Διδασκαλία - Εκπαίδευση 

Ψηφιακές πρακτικές γραμματισμού των εφήβων 

 

Μέρος ΙΙΙ. Γενικά συμπεράσματα

# Μια πρώτη διαπίστωση έχει σχέση με το εύρος της χρήσης των ΤΠΕ από τα παιδιά του δείγματος. Από τα αποτελέσματα είναι εμφανές ότι οι ΤΠΕ χρησιμοποιούνται ευρύτατα από τα παιδιά εκτός σχολείου ως ψυχαγωγικά μέσα και ως μέσα πρακτικής γραμματισμού. Το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό των παιδιών διαθέτει υπολογιστή στο σπίτι, αλλά και τα παιδιά που δεν έχουν χρησιμοποιούν τους υπολογιστές είτε σε φιλικά και συγγενικά σπίτια είτε σε Ίντερνετ καφέ. Στα ίδια υψηλά ποσοστά τα παιδιά είναι εξοικειωμένα με τη χρήση βασικών εργαλείων παραγωγής και πρόσληψης λόγου, όπως τα ΠΕΚ και το διαδίκτυο. Ο συσχετισμός με άλλες έρευνες -που δημοσιεύονται κατά καιρούς στον τύπο και δείχνουν εξαιρετικά πιο χαμηλά ποσοστά διείσδυσης των ΤΠΕ στην ελληνική κοινωνία- μπορεί να οδηγήσει σε δύο διαπιστώσεις: τη στενότερη σχέση των ψηφιακών μέσων με την εφηβική ηλικία και τις καθημερινές πρακτικές της και τη διάθεση της ελληνικής οικογένειας να επενδύσει στον υπολογιστή ως μέσο με σημαντικό ρόλο για το μέλλον των παιδιών. Και οι δύο αυτές διαπιστώσεις καταγράφονται με σαφήνεια από τα ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία της έρευνας. Αξίζει να τονιστεί εδώ περισσότερο η διαπίστωση ότι, ενώ σε επίπεδο μέσου όρου ένα μικρό ποσοστό γονιών εκθέτει τα παιδιά σε ψηφιακές πρακτικές γραμματισμού με τις ΤΠΕ από μικρή ηλικία, το μεγαλύτερο ποσοστό συνδέει την αγορά υπολογιστή με την είσοδο των παιδιών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

  1. Βέβαια, η διάθεση αυτή της ελληνικής οικογένειας δεν είναι ενιαία. Από τα αποτελέσματα είναι εμφανές ότι από τη στιγμή που οι ΤΠΕ συνδέονται με το σχολικό παρόν και κυρίως το επαγγελματικό μέλλον των παιδιών αντανακλώνται στην έκταση και στον τρόπο χρήση τους κοινωνικοπολιτισμικές μεταβλητές, όπως το επάγγελμα και το μορφωτικό επίπεδο των γονιών. Πράγματι, από όλες σχεδόν τις διασταυρώσεις είναι εμφανές ότι τα παιδιά από κοινωνικά στρώματα με υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο, με οικονομική άνεση και εργασίες στον τομέα των υπηρεσιών επενδύουν σε μεγαλύτερα ποσοστά στη επένδυση των ΤΠΕ ως σημαντικού μέσου για το μέλλον των παιδιών τους. Αυτό εκδηλώνεται με ποικίλους τρόπους. Καταρχήν με την εξασφάλιση των κατάλληλων τεχνικών προϋποθέσεων: στα παιδιά του μεγαλύτερου μέρους αυτών των κοινωνικών στρωμάτων οι υπολογιστές στο σπίτι αλλά και η σύνδεση με το διαδίκτυο θεωρούνται περισσότερο ως δεδομένα, σε σχέση με τα άλλα παιδιά. Επίσης, η χρονική διάρκεια επαφής με τους υπολογιστές είναι μεγαλύτερη, αφού τους έχουν στη διάθεσή τους από μικρότερες ηλικίες. Τέλος, υπάρχει μεγαλύτερη φροντίδα από τους γονείς για το ποιοτικό σκέλος των πρακτικών στις οποίες εμπλέκονται τα παιδιά τους με τη χρήση των ψηφιακών μέσων.
