ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
ΒΟΗΘΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
- α. Πήλινο «μετάλλιο» με οπή ανάρτησης από την Κνωσό, β. Πήλινη ράβδος από την Κνωσό.
- α. Duhoux, Y. Γραμμική Α, σελ. 180-181, β. Κατάλογος των συλλαβικών συμβόλων της γραμμικής A και των αντίστοιχων της γραμμικής B.
- Duhoux, Y. Γραμμική Α, σελ.182-183.
- α. Χριστίδης, Α.-Φ. Εισαγωγή [στη Β΄ Ενότητα], σελ.123-124, β. Mallory, J. P. Η ινδοευρωπαϊκή γλωσσική οικογένεια: Το ιστορικό ζήτημα, σελ. 140-141, γ. Καραλή, Μ. Η ταξινόμηση των αρχαίων ελληνικών διαλέκτων. σελ. 288.
- α. Chadwick, J. Γραμμική Β, σελ. 200-201, β. Χριστίδης, Α.-Φ. Ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, σελ. 64-75.
- Ανδρέου, Σ. Πρωτοϊστορία: Το πλαίσιο, σελ. 171-172.
- Πινακίδα από την Πύλο σε γραμμική B
- Βοκοτόπουλος, Λ. Οι Σκοτεινοί Αιώνες: Τα αρχαιολογικά δεδομένα, σελ. 204-205, 208-209.
- α. Βουτυράς, Ε. Η εισαγωγή του αλφαβήτου, σελ.211-212, β. Χριστίδης, Α.-Φ. Ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, σελ. 97-102, γ. Brixhe, C. The history of the alphabet: Some guidelines for avoiding oversimplification, σελ. 284-285.
- Αλφάβητα ελληνικών πόλεων
- Ηρόδοτος, Ἱστορίαι 5.58 Hude.
- Βουτυράς, Ε. Η εισαγωγή του αλφαβήτου, σελ. 215-216.
- Thomas R. Γραπτός και προφορικός λόγος στην Αρχαία Ελλάδα, σελ. 19-21, 29-31.
- Ανδρέου, Σ. Πρωτοϊστορία: Το πλαίσιο, σελ. 167.
- α. Thomas, R. Aλφαβητισμός και προφορικότητα στην κλασική περίοδο, σελ. 238, β. Thomas, R. Γραπτός και προφορικός λόγος στην Αρχαία Ελλάδα, σελ. 158-159.
- Thomas, R. Aλφαβητισμός κι προφορικότητα στην κλασική περίοδο, σελ. 243-244.
- Χριστίδης, Α.-Φ. Ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, σελ. 104-105.
- Η Οινοχόη του Διπύλου
- Η επιγραφή στο ποτήρι του Νέστορα
- Πειραματικά αλφάβητα σε όστρακα από την Aρχαία Aγορά της Aθήνας
- Θουκυδίδης 2.2. Budé
- Πλάτων,Φαίδρος 274b-279b
- Μίσιου, Ά. Γλώσσα και εκπαίδευση στην αρχαιότητα, σελ. 889.
- Τσαντσάνογλου, Κ. Σημεία στίξης, σελ. 991.
- Χριστίδης, Α.-Φ. Ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, σελ. 106.
- Τσαντσάνογλου, Κ. Τονισμός, σελ. 987.
- α. Αριστοφάνης, Νεφέλες, 768-772 Budé, β. Αθήναιος, Δειπνοσοφιστές, 9. 407 b-c Budé
Θέματα ιστορίας της ελληνικής γλώσσας
Γραφή και ελληνική γλώσσα
Άννα Μίσσιου (2007)
Thomas R. [1996] 2001.
Γραπτός και προφορικός λόγος στην Αρχαία Ελλάδα. 3η έκδ. Μτφρ. Δ. Κυρτάτας. Ηράκλειο: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, σελ. 19-21, 29-31.
