ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός 

Γλώσσα και μετανάστευση [Β6] 

Μιχάλης Δαμανάκης (2001) 

Κείμενο 1: Baker, C. Υπό έκδοση. Εισαγωγή στη διγλωσσία και τη δίγλωσση εκπαίδευση, Επιμέλεια Μ. Δαμανάκης, μετάφραση Α. Αλεξανδροπούλου. Αθήνα: Gutenberg.

ΟΙ ΓΛΩΣΣΕΣ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Εισαγωγή

Τα δίγλωσσα άτομα δεν είναι μεμονωμένα νησιά. Για την ακρίβεια, συνήθως οι άνθρωποι που μιλούν δύο ή περισσότερες γλώσσες ζουν σε ομάδες, σε κοινότητες και μερικές φορές σε συγκεκριμένες περιφέρειες. Θα λέγαμε ότι αυτοί που μιλούν μια μειονοτική γλώσσα, ενώ το γλωσσικό περιβάλλον ανήκει στη γλώσσα της πλειοψηφίας, συνιστούν μια κοινότητα ομoφώνων ή αλλιώς μια γλωσσική κοινότητα. Η διγλωσσία σε ατομικό επίπεδο καλύπτει κατά το ήμισυ το θέμα μας. Το υπόλοιπο μισό καλύπτει η ανάλυση του πώς συμπεριφέρονται και πώς αλλάζουν οι ομάδες των ομιλητών μιας γλώσσας. Αυτού του είδους η εξέταση εστιάζεται ιδιαίτερα στην πορεία και την αλλαγή μιας γλώσσας διαμέσου των δεκαετιών. Σπάνια η γλωσσική μειονότητα είναι σταθερή σε μέγεθος, ισχύ ή ασφάλεια. Απαραίτητη είναι επίσης η εξέταση της πολιτικής και της θέσης ισχύος στην οποία βρίσκονται οι γλωσσικές μειονότητες.

Το κεφάλαιο αυτό επικεντρώνεται στην ιδέα ότι δεν υπάρχει γλώσσα χωρίς γλωσσική κοινότητα. Αφού συνήθως οι γλωσσικές κοινότητες δεν υφίστανται αποκομμένες από τις άλλες, έχει σημασία να εξετάσουμε την επαφή ανάμεσα στις διαφορετικές γλωσσικές κοινότητες. Στον κόσμο της μαζικής επικοινωνίας, όπου το ταξίδι διαμέσου των ηπείρων είναι εύκολο και όπου οδεύουμε προς τη δημιουργία ενός πλανητικού χωριού, είναι σπάνιες οι περιπτώσεις γλωσσικών κοινοτήτων αποκομμένων από άλλες γλωσσικές κοινότητες. Λόγω της ταχείας ανάπτυξης των πληροφοριών και του διηπειρωτικού ταξιδιού, οι γλωσσικές κοινότητες είναι σπάνια, αν όχι καθόλου, σταθερές. Κάθε γλωσσική μειονότητα ή πλειονότητα βρίσκεται σε συνεχή μεταβολή και κίνηση. Κάποιες γλώσσες αποκτούν μεγαλύτερη δύναμη, άλλες ακολουθούν φθίνουσα πορεία ή πεθαίνουν. Ορισμένες γλώσσες που θεωρούνται νεκρές μπορεί μερικές φορές να αναβιώνουν (π.χ. η γλώσσα της Κορνουάλης). Επομένως, επιδίωξη αυτού του κεφαλαίου είναι να εξετάσει τις γλωσσικές κοινότητες, τη γλωσσική επαφή, τη γλωσσική μεταβολή και τη γλωσσική σύγκρουση. Θα δείξουμε πως οι αποφάσεις για τη δίγλωσση [bilingual] εκπαίδευση αποτελούν μέρος ενός ευρύτερου συνόλου· ότι θα κατανοήσουμε σωστά τη δίγλωσση εκπαίδευση, μόνο εάν εξετάσουμε τις συνθήκες των γλωσσικών κοινοτήτων όπου εντάσσεται αυτή η εκπαίδευση.

