ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΒΟΗΘΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Θέματα ιστορίας της ελληνικής γλώσσας 

Δημιουργία της ελληνιστικής κοινής 

Νίκος Παντελίδης (2007) 

Αυτή τη διαδικασία σύγκλισης αττικής και ιωνικής μπορεί να τη δει κανείς και από άλλη οπτική γωνία, μέσα στα ιωνικά κείμενα του 5ου και του 4ου αιώνα π.Χ., στα οποία αρχίζουν να υπεισέρχονται σταθερά αττικοί τύποι και φράσεις που προέρχονται αρχικά από διοικητικά και νομικά κείμενα της Αθήνας. Μόνο οι πιο χαρακτηριστικοί «δείκτες» της ιωνικής διατηρούνται, όπως η χρήση του -η [ε:] μετά τα ι/ε/ρ [i/e/r], εκεί όπου η αττική είχε διατηρήσει το αρχικό μακρό [a:], π.χ. συμμαχίη [symmakhíε:] και όχι συμμαχία [symmakhía:]. Ενδιαφέρουσα επιβεβαίωση της ευρύτατης διάδοσης του κύρους της Μεγάλης αττικής κατά τον 4ο αιώνα π.Χ. βλέπουμε στο γεγονός ότι η ενσωμάτωση αττικών στοιχείων δεν παρατηρείται μόνο στις επιγραφές των κοινοτήτων που αρχικά μιλούσαν την ιωνική, αλλά επίσης και σε εκείνες ξένων περιοχών, όπως της Καρίας (στη νοτιοδυτική Μικρά Ασία), όπου η άρχουσα τάξη είχε υιοθετήσει από νωρίς την ελληνική των ιωνικών πόλεων ως την επίσημη γλώσσα της (πβ. Brixhe 1987, 1993β). Στο SIG 167 (367-354 π.Χ.), για παράδειγμα, που περιλαμβάνει τρία διατάγματα της καρικής πόλης Μύλασα, βρίσκουμε ακόμη μία ισχυρή ιωνική βάση, αλλά έχουν ήδη παρεισφρήσει πολλά αττικά χαρακτηριστικά (π.χ. ἀτέλεια [atéle:a] αντί ἀτελίη [atelí:ε:], οὐσίη [u:síε:] αντί ἐουσίη [eu:síε:], αν και διατηρείται η ιωνική κατάληξη -η [ε:], η γενική ενικού των πρωτόκλιτων αρσενικών σε -ου [-u:] δίπλα στην ιωνική -εω [-eo:] κτλ.).

Είναι χαρακτηριστικό αυτής της διαδικασίας διήθησης πρώτα να επηρεάζονται «μικρές» γραμματικές λέξεις, όπου η διαδικασία θα πρέπει να είναι κατά μεγάλο μέρος υποσυνείδητη ή να αφορά τη χρήση τεχνικής ορολογίας σε νομικό ή άλλο θεσμικό περιβάλλον, στο οποίο η προγενέστερη κυριαρχία της Αθήνας και η συνεχιζόμενη επίδρασή της έχουν εισαγάγει και καθιερώσει τους αττικούς τύπους.