© Πανεπιστημιακές Εκδόσεις ΚρήτηςΗ ευρύτερη σημασία της γραφής έχει γίνει αντικείμενο πολλών συζητήσεων. Ορισμένες θεωρίες που έχουν ασκήσει επιρροή τη βλέπουν ως θεμελιώδη παράγοντα αλλαγής -αλλαγής είτε στον τρόπο λειτουργίας μιας κοινωνίας είτε στη νοοτροπία των ατόμων. Αποτελεί ή δεν αποτελεί άραγε έναν τόσο ισχυρό παράγοντα; Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι η περίπτωση της αρχαίας Ελλάδας έχει καθορίσει τη σχετική με το θέμα συζήτηση - αν μάλιστα δεν είναι αυτή που την προκάλεσε. Ωστόσο, η συζήτηση αυτή περιλαμβάνει ανθρωπολογικά και πιο σύγχρονα ή πιο αρχαία ιστορικά δεδομένα, όπως επίσης και ψυχολογικές έρευνες, αλλά για την ώρα είναι δύσκολο να αποτιμηθεί η έκβασή της. Η ακραία θεώρηση του γραπτού λόγου ως καταλύτη ορισμένων αλλαγών έχει αμφισβητηθεί έντονα. Οι περισσότεροι ιστορικοί και ανθρωπολόγοι αισθάνονται ανετότερα με μια ελαστικότερη θεώρηση του γραπτού λόγου, που επιτρέπει να του προσδίδονται διαφορετικές σημασίες σε διαφορετικές κοινωνίες και περιόδους· οι ψυχολόγοι τείνουν πάντως προς την πιο ακραία θεώρηση. Οι αντιδικίες δεν δείχνουν να οδεύουν σε κάποια ύφεση[1]. Από τη δική μας σκοπιά, θα ήθελα να τονίσω δύο κύριες κατευθύνσεις στις πρόσφατες έρευνες. Για να το πω ωμά, η πρώτη αναζητά τις γενικές ψυχολογικές και πολιτιστικές συνέπειες (ή γενικά επιπτώσεις) του γραπτού λόγου. Η δεύτερη προωθεί λεπτομερείς, πολιτισμικά καθορισμένες μελέτες των εκδηλώσεων του γραπτού λόγου σε μια συγκεκριμένη κοινωνία, που συχνά αποφεύγουν τελείως οιονδήποτε ευρύτερο ισχυρισμό σχετικά με τις επιπτώσεις της χρήσης της γραφής. Ορισμένες από τις συναρπαστικότερες πρόσφατες έρευνες ανήκουν στη δεύτερη ομάδα και ασχολούνται κάποτε με τον αρχαίο κόσμο, πολύ περισσότερο όμως με τον μεσαιωνικό.
Σε ποιο βαθμό αποτελεί ο γραπτός λόγος παράγοντα αλλαγής; Σήμερα ο γραπτός λόγος εξισώνεται με τον υψηλό πολιτισμό, και η διάδοσή του θεωρείται ότι αντιστοιχεί στην πολιτιστική δραστηριότητα. Με άλλα λόγια, ο γραπτός λόγος εξισώνεται συνειδητά ή ασυνείδητα με τον πολιτισμό. Δεν είναι πάντα σαφές αν οικτίρεται ο αριθμός των «αναλφαβήτων» επειδή η γνώση της γραφής βοηθά τους ανθρώπους να συμπληρώνουν έντυπα, να βρίσκουν εργασία ή να διαβάζουν βιβλία και να διευρύνουν τις πολιτιστικές τους εμπειρίες. Όπως και να έχει το πράγμα, η πολλαπλότητα των δυνατοτήτων υπογραμμίζει τον βαθμό στον οποίο ο γραπτός λόγος έχει ταυτιστεί με τον σύγχρονο πολιτισμό και τις σύγχρονες αξίες. Ο γραπτός λόγος φέρει τώρα ένα βαρύ φορτίο προσδοκιών. Οι σχετικές εκστρατείες της UNESCO αποσκοπούν στην ολοσχερή εξάλειψη του αναλφαβητισμού, με την ελπίδα ότι η διάδοση της γραφής θα προωθήσει την οικονομική ανάπτυξη, την ορθολογική σκέψη και τις επιστημονικές προσπάθειες στον τρίτο κόσμο[2]. Κανένας δεν θα αρνηθεί ότι ο γραπτός λόγος είναι θεμελιώδους σημασίας στον σύγχρονο κόσμο, και ότι οι αναλφάβητοι αντιμετωπίζουν τεράστιες δυσκολίες. Το ζήτημα είναι εάν -ή σε ποιο βαθμό- η διάδοση της χρήσης της γραφής μπορεί να γίνει ο κύριος παράγοντας αλλαγής στο μετασχηματισμό. Ή μήπως αντανακλά και ισχυροποιεί κάποιες ήδη υπάρχουσες τάσεις; (Οι αποτυχίες των εκστρατειών για την καταπολέμηση του αναλφαβητισμού στον τρίτο κόσμο και σε άλλες περιοχές δείχνει ότι η διάδοση της χρήσης της γραφής είναι πολύ πιο σύνθετη υπόθεση.)