Εδώ βλέπουμε τη γλώσσα στην κοινωνία από κοινωνιογλωσσική άποψη, εξετάζοντας κεντρικές έννοιες όπως η διγλωσσία, η γλωσσική μετακίνηση, η γλωσσική διατήρηση, ο θάνατος της γλώσσας και η γλωσσική εξάπλωση. Επιπλέον γίνεται μια γλωσσολογική θεώρηση αυτών των θεμάτων (π.χ. η αλλαγή στη σύνταξη, τη σημειολογία και το λεξιλόγιο), η οποία δεν περιλαμβάνεται στο παρόν κεφάλαιο ούτε στο επόμενο το σχετικό με τη γλωσσική αναβίωση […]. Η κοινωνιογλωσσική θεώρηση ξεκινά με την εξέταση της κεντρικής για την κοινωνιογλωσσολογία ιδέας της κοινωνικής διγλωσσίας [diglossia].

Κοινωνική διγλωσσία

Ο όρος διγλωσσία [bilingualism] χρησιμοποιείται κανονικά για να περιγράψει τις δύο γλώσσες ενός ατόμου. Όταν όμως το κέντρο βάρους μετατοπίζεται σε δύο γλώσσες στην κοινωνία, χρησιμοποιείται ο όρος κοινωνική διγλωσσία [diglossia]. Αν και ο όρος κοινωνική διγλωσσία έχει αποκτήσει την τελευταία εικοσαετία μεγαλύτερη ευρύτητα και ακρίβεια, αρχικά αναφερόταν στη συνύπαρξη δύο γλωσσών. Πρακτικά η γλωσσική κοινότητα είναι πιο πιθανό να χρησιμοποιεί τη μία γλώσσα σε ορισμένες περιστάσεις και για ορισμένες λειτουργίες και την άλλη σε διαφορετικές περιστάσεις και για διαφορετικές λειτουργίες. Λόγου χάρη, μια γλωσσική κοινότητα μπορεί να χρησιμοποιεί την κληροδοτημένη, μειονοτική γλώσσα της στο σπίτι, για σκοπούς θρησκευτικούς και σε κοινωνικές δραστηριότητες. Η ίδια γλωσσική κοινότητα μπορεί να χρησιμοποιεί τη γλώσσα της πλειοψηφίας στην εργασία, στην εκπαίδευση και στα μέσα μαζικής ενημέρωσης.

Ferguson […] περιέγραψε για πρώτη φορά την κοινωνική διγλωσσία ως ύπαρξη δύο ποικιλιών της ίδιας γλώσσας (διαλέκτων). Ο Fishman […] επέκτεινε την ιδέα της κοινωνικής διγλωσσίας στη συνύπαρξη δύο γλωσσών μέσα σε μια γεωγραφική περιοχή. Στην αρχική περιγραφή του Ferguson γίνεται διάκριση ανάμεσα σε μια ανώτερη γλωσσική ποικιλία (την καλούμενη Α) και μια κατώτερη ποικιλία (καλούμενη Κ). Μπορεί επίσης να γίνει μια μάλλον μη ουδέτερη και μεροληπτική διάκριση ανάμεσα στη γλωσσική πλειονότητα (Α) και τη γλωσσική μειονότητα (Κ) μιας χώρας. Και στις δύο περιπτώσεις, οι διαφορετικές γλώσσες ή ποικιλίες χρησιμοποιούνται, όπως δείχνει ο ακόλουθος πίνακας, για διαφορετικούς σκοπούς.

ΠεριβάλλονΠλειονοτική γλώσσαΜειονοτική γλώσσα
1. Σπίτι και οικογένεια Ö
2. ΜόρφωσηÖ 
3. Μέσα μαζικής ενημέρωσηςÖ 
4. Επιχειρήσεις και εμπόριοÖ 
5. Κοινωνική και πολιτιστική δραστηριότητα στην κοινότητα Ö
6. Αλληλογραφία με συγγενείς και φίλους Ö
7. Αλληλογραφία με κυβερνητικές υπηρεσίεςÖ 

Από το παράδειγμα φαίνεται ότι οι γλώσσες είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται σε διαφορετικές περιστάσεις, με την κατώτερη ποικιλία να χρησιμοποιείται πιθανότατα σε ανεπίσημο, προσωπικό επίπεδο και την ανώτερη ή πλειονοτική γλώσσα να χρησιμοποιείται περισσότερο σε τυπικό, επίσημο περιβάλλον. Η χρήση της κατώτερης ποικιλίας της γλώσσας σε μια περίσταση όπου αναμένεται να χρησιμοποιηθεί η ανώτερη ποικιλία, πιθανόν να προκαλέσει αμηχανία ή και γελοιοποίηση.

Ο Πίνακας δείχνει ότι το διαφορετικό γλωσσικό περιβάλλον προσδίδει συνήθως μεγαλύτερο κύρος στη μία από τις δύο γλώσσες. Μερικές φορές αντιλαμβανόμαστε την πλειονοτική γλώσσα ως ανώτερη, περισσότερο κομψή και παιδαγωγική. Η ανώτερη ποικιλία μπορεί να θεωρείται το κλειδί για την εκπαιδευτική και οικονομική επιτυχία.

Θα ήταν χρήσιμο να εξετάσουμε την έννοια της κοινωνικής διγλωσσίας παράλληλα με την έννοια της ατομικής διγλωσσίας. Ο Fishman […] υποστήριξε ότι η ατομική διγλωσσία αφορά τους ψυχολόγους και τους γλωσσολόγους. Η ατομική διγλωσσία αναφέρεται στην ικανότητα του ατόμου να χρησιμοποιεί περισσότερες από μία γλώσσες. Η έννοια της κοινωνικής διγλωσσίας, έλεγε, έπρεπε να μελετηθεί από τους κοινωνιολόγους και τους κοινωνιογλωσσολόγους. Ο Fishman […] συνδυάζει τους όρους ατομική διγλωσσία καικοινωνική διγλωσσία, για να περιγράψει τέσσερις γλωσσικές περιπτώσεις όπου καθένα από τα δύο αυτά είδη διγλωσσίας είναι δυνατόν να υπάρξει με ή χωρίς το άλλο. Ο πίνακας που ακολουθεί είναι βασισμένος στο έργο του Fishman […] και απεικονίζει αυτή τη σχέση ανάμεσα στην ατομική και την κοινωνική διγλωσσία.

 ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ
+-
ΑΤΟΜΙΚΗ ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ+1. Κοινωνική και ατομική διγλωσσία3. Ατομική διγλωσσία χωρίς κοινωνική διγλωσσία
-2. Κοινωνική διγλωσσία χωρίς ατομική διγλωσσία4. Ούτε ατομική ούτε κοινωνική διγλωσσία

Η πρώτη περίπτωση είναι μια γλωσσική κοινότητα που περιλαμβάνει και την ατομική και την κοινωνική διγλωσσία. Σε αυτή την κοινότητα σχεδόν όλοι είναι σε θέση να χρησιμοποιήσουν τόσο την ανώτερη γλώσσα (ή ποικιλία) όσο και την κατώτερη γλώσσα (ή ποικιλία). Η ανώτερη γλώσσα χρησιμοποιείται για ένα σύνολο λειτουργιών, η κατώτερη για ένα άλλο σύνολο λειτουργιών. Ο Fishman […] παραθέτει ως παράδειγμα την Παραγουάη, όπου όλοι σχεδόν οι κάτοικοι μιλούν και τα γκουαρανί (γλώσσα των Ινδιάνων της Βολιβίας) και τα ισπανικά. Η πρώτη είναι η κατώτερη ποικιλία, τα ισπανικά η ανώτερη γλώσσα.

Στη δεύτερη περίπτωση που περιγράφει ο Fishman έχουμε μόνο κοινωνική διγλωσσία. Σε αυτό το περιβάλλον θα βρούμε δύο γλώσσες μέσα σ' ένα συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο. Μια ομάδα κατοίκων θα μιλά μια γλώσσα, μια άλλη ομάδα διαφορετική γλώσσα. Ένα παράδειγμα είναι η Ελβετία όπου, σε μεγάλο βαθμό, διαφορετικές γλωσσικές ομάδες (γερμανόφωνοι, γαλλόφωνοι, ιταλόφωνοι, ρωμανόφωνοι) κατοικούν σε διαφορετικές περιοχές. Το επίσημο κύρος των διαφορετικών γλωσσών ίσως θεωρητικά να είναι το ίδιο. Οι δίγλωσσοι ομιλητές που έχουν ευχέρεια και στις δύο γλώσσες αποτελούν μάλλον την εξαίρεση παρά τον κανόνα […].

Σε ορισμένες περιπτώσεις, η ισχυρή ηγετική ομάδα μιλά συνήθως την ανώτερη γλώσσα, ενώ η μεγαλύτερη αλλά λιγότερο ισχυρή ομάδα μιλά μόνο την κατώτερη γλώσσα. Στην περίπτωση, λόγου χάρη, μιας αποικίας, η άρχουσα ελίτ μιλούσε τα αγγλικά ή τα γαλλικά, ενώ ο λαός μιλούσε την ντόπια γλώσσα.