  2. Διαφορές εντοπίζονται επίσης και με άλλες μεταβλητές, όπως ο τόπος κατοικίας των παιδιών και η μητρική τους γλώσσα. Τα παιδιά των μεγαλύτερων αστικών κέντρων φαίνεται να έχουν προβάδισμα έναντι αυτών από μικρότερα επαρχιακά και ημιαστικά κέντρα σε ποσοτικές κυρίως παραμέτρους, όπως η κατοχή υπολογιστή και η χρήση του διαδικτύου. Επίσης, τα παιδιά των οποίων οι γονείς μιλούν κάποια γλώσσα μετανάστευσης υστερούν ποσοτικά στην κατοχή υπολογιστών και στη σύνδεση με το διαδίκτυο.
  3. Οι παραπάνω διαπιστώσεις τείνουν να επιβεβαιώσουν τη συχνή επισήμανση περί ενός νέου χάσματος, του αποκαλούμενου συχνά ως 'ψηφιακού χάσματος'. Από την παρούσα έρευνα προκύπτει ότι τα πράγματα είναι πιο πολύπλοκα και αυτό γίνεται εμφανέστερο όσο περισσότερο εξετάζουμε ποιοτικές διαστάσεις της χρήσης των ΤΠΕ. Αν λοιπόν προχωρήσουμε στο είδος των πρακτικών στις οποίες εμπλέκονται οι έφηβοι με τα νέα μέσα, διαπιστώνουμε δύο κατηγορίες χρήσεων: η μία είναι κοινή για όλα σχεδόν τα παιδιά και έχει σχέση με ψυχαγωγικού τύπου πρακτικές, όπως τα παιδικά παιχνίδια, η μουσική, και η αναζήτηση πληροφοριών στο διαδίκτυο που έχουν σχέση με τα προσωπικά ενδιαφέροντα των παιδιών (αθλητικές σελίδες ομάδων, σελίδες μουσικών συγκροτημάτων, παίξιμο ηλεκτρονικών παιχνιδιών κλπ.)· η άλλη ενσωματώνει τις ΤΠΕ σε καθημερινές πρακτικές που συνδέονται ή έχουν στενότερη σχέση με τη σχολική λογική, όπως η συγγραφή κειμένων και παρουσιάσεων, η αναζήτηση πληροφοριών στο διαδίκτυο για 'σοβαρά' τρέχοντα ζητήματα κλπ. Η πρώτη κατηγορία πρακτικών είναι αρκετά διαδεδομένη σε όλα σχεδόν τα παιδιά. Η δεύτερη κατηγορία υιοθετείται περισσότερο από παιδιά που προέρχονται από 'μεσαία και ανώτερα κοινωνικομορφωτικά στρώματα'. Θα μπορούσαμε ακριβέστερα να πούμε ότι στον τρόπο αξιοποίησης των ΤΠΕ αντανακλώνται συχνά πτυχές που σχετίζονται με την εγγράμματη ταυτότητα των εφήβων: παιδιά που έχουν ως κύρια ενασχόλησή τους συγκεκριμένου τύπου εξωσχολικές ενασχολήσεις είναι πολύ φυσικό να αναζητούν ανάλογες εφαρμογές και επεκτάσεις με την αξιοποίηση και των νέων μέσων. Ενδεικτικό παράδειγμα είναι τα κορίτσια, τα οποία παρότι υστερούν ποσοτικά στη χρήση των υπολογιστών, αξιοποιούν τους Η/Υ πολύ περισσότερο σε πρακτικές της δεύτερης κατηγορίας. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι έχουν συνολικά καλύτερες επιδόσεις στο σχολείο.