Η περίπτωση της αρχαίας Ελλάδας έχει παίξει μεγάλο ρόλο στην εξιδανίκευση της χρήσης της γραφής. Έχει γενικά υποστηριχθεί ότι η ορθολογική σκέψη των Ελλήνων ήταν προϊόν της χρήσης της γραφής: στην περίπτωση της Ελλάδας ελέγχθηκαν τα αποτελέσματα που είχε η χρήση της γραφής από τη στιγμή που το αλφάβητο εμφανίστηκε σε μια κοινωνία αποκλειστικά του προφορικού λόγου. Ο ισχυρισμός είναι ότι η χρήση της γραφής στην Ελλάδα, κατά συνέπεια και αλλού, είναι ένας ισχυρός παράγοντας τροποποίησης των νοοτροπιών. Θα ήταν δύσκολο να υπερτονίσουμε την επίδραση που άσκησε αυτή η αντίληψη για τον γραπτό λόγο. Η ορθότητά της αμφισβητείται όλο και περισσότερο, και η προσοχή στρέφεται προς άλλα θέματα. Αλλά η διαμάχη οξύνεται. Εγείρει θεμελιώδη ερωτήματα σχετικά με το ρόλο, τη σημασία και το χαρακτήρα του γραπτού λόγου, και σχετικά με τη δυσκολία ανάλυσης του γραπτού λόγου σε κοινωνίες διαφορετικές από τη δική μας, δεδομένου μάλιστα ότι στις περιπτώσεις αυτές η αντίληψή μας για τον γραπτό λόγο τείνει να είναι αυθόρμητη.
[…]
Τέτοιες λεπτομερείς αναλύσεις, που συχνά στηρίζονται γερά στις αντιλήψεις των ίδιων των ανθρώπων της εποχής, συνηγορούν υπέρ της άποψης ότι η γραφή και οι αντιδράσεις που αυτή προκάλεσε σε εποχές άλλες από τη δική μας έχουν σύνθετο χαρακτήρα. Οφείλουμε σαφώς να συνδέσουμε τις χρήσεις του γραπτού λόγου με αυτές τις περίπλοκα ποικίλες δοξασίες σχετικά με τη γραφή. Μας δείχνουν ότι πρέπει να εγκαταλείψουμε την ιδέα ότι η γραφή αποτελεί μιαν απλή και ξεκάθαρη δεξιότητα, με καθορισμένες χρήσεις και προβλέψιμες επιδράσεις. Καθώς φαίνεται, οι εκδηλώσεις της εξαρτώνται μάλλον από τη δεδομένη κοινωνία και τις συνήθειές της. Ίσως η γραφή να υπερτονίζει και να ενισχύει προϋπάρχουσες τάσεις, χωρίς αναγκαστικά να τις μετασχηματίζει· καθοριστικά όμως είναι τα προϋπάρχοντα χαρακτηριστικά. Η γραφή δεν πέφτει πάνω σε ένα λευκό πίνακα.
Αυτή η πιο σύνθετη προσέγγιση της χρήσης του γραπτού λόγου έχει αναλυθεί και εξηγηθεί πολύ πειστικά από τον Brian Street (Literacy in Theory and Practice (1984)). Ο Street κατατάσσει τις μελέτες για τη χρήση του γραπτού λόγου σε δύο ομάδες, ανάλογα με τη γενική τους αντίληψη για τον ρόλο της γραφής. Ο διαχωρισμός αυτός ισχύει για όλες τις μελέτες, ανεξάρτητα από το πεδίο με το οποίο ασχολούνται. Άπαξ και γίνει ένας τέτοιος διαχωρισμός, μας είναι δύσκολο να τον αγνοήσουμε, και αν τον αγνοήσουμε, οδηγούμαστε σε πελώρια σύγχυση. Η μία προσέγγιση αναζητά γενικές επιπτώσεις της ίδιας της χρήσης του γραπτού λόγου (π.χ. Goody 1968, 1977, 1986). Ο Street αποκαλεί την προσέγγιση αυτή «αυτόνομο» πρότυπο της χρήσης του γραπτού λόγου. Το πρότυπο αυτό ισχυρίζεται ή υποθέτει ότι η χρήση του γραπτού λόγου αποτελεί μιαν απλή δεξιότητα ή μία τεχνολογία που έχει κάποιες καθορισμένες και προβλέψιμες επιπτώσεις σε μια κοινωνία (π.χ. τον ορθολογισμό). Στην προσέγγιση αυτή, η χρήση του γραπτού λόγου μοιάζει κάπως με τον καταλύτη σε ένα χημικό πείραμα -αν τον προσθέσουμε σε μια κοινωνία, θα ωθήσει αυτή την κοινωνία σε αλλαγή, χωρίς να αλλάξει ο ίδιος. Το «αυτόνομο» πρότυπο μπορεί να αναχθεί στον Marshall McLuhan. Σε αυτή την παράδοση, οι μέθοδοι επικοινωνίας είναι πράγματι απλώς ζητήματα τεχνολογίας. Στα πρώτα χρόνια της τηλεόρασης, η τεχνολογία (που θεωρούνταν ως πλήρως «αυτόνομη») επρόκειτο να τα αλλάξει όλα. Οι υποστηρικτές αυτής της προσέγγισης μπορούν, αρκετά δικαιολογημένα, να κατηγορηθούν για ένα είδος «τεχνολογικής αιτιοκρατίας».
