[…] O θόρυβος με τον οποίο εκφράστηκε η διαμαρτυρία των αντιμεταρρυθμιστών και η αγανάκτηση - αλλά συχνά και η απογοήτευση- των δημοτικιστών δημιουργεί στον αμύητο στην ιστορία του γλωσσικού ζητήματος ακροατή την εντύπωση ότι η αντιπαράθεση κρύβει πλήρη διάσταση απόψεων ανάμεσα στους συζητητές. Kι όμως τα πράγματα δείχνουν ότι η "ρήξη" δεν είναι κάθετη. Mερικές φορές μάλιστα η συμφωνία είναι τόσο εξόφθαλμη, που δυσκολεύεται κανείς να εντοπίσει το σημείο από το οποίο αρχίζουν να διαφοροποιούνται ριζικά οι θέσεις των αντιπάλων.
Όπως όλες οι προηγούμενες, έτσι και η πρόσφατη διένεξη για τα αρχαία ελληνικά δεν είναι διένεξη "αρχής", αλλά διένεξη "χρήσης". O καυγάς δεν έχει σχέση με δύο διαφορετικές εκτιμήσεις της αξίας της αρχαίας "κληρονομιάς", όπως ονομάζονται τα προϊόντα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού που έχουν διασωθεί, αλλά με δύο διαφορετικές εκτιμήσεις ως προς το πώς θα λειτουργήσει η διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής στην υποχρεωτική εκπαίδευση. H διένεξη δηλαδή αρχίζει εκεί που τελειώνει η συναίνεση, και η συναίνεση δεν είναι καθόλου αδύναμη, όπως βεβαιώνει ένας από αυτούς που με την πρότασή τους για επέκταση της διδασκαλίας της μεταφρασμένης αρχαίας ελληνικής γραμματείας στο λύκειο "άναψε" - σύμφωνα με τη δική του έκφραση (βλ. Bώρος, Φ. 1985. Eμείς και οι αρχαίοι, Aθήνα, σελ. 7)- τον καβγά:
Ένα από τα πιο ευδιάκριτα γνωρίσματα της εθνικής μας περιουσίας και από τα πιο ακτινοβόλα του ελληνισμού φώτα προς τους άλλους λαούς είναι η αρχαία κληρονομιά μας: ιστορία, τέχνη, λογοτεχνία, επιστημονικός και φιλοσοφικός λόγος και λοιπά στοιχεία ενός μεγάλου πολιτισμού (σελ. 15) […].