  4. Τα παιδιά είναι στην συντριπτική τους πλειοψηφία εξοικειωμένα με την τεχνική διάσταση της αξιοποίησης των υπολογιστών ως μέσων πρακτικής γραμματισμού. Γνωρίζουν δηλαδή τις συμβάσεις της γραφής ενός κειμένου σε ηλεκτρονικά περιβάλλοντα, τις συμβάσεις της αναζήτησης μέσω του διαδικτύου κλπ. Από τα περιβάλλοντα αυτά τη μεγαλύτερη διάδοση έχει το διαδίκτυο. Ωστόσο, επισημάναμε ότι οι διαδικτυακές πρακτικές γραμματισμού των παιδιών έχουν πρωτίστως ψυχαγωγικό χαρακτήρα. Όσο όμως προχωρούμε σε πιο απαιτητικές χρήσεις των νέων μέσων, όπως η ανάγνωση και αξιολόγηση πληροφοριών, η διαδικασία αξιοποίησης των νέων μέσων για πιο απαιτητικές χρήσεις, τόσο περισσότερο γίνεται σαφές ότι είναι απαραίτητη η συστηματική καλλιέργεια του νέου γραμματισμού. Η οικογένεια δεν φαίνεται να εμπλέκεται ενεργά και σε μεγάλη έκταση προς αυτή την κατεύθυνση και ο ρόλος του σχολείου θα πρέπει να είναι σημαντικός.
  5. Ενδιαφέρουσες είναι και οι διαπιστώσεις που έχουν σχέση με το ρόλο των σχολείων στις εξωσχολικές ψηφιακές πρακτικές γραμματισμού των παιδιών. Το δημόσιο σχολείο φαίνεται από τα αποτελέσματα να συνεισφέρει σημαντικά στην εξοικείωση των παιδιών με τα βασικά των υπολογιστών. Υστερεί όμως σημαντικά στην υιοθέτηση πρακτικών (ενδοσχολικών και εξωσχολικών) που θα εμπλέκουν τα παιδιά σε δημιουργικές χρήσεις των ΤΠΕ. Ειδικότερα, η αξιοποίηση των ΤΠΕ στη διδακτική διαδικασία είναι εξαιρετικά περιορισμένη έως ευκαιριακή, όπως και η ανάθεση εργασιών που θα εμπλέκουν τα παιδιά στη λειτουργική χρήση των νέων μέσων. Στον τομέα αυτό πολλά παιδιά ξεπερνούν τις σχολικές πρωτοβουλίες και αναλαμβάνουν μόνα τους να κάνουν τις εργασίες τους σε υπολογιστή. Μια πιθανή ερμηνεία του δισταγμού αυτού μπορεί να είναι είτε η περιορισμένη εξοικείωση των ίδιων των εκπαιδευτικών με τα μέσα είτε ο δισταγμός τους μήπως ενισχύσουν περαιτέρω τις ανισότητες, αφού κάποια παιδιά δεν έχουν υπολογιστές στο σπίτι. Στα ιδιωτικά σχολεία -και με δεδομένη την κατοχή υπολογιστών από όλα σχεδόν τα παιδιά- τα πράγματα είναι αρκετά καλύτερα στο τελευταίο θέμα που θίξαμε παραπάνω: πράγματι δίνονται πολλές εργασίες που αξιοποιούν τις ΤΠΕ και εξοικειώνουν τα παιδιά με σύγχρονες πρακτικές ψηφιακού γραμματισμού. Η αξιοποίηση των ΤΠΕ σε ενδοσχολικές πρακτικές, αν και είναι κάπως καλύτερες στα ιδιωτικά, η διαφορά δεν είναι θεαματική. Αυτό δείχνει ότι και εκεί ο δρόμος είναι μακρύς ακόμη.
