονται όσον αφορά τις γλωσσικές λειτουργίες, τα θέματα, τις έννοιες, τις συνθήκες και συγχρόνως αποτελεί την προϋπόθεση για την επιτέλεσή τους.

Η τελική διαμόρφωση και επιλογή των στόχων βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στα αποτελέσματα της ανάλυσης γλωσσικών αναγκών των σπουδαστών της ελληνικής γλώσσας που πραγματοποιήθηκε με τη μέθοδο του ερωτηματολογίου, καθώς και στην πολύχρονη εμπειρία των μελών της ομάδας από τη διδασκαλία της ελληνικής ως ξένης/ δεύτερης γλώσσας στο Σχολείο Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Προφανώς δεν μπορεί κανείς να προβλέψει τι ακριβώς θα κάνει ένας ομιλητής με τη γλώσσα από τη στιγμή που έχει μάθει να τη χρησιμοποιεί σε κάποιο επίπεδο. Ως ένα βαθμό οι επιλογές αυτών που διαμορφώνουν το Επίπεδο - Κατώφλι για κάθε γλώσσα έχουν ένα στοιχείο αυθαιρεσίας, καθώς δεν μπορούν να προβλέψουν το απρόβλεπτο, αλλά ούτε και το σύνολο της γλωσσικής συμπεριφοράς ενός μελλοντικού χρήστη.

Ωστόσο, στην περίπτωση της ελληνικής γλώσσας, σε σύγκριση με το Επίπεδο - Κατώφλι άλλων γλωσσών, το στοιχείο της αυθαιρεσίας και του τυχαίου περιορίζεται σε μεγάλο βαθμό από την εικόνα για τις γλωσσικές ανάγκες των σπουδαστών, που έδωσε η στατιστική επεξεργασία των αποτελεσμάτων του ερωτηματολογίου.

Το Κ.Ν.Ελ. θα είναι χρήσιμο:

  1. στους διδάσκοντες την ελληνική ως ξένη ή δεύτερη γλώσσα
  2. στους συγγραφείς διδακτικών εγχειριδίων
  3. σε όσους ασχολούνται με τον σχεδιασμό γλωσσικών προγραμμάτων
  4. σε όσους ασχολούνται με την ανάπτυξη αναλυτικών προγραμμάτων
  5. σε όσους ασχολούνται με την ανάπτυξη θεμάτων αξιολόγησης.

ΣΤΟΧΟΙ: ΕΠΙΠΕΔΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗΣ

Ο στόχος στον οποίο πρέπει να προσβλέπουν οι διδάσκοντες και οι διδασκόμενοι την ελληνική γλώσσα θα παρουσιαστεί σε τρία επίπεδα περιγραφής:

  • Ι. Γενική περιγραφή
  • ΙΙ. Εκτενής περιγραφή
  • ΙΙΙ. Εξειδίκευση

Στο πρώτο επίπεδο περιγράφεται ο γενικός προσανατολισμός που πρέπει να έχει και ο στόχος τον οποίο πρέπει να επιδιώκει τόσο αυτός που διδάσκει όσο και αυτός που μαθαίνει την ελληνική γλώσσα.

Στο δεύτερο επίπεδο καταγράφονται αναλυτικά οι περιστάσεις επικοινωνίας στις οποίες πιθανότατα θα βρεθούν οι υποψήφιοι ομιλητές της ελληνικής γλώσσας, καθώς και οι ρόλοι στους οποίους πιθανότατα θα εμπλακούν, π.χ. "φιλοξενία": ως οικοδεσπότης και ως καλεσμένος. Επίσης αυτό το επίπεδο περιγραφής ορίζει τις ικανότητες που πρέπει να αναπτύξει ο ομιλητής για την κατανόηση γραπτού ή προφορικού κειμένου, τα στοιχεία πολιτισμού που πρέπει να γνωρίζει, καθώς επίσης και άλλους γλωσσικούς ή μη γλωσσικούς τύπους συμπεριφοράς που πρέπει να αποκτήσει. Αυτό το επίπεδο περιγραφής απευθύνεται τόσο στους ανθρώπους που διδάσκουν την ελληνική γλώσσα όσο και στους σπουδαστές.

Στο τρίτο επίπεδο, δηλαδή της εξειδίκευσης, δίνεται μια πλήρης περιγραφή των γλωσσικών δραστηριοτήτων τις οποίες πρέπει να μπορεί να επιτελεί ο υποψήφιος ομιλητής της ελληνικής γλώσσας. Αυτό το επίπεδο περιγραφής απευθύνεται κυρίως σε ανθρώπους που σχεδιάζουν γλωσσικά προγράμματα, γλωσσικό υλικό, ετοιμάζουν εξετάσεις αξιολόγησης κλπ.

Τελευταία Ενημέρωση: 16 Ιούν 2010, 13:17