Παρόμοιες παρατηρήσεις θα μπορούσαμε να κάνουμε σχετικά με τις επιγραφές και άλλων περιοχών κατά τη διάρκεια του 4ου αιώνα, καθώς ο αντίκτυπος της Μεγάλης αττικής γίνεται όλο και πιο εμφανής μέσω της διείσδυσης φαινομένων παρεμβολής. Θα μπορούσαμε να σημειώσουμε, για παράδειγμα, τη χρήση αθηναϊκής νομικής ορολογίας, αν και σε διαλεκτική παραλλαγή, όπως το ὑπόδικον [upódikon] στο IG XII 2 1 -μια νομισματική συμφωνία στη λεσβιακή μεταξύ της πόλης της Μυτιλήνης και της Φώκαιας, όπου μιλιόταν η ιωνική-, από το πρώτο μισό του 4ου αιώνα, ή την εμφάνιση τυπικής αττικής φρασεολογίας, όπως τῶν περὶ Πύρρωνα δαμιοργῶν [tô:n perì púrrho:na da:miorgô:n], που περιέχει το αττικό περὶ [perí] αντί του τοπικού πὰρ [pár], σε ηλειακή επιγραφή του 335 π.Χ. (Schwyzer 424). Καθώς η κυρίαρχη θέση της Αθήνας, πολιτικά και πολιτισμικά, γίνεται όλο και πιο εμφανής, ολοένα και περισσότεροι μορφωμένοι εξοικειώνονται με τη γραπτή αττική, επίσημη και λογοτεχνική, και αυτή η αυξανόμενη εξοικείωση μεταφράζεται σταθερά στην άμεση επιρροή της στην επίσημη διατύπωση κρατικών υποθέσεων σε επιγραφές που χρησιμοποιούν κάποια διάλεκτο από όλα τα μέρη του ελληνόφωνου κόσμου.

Η ιδιαίτερα γρήγορη σύγκλιση ανάμεσα στην αττική και την ιωνική σε επίσημο επίπεδο θα πρέπει να υποβοηθήθηκε από το γεγονός ότι πολλοί από τους υπηκόους της αθηναϊκής αυτοκρατορίας κατά τον 5ο αιώνα π.Χ. ήταν ομιλητές της ιωνικής που είχαν καθημερινές συναλλαγές με τους αττικόφωνους Αθηναίους αξιωματούχους και είχαν να κάνουν με αθηναϊκά διοικητικά έγγραφα που γράφονταν στην αττική. Πέρα, όμως, από αύτό, υπήρχε η αθηναϊκή συνήθεια να αποστέλλονται άποικοι («κληρούχοι») στα εδάφη της αυτοκρατορίας, όπου ομιλητές της αττικής και της ιωνικής αναμειγνύονταν ελεύθερα. Και αντίστροφα, πολλοί ομιλητές της ιωνικής πήγαιναν αναγκαστικά στην Αθήνα για δουλειές, και μερικοί εγκαθίσταντο εκεί δίπλα σε άλλους «ξένους» που τους προσέλκυσε η πόλη η οποία εξελισσόταν στο κυριότερο εμπορικό και πνευματικό κέντρο του ελληνικού κόσμου. Οι αλλαγές που επακολούθησαν στη δημώδη της πόλης κατά τον 5ο αιώνα προκάλεσαν φυσικά τα παράπονα των γηραιότερων συντηρητικών κατοίκων σχετικά με την εκφυλισμένη κατάσταση της σύγχρονης γλώσσας (Γέρων Ολιγαρχικός/ [Ξενοφώντας] στην Αθηναίων Πολιτεία 2. 7· πβ. Cassio 1981).

Δεν θα πρέπει συνεπώς να μας παραξενεύει το γεγονός ότι η ιωνική πρέπει να ήταν η πρώτη από τις κλασικές διαλέκτους που χάθηκαν από τα γραπτά κείμενα πριν από την εξάπλωση της Μεγάλης αττικής (η ιωνική έσβησε ως επίσημη διάλεκτος γύρω στο 300 π.χ.), δεδομένης της στενής σχέσης μεταξύ αττικής και ιωνικής και της πρώιμης σύγκλισης που συντελούνταν χάρη στην αθηναϊκή διοίκηση. Ωστόσο, από την άλλη, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτή η διευρυμένη αττική είχε και η ίδια ενσωματώσει κατά τις φάσεις της εξέλιξής της πολλές ιωνικές επιδράσεις που έμελλε να επιβιώσουν, και ότι αυτή ήταν η μορφή της αττικής που σύντομα θα εξελισσόταν στην ελληνιστική Κοινή.

Τελευταία Ενημέρωση: 16 Ιούν 2010, 10:47