Διδακτικές Δοκιμές 

"Δοκίμιο - προφορικός λόγος" 

Ενότητες Α'-Β'-Γ' Λυκείου 

α. Παρουσίαση

Η ενότητα διαρθρώνεται με βασικούς άξονες α) ένα δοκίμιο που οργανώνεται γύρω από ένα κεντρικό θέμα αλλά ελεύθερα, σαν περιδιάβαση στο χώρο των ιδεών, και β) μια ομιλία (διάλεξη) που αποτελεί προσχεδιασμένο προφορικό λόγο. Οι μαθητές θα παρατηρήσουν διαφορές ή και ομοιