ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Κατεβάστε τον Acrobat Reader

Λεξικό Τριανταφυλλίδης 

Λεξικό της κοινής νεοελληνικής 

 

Πίνακας Ρ12


Ρ12 Παθητική φωνή
ενεστ.οριστ. /υποτ.θυμάμαιθυμάσαιθυμάταιθυμόμαστεθυμάστεθυμούνται
  θυμούμαι  θυμούμαστέ  
πρτ.οριστ.θυμόμουνθυμόσουνθυμότανθυμόμαστανθυμόσαστανθυμόνταν
αόρ.οριστ.θυμήθηκαθυμήθηκεςθυμήθηκεθυμηθήκαμεθυμηθήκατεθυμήθηκαν
 υποτ.θυμηθώθυμηθείςθυμηθείθυμηθούμεθυμηθείτεθυμηθούν
 προστ. θυμήσου  θυμηθείτε 
 απαρέμφ.θυμηθεί     
πρκ.οριστ.έχω θυμηθεί (ή είμαι θυμημένος)
 υποτ.να έχω θυμηθεί (ή να είμαι θυμημένος)
 μτχ.θυμημένος
εξακολ. μέλλ. θα θυμάμαι, θα θυμούμαι
στιγμ. μέλλ. θα θυμηθώ
υπερσ. είχα θυμηθεί (ή ήμουν θυμημένος)
συντελ. μέλλ. θα έχω θυμηθεί (ή θα είμαι θυμημένος)
Τελευταία Ενημέρωση: 16 Ιαν 2007, 19:53