  6. Αν διαβάσουμε τα αποτελέσματα από την οπτική του είδους του γραμματισμού με τον οποίο είναι τα παιδιά εξοικειωμένα, διαπιστώνουμε ότι τα παιδιά έχουν καλή γνώση του τεχνολογικού σκέλους του νέου γραμματισμού, καλή γνώση του λειτουργικού γραμματισμού, πρωτίστως αυτού που έχει σχέση με εφηβικές μορφές ψυχαγωγίας σε ηλεκτρονικά περιβάλλοντα και πολύ λιγότερο σε σχολικού τύπου γραμματισμούς. Εξαιρετικά περιορισμένη είναι η δυνατότητα για κριτική ανάγνωση των νέων μορφών γραμματισμού. Αν διαβάσουμε τα αποτελέσματα με βάση το είδος των ηλεκτρονικών περιβαλλόντων που αξιοποιούνται και επομένως των πρακτικών στις οποίες εμπλέκονται, είναι εμφανές ότι το διαδίκτυο με τις ψυχαγωγικού τύπου πρακτικές έχουν προτεραιότητα. Μικρή φαίνεται να είναι η αξιοποίηση των σύγχρονων περιβαλλόντων γραπτής επικοινωνίας και του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Περιορισμένη είναι επίσης η συμμετοχή σε διαδικτυακές κοινότητες πρακτικής και η ανάπτυξη πρωτοβουλιών για διαμόρφωση περιεχομένου στο διαδίκτυο. Αντίθετα, τα SMS αποτελούν το πιο συνηθισμένο ηλεκτρονικό μέσο επικοινωνίας, η ευρύτητα της διάδοσης και η έκταση της κατοχής και χρήσης του επισκιάζει προς το παρόν κάθε άλλη μορφή γραπτής ηλεκτρονικής επικοινωνίας.
  7. Ενδιαφέρον έχει η διαπίστωση ότι οι πρακτικές των παιδιών στο μεγαλύτερό τους μέρος δεν χαρακτηρίζονται από εξωστρέφεια (π.χ. επικοινωνία με παιδιά άλλων χωρών, παίξιμο παιχνιδιών από κοινού). Η επικοινωνία με παιδιά από τον υπόλοιπο κόσμο υπάρχει, αλλά σε μικρή κλίμακα και φαίνεται να είναι περισσότερο ισχυρή στα ιδιωτικά σχολεία. Αντίθετα, τα αγγλικά είναι η γλώσσα που τείνει να χρησιμοποιείται ως κάτι το αυτονόητο από τα παιδιά, ιδιαίτερα στο διαδίκτυο.
  8. Σε σχέση με το φύλο είναι εμφανείς δύο διαπιστώσεις. Τα αγόρια φαίνεται να έχουν μια καλύτερη τεχνική γνώση και πιο μακροχρόνια εμπειρία στη χρήση των ΤΠΕ, έχουν δε πολύ καλύτερες επιδόσεις στις ψυχαγωγικού χαρακτήρα πρακτικές (π.χ. παίξιμο παιχνιδιών). Τα κορίτσια από την άλλη πλευρά έχουν καλύτερες επιδόσεις σε όλες σχεδόν τις πρακτικές που είναι πιο κοντά στις σχολικές πρακτικές γραμματισμού (π.χ. χρήση του υπολογιστή για γράψιμο, επίσκεψη σελίδων με σχολικού τύπου περιεχόμενα κλπ.).
  9. Παρότι η παρούσα έρευνα είναι εστιασμένη στις ψηφιακές πρακτικές γραμματισμού, εξετάσαμε και άλλες εξωσχολικές πρακτικές γραμματισμού των παιδιών και κυρίως τηλεοπτικές. Από τα αποτελέσματα προκύπτει ότι η τηλεόραση έχει σημαντική παρουσία στον ελεύθερο χρόνο των παιδιών. Τα προγράμματα που παρακολουθούν είναι πρωτίστως ψυχαγωγικές σειρές και δευτερευόντως αθλητικές εκπομπές. Πρόκειται δηλαδή για πρακτικές που είναι ανάλογες με αυτές των ΤΠΕ και ενισχύουν τη διαπίστωση ότι οι πρακτικές γραμματισμού με τα μέσα δεν εξαρτώνται τόσο από τα μέσα όσο από τη συγκρότηση και τα ενδιαφέροντα των παιδιών.