Στην τρίτη περίπτωση έχουμε μόνο ατομική διγλωσσία. Εδώ οι περισσότεροι άνθρωποι είναι δίγλωσσοι και δεν χρησιμοποιούν αποκλειστικά τη μία γλώσσα για συγκεκριμένους σκοπούς. Οποιαδήποτε από τις δύο γλώσσες μπορεί να χρησιμοποιηθεί σχεδόν για κάθε λειτουργία. Ο Fishman […] θεωρεί αυτές τις κοινότητες ασταθείς και σε κατάσταση αλλαγής. Εκεί όπου υπάρχει ατομική διγλωσσία χωρίς κοινωνική διγλωσσία, η μία γλώσσα αναμένεται στο μέλλον να αποκτήσει μεγαλύτερη ισχύ και να χρησιμοποιείται για περισσότερους σκοπούς. Οι λειτουργίες της άλλης γλώσσας μάλλον θα μειωθούν και η ίδια θα εξασθενίσει σε κύρος και χρήση.

Στην τέταρτη περίπτωση δεν έχουμε ούτε ατομική ούτε κοινωνική διγλωσσία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα εδώ είναι μια κοινωνία με γλωσσική ποικιλία, η οποία μεταβλήθηκε ραγδαία σε μια σχετικά μονόγλωσση κοινωνία. Στην Κούβα και στη Δημοκρατία του Άγιου Δομίνικου, οι ντόπιες γλώσσες εξολοθρεύτηκαν. Διαφορετικό παράδειγμα είναι μια μικρή γλωσσική κοινότητα που χρησιμοποιεί τη μειονοτική γλώσσα της για όλες τις λειτουργίες και επιμένει να μην έχει καμία σχέση με την πλειονοτική γλώσσα των γειτόνων της.

Fishman […] ισχυρίζεται ότι η κοινωνική διγλωσσία με ή χωρίς την ατομική παρέχει έναν σχετικά σταθερό, ανθεκτικό γλωσσικό διακανονισμό. Εντούτοις, αυτού του είδους η σταθερότητα είναι ολοένα και πιο σπάνια. Με τη σταδιακή αύξηση της άνετης μετακίνησης και επικοινωνίας, την αύξηση της κοινωνικής και επαγγελματικής κινητικότητας, την περισσότερο παγκόσμια οικονομία και την αυξημένη αστικοποίηση, υπάρχει η τάση για περισσότερες επαφές μεταξύ των γλωσσικών κοινοτήτων. Όπως θα δούμε πιο κάτω, η γλωσσική μετακίνηση [languageshift] τείνει να γίνει πιο συνηθισμένη από τη γλωσσική σταθερότητα. Οι αλλαγές στη μοίρα και την τύχη μιας μειονοτικής γλώσσας συντελούνται, επειδή οι τελείως διαφορετικοί σκοποί που εξυπηρετούν οι δύο γλώσσες αλλάζουν από γενιά σε γενιά. Τα όρια που χωρίζουν τη μία γλώσσα από την άλλη δεν μένουν ποτέ αμετάβλητα. Ούτε η κοινότητα που μιλά τη μειονοτική γλώσσα ούτε οι χρήσεις που επιφυλάσσει αυτή η κοινότητα για την κατώτερη/μειονοτική γλώσσα της είναι δυνατόν να μείνουν μόνιμα κατανεμημένες. Ακόμη και με την εφαρμογή της αρχής της περιφέρειας [territorialprinciple] (σε μια γεωγραφική περιοχή επισημοποιείται μια γλώσσα, ενώ η δεύτερη αποκτά κύρος μέσα σε άλλη γεωγραφική περιοχή), η πολιτική βάση και η βάση ισχύος των δύο γλωσσών αλλάζει με το πέρασμα του χρόνου. Μολαταύτα, η διατήρηση των ορίων μεταξύ των γλωσσών και ο καταμερισμός της χρήσης τους στην κοινωνία μπορεί να είναι απαραίτητες για την επιβίωση της πιο αδύναμης ή κατώτερης ποικιλίας.