Η προσέγγιση αυτή έρχεται σε αντίθεση προς το άλλο «ιδεολογικό» πρότυπο, που το συναντούμε, συνήθως, σε λεπτομερείς μελέτες της γραφής, της προφορικής επικοινωνίας ή της χρήσης του γραπτού λόγου· ιδιαίτερα σ' αυτές που ασχολούνται με παλαιότερες κοινωνίες. Σύμφωνα με αυτό, ο γραπτός λόγος είναι πολύ πιο ρευστός: οι χρήσεις του, η σημασία και οι επιπτώσεις του καθορίζονται, σε μεγάλο βαθμό, από τις συνήθειες και τις δοξασίες (δηλαδή την «ιδεολογία» ή τις νοοτροπίες) της υπάρχουσας κοινωνίας. Η χρήση του γραπτού λόγου δεν αλλάζει από μόνη της την κοινωνία αλλά, κατά κάποιο τρόπο, υφίσταται η ίδια αλλαγές από την κοινωνία. Εκδηλώνεται έτσι με διαφορετικό τρόπο σε διαφορετικές περιόδους και περιοχές - για παράδειγμα, στη μεσαιωνική Αγγλία και την Ιαπωνία, όπως είδαμε. Τα χάσματα αυτά είχαν ερμηνευτεί, όχι πολύ ικανοποιητικά, με κάποια αντίληψη περί εξελικτικής πορείας από τον «συντεχνιακό αλφαβητισμό» στον «αλφαβητισμό των γραφέων», την οποία οφείλουν να ακολουθήσουν όλες οι κοινωνίες καθ' οδόν προς την πλήρη, ορθολογική και σύγχρονη χρήση του γραπτού λόγου[3]. Τα παραδείγματα που έχουμε ήδη παρουσιάσει δείχνουν ότι το «ιδεολογικό» πρότυπο ερμηνεύει πιο εκλεπτυσμένα και πιο πειστικά από ιστορική άποψη τη χρήση του γραπτού λόγου. Η μελέτη του Clanchy για τη μεσαιωνική Αγγλία αποτελεί σχεδόν υπόδειγμα τέτοιας προσέγγισης. Σημαντική είναι εδώ επίσης η εργασία της Finnegan για τον προφορικό λόγο και τη σχέση του με χρήση της γραφής. Τα πορίσματά της τείνουν να επιβεβαιωθούν και από πιο πρόσφατες έρευνες για τον αλφαβητισμό. Από τις μελέτες που δεν έχω αναφέρει θα ήθελα να επισημάνω αυτές του Brian Stock, του Detienne, το δικό μου βιβλίο για την κλασική Αθήνα, και τον εντυπωσιακό πρόσφατο συλλογικό τόμο Literacy and Society, που επιμελήθηκαν ο Schousboe και ο Larsen . Στον τόμο αυτό διατυπώνονται επιχειρήματα ακριβώς υπέρ αυτής της κοινωνικής και ''ιδεολογικής'' ερμηνείας της χρήσης του γραπτού λόγου, με αναφορά σε πολλά είδη αλφαβητισμού, πολλών κοινωνιών. Ουσιαστικά αποτελεί απάντηση στην εργασία του Goody και του Watt «Consequences of literacy», και στον συνοδευτικό τόμο που μελετά συγκεκριμένα παραδείγματα.
1 Κάποια από τα περιοδικά που είναι αφιερωμένα ειδικά στον γραπτό και προφορικό λόγο είναι ακόλουθα: Visible· Scrittura e Civiltà·Word and Image· και το Literacy, με επιμελητές έκδοσης τον Clanchy και τον Olson, που κυκλοφόρησε το 1993.
2 Street 1984.
3 Βλ. Pattison 1982 και Graff 1986, 1987 για επιθέσεις κατά της εξελικτικής αντίληψης· βλ. επίσης Finnegan 1988: κεφ. 8.