  10. Αξίζει, τέλος, να επισημάνουμε ότι οι πρακτικές αυτές μπορεί να κατανοηθούν στο ευρύτερο πλαίσιο της κατανομής του ελεύθερου χρόνου των παιδιών. Από την έρευνα διαπιστώνουμε ότι ο ελεύθερος χρόνος των παιδιών είναι οργανωμένος στο πρότυπο του σχολικού χρόνου: πολλά μαθήματα στις ξένες γλώσσες (κυρίως στα Αγγλικά), αρκετά υποστηρικτικά μαθήματα σε σχολικά διδακτικά αντικείμενα, ιδιαίτερα στις μεγαλύτερες τάξεις, τέλος συμμετοχή σε ποικίλες καλλιτεχνικές και αθλητικές δραστηριότητες. Το πλαίσιο αυτό αφήνει ελάχιστα περιθώρια ελεύθερου εξωσχολικού χρόνου στην ηλικία αυτή, ο οποίος γεμίζει σημαντικά με πρακτικές που συμπεριλαμβάνουν σε σημαντικό βαθμό τα νέα μέσα. Η σχολειοποίηση του ελεύθερου χρόνου είναι πιθανώς μία από τις αιτίες που μπορούν να ερμηνεύσουν την αξιοποίηση των νέων μέσων πρωτίστως ως ψυχαγωγικών μηχανών. Η άλλη αιτία οφείλεται προφανώς σε δύο θεσμούς, του σχολείου και της οικογένειας. Είδαμε ότι η εμπλοκή της οικογένειας στη χρήση των νέων μέσων είναι περιθωριακή. Οι γονείς νιώθουν στη μεγάλη τους πλειοψηφία ότι ολοκληρώνουν το καθήκον τους από τη στιγμή που αγοράζουν τον υπολογιστή στο παιδί τους. Το σχολείο από την άλλη πλευρά θεωρεί ότι επιτελεί το καθήκον του από τη στιγμή που προβλέπει στα προγράμματά του το μάθημα της Πληροφορικής. Αν προκύπτει κάτι με σαφήνεια είναι ότι αυτό δεν αρκεί, από τη στιγμή που εξασφαλίζει απλώς μια γνώση των βασικών.
  11. Ωστόσο, αν εγκαταλείψουμε τις επιμέρους επισημάνσεις και προχωρήσουμε σε μια συνολική ανάγνωση των αποτελεσμάτων, τότε προκύπτουν ενδιαφέρουσες διαπιστώσεις που ανατρέπουν πολλές από τις τρέχουσες αντιλήψεις. Προκύπτει καταρχάς ότι η χρήση των νέων μέσων δεν εξαλείφει τις ποικίλες κοινωνικές ανισότητες, αλλά συνεισφέρει σημαντικά στο να πάρουν νέο περιεχόμενο. Προκύπτει επίσης ότι η αποκαλούμενη 'ψηφιακή γενιά' δεν είναι κάτι το ομοιογενές που γνωρίζει άριστα τα νέα μέσα, αλλά στον τρόπο χρήσης των νέων μέσων αντανακλάται η εγγράμματη ταυτότητα των παιδιών. Εκεί είναι που η οικογένεια και πρωτίστως το σχολείο πρέπει να δώσουν ιδιαίτερη βαρύτητα. Προς το παρόν το κύριο βάρος φαίνεται να το σηκώνει η ελληνική οικογένεια, η οποία στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν μπορεί να υποστηρίξει κάτι περισσότερο από την εξασφάλιση των προϋποθέσεων σε υποδομές. Πρόκειται για λογική που ακολουθεί και το ελληνικό (κυρίως δημόσιο) σχολείο. Ωστόσο, η έμφαση στις υποδομές και η διδασκαλία των βασικών μέσω του μαθήματος της Πληροφορικής είδαμε ότι δεν είναι επαρκείς προϋποθέσεις για την κατάκτηση του νέου γραμματισμού. Για να επιτευχθεί αυτό απαιτείται σοβαρή μελέτη και αλλαγές στο εκπαιδευτικό σύστημα στο σύνολό του.

Τελευταία Ενημέρωση: 31 Ιαν 2011, 14:25