Όπου εφαρμόζεται η αρχή της περιφέρειας (π.χ. στην Ουαλία, την Ελβετία), η γεωγραφία χρησιμοποιείται για να ορίσει τα γλωσσικά σύνορα, με τους κατοίκους μιας περιοχής να κατατάσσονται ως ξεχωριστή γλωσσική ομάδα. Το επιχείρημα υπέρ της επιβίωσης, της διατήρησης και της εξάπλωσης της γλώσσας βασίζεται στην ιστορική της ύπαρξη μέσα σε καθορισμένα σύνορα. Ως ιθαγενής γλώσσα της περιοχής, διαφυλάσσει τα γλωσσικά δικαιώματα των κατοίκων με νόμο. Οι ουαλόφωνοι έχουν ορισμένα γλωσσικά δικαιώματα στην Ουαλία (π.χ. χρησιμοποιούν τα ουαλικά στις αίθουσες των δικαστηρίων), τα οποία παύουν να ισχύουν μόλις περάσουν τα σύνορα και μπουν στην Αγγλία. Η αρχή της περιφέρειας ωφελεί τους Ουαλούς αλλά έχει δυσμενείς συνέπειες για τις άλλες γλωσσικές μειονότητες μετοίκων στη Βρετανία […]. Μια σειρά από ερωτήματα αποκαλύπτουν τον κίνδυνο και τον διαχωριστικό χαρακτήρα της περιφερειακής αρχής. Αν τα ουαλικά είναι η γλώσσα της Ουαλίας, πρέπει τα αγγλικά να θεωρηθούν ως η μοναδική νόμιμη γλώσσα της Αγγλίας; Οι γλώσσες ανήκουν σε περιοχές και περιφέρειες και όχι στους ομιλητές ή στις ομάδες αυτών των γλωσσών οπουδήποτε κι αν βρίσκονται; Η παντζάμπι (Panjabi), η ουρντού (Urdu, ινδοστανική διάλεκτος), η γλώσσα της Βεγγάλης (Bengali), η ινδική (Hindi), η ελληνική και η τουρκική ανήκούν μόνο στη μητέρα χώρα; Δεν έχουν καμία θέση αυτές οι γλώσσες στη Βρετανία;

Εκεί όπου εφαρμόζεται η αρχή της περιφέρειας πρέπει οι γλωσσικές μειονότητες ή να μιλήσουν τη γλώσσα της περιφέρειας ή να επιστρέψουν στην πατρίδα τους; Αυτό σημαίνει ότι η αρχή της περιφέρειας ωφελεί μερικούς (π.χ. τους Ουαλούς), ενώ για τους υπόλοιπους είναι απαράδεκτη και άδικη. Στην Ευρώπη υπάρχουν πολλές ιθαγενείς (ή αυτόχθονες) γλώσσες που ζητούν να διατηρηθούν μέσα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Αλλά τι κύρος αρμόζει στις γλώσσες των μετοίκων στην Ευρώπη (π.χ. στις διάφορες ασιατικές γλώσσες όπως η παντζάμπι, η ουρντού, η γλώσσα της Βεγγάλης, η ινδική και η γκουτζεράτι (Gujerati), η γλώσσα της Κένυας);

Ο όρος αρχή της προσωπικότητας [personality principle] είναι ιδιαίτερα χρήσιμος, όταν περιγράφουμε μειονοτικές ομάδες που δεν είναι σε θέση να επικαλεστούν την αρχή της γλωσσικής περιφέρειας. Η "προσωπικότητα" κάθε γλώσσας είναι το σύνολο των περισσότερο ή λιγότερο διακριτών γνωρισμάτων της (π.χ. όπως αποκαλύπτονται μέσα από τις χρήσεις και τις λειτουργίες της, τα έθιμα και τα τελετουργικά, τον πολιτισμό και της σημασίες, τους τρόπους επικοινωνίας και τη λογοτεχνία·[…]). Ένα παράδειγμα χρήσης της αρχής της προσωπικότητας είναι οι Αναβαπτιστές (Amish) της Πενσυλβανίας, οι οποίοι αποφάσισαν να εξασφαλίσουν τη συνέχεια της πατροπαράδοτης γλώσσας τους μιλώντας την αποκλειστικά μέσα στο σπίτι και κρατώντας την αγγλική για το σχολείο και για τις επαφές τους με τον έξω μη εκκλησιαστικό κόσμο. Κρατούν τη μία γλώσσα για συγκεκριμένες κοινωνικές λειτουργίες και την άλλη για καθαρά ξεχωριστές λειτουργίες. Αυτός ο επιμερισμός αποτελεί σχετικά σταθερό διακανονισμό. Αυτού του είδους ο διαχωρισμός ταυτότητας για την κάθε γλώσσα ενυπάρχει στην ψυχή κάθε μέλους της ομάδας. Δεν γίνεται να έχουμε μόνο κοινωνική διγλωσσία, αν αυτή βασίζεται στην αρχή της προσωπικότητας. Αντίθετα, θα έχουμε μόνο κοινωνική διγλωσσία όπου υπάρχει η αρχή της περιφέρειας.

Η αρχή της προσωπικότητας μπορεί να χαρακτηρίζει αυτούς που επικαλούνται την αρχή της περιφέρειας. Ωστόσο η αρχή της προσωπικότητας ως έννοια αποτελεί ιδιαίτερο στήριγμα για τις ομάδες μεταναστών (π.χ. οι ασιατικές γλώσσες στην Ευρώπη και οι πολλές γλωσσικές μειονότητες μετοίκων στον Καναδά και τις Ηνωμένες Πολιτείες). Όσοι δεν μπορούν να διεκδικήσουν περιφερειακά δικαιώματα για τη γλώσσα τους, έχουν τη δυνατότητα να βεβαιώσουν ότι η γλώσσα της παράδοσής τους έχει ξεχωριστή "προσωπικότητα"και ότι χρησιμοποιείται για συγκεκριμένες λειτουργίες που χρήζουν διαφύλαξης και διαχωρισμού από τις χρήσεις της πλειονοτικής γλώσσας. Αυτές οι γλωσσικές ομάδες μπορούν να υποστηρίξουν ότι το δικαίωμά τους να χρησιμοποιούν τη μειοψηφική τους γλώσσα μεταφέρεται ανέπαφο από χώρα σε χώρα και από περιοχή σε περιοχή, διότι έχει τη δική της "προσωπικότητα" ως προς τις χρήσεις της.

Η προσπάθεια συγχώνευσης της αρχής της περιφέρειας με την αρχή της προσωπικότητας όσον αφορά στα γλωσσικά δικαιώματα ονομάστηκε αρχή της ασυμμετρίας [asymmetrical principle] ή ασύμμετρη ατομική διγλωσσία [asymmetrical bilingualism]. Η αρχή, όπως τη συνέλαβαν οι Καναδοί υποστηρικτές της (π.χ. στο Κεμπέκ), δίνει πλήρη δικαιώματα στους ομιλητές της μειονοτικής γλώσσας και λιγότερα δικαιώματα στους ομιλητές της πλειονοτικής γλώσσας. Είναι μια μορφή θετικής διάκρισης που επιδιώκει να κάνει διακρίσεις προς όφελος εκείνων σε βάρος των οποίων γίνονταν συνήθως. Μερικές από τις λειτουργίες της μειονοτικής γλώσσας μπορεί να καθιερωθούν με νομοθεσία, προκειμένου να διατηρηθεί η γλώσσα αυτή με μη αντιδραστικό τρόπο. […]

Στις γλωσσικές κοινότητες, οι λειτουργίες και τα όρια των δύο γλωσσών θα επηρεάσουν την πολιτική και την εφαρμογή της δίγλωσσης εκπαίδευσης και θα εκφραστούν μέσα από αυτή. Σε μια περίπτωση κοινωνικής διγλωσσίας, ποια γλωσσική ποικιλία χρησιμοποιείται στα διαφορετικά στάδια της μόρφωσης, από τον παιδικό σταθμό ως το πανεπιστήμιο, η ανώτερη ή η κατώτερη γλωσσική ποικιλία; Αν η κατώτερη ποικιλία χρησιμοποιείται στο σχολείο, σε ποιους τομείς του αναλυτικού προγράμματος λειτουργεί; Χρησιμοποιείται μόνο για προφορική επικοινωνία ή το σχολείο ενθαρρύνει τη διγλωσσική ικανότητα στον γραπτό λόγο; Η επιστήμη, η τεχνολογία και οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές διδάσκονται στην ανώτερη ή την κατώτερη ποικιλία; Μήπως η κατώτερη επιτρέπεται μόνο για ένα ή δύο χρόνια στο δημοτικό και από εκεί και πέρα αναλαμβάνει η ανώτερη ποικιλία; Το σχολείο αποκλείει σκόπιμα την κατώτερη ποικιλία ως φορέα μάθησης στην τάξη; Οι σκοποί και οι λειτουργίες κάθε γλώσσας στην περίπτωση της κοινωνικής διγλωσσίας εκπροσωπούνται και θεσπίζονται από το σχολείο.

Τελευταία Ενημέρωση: 16 Ιούν 2010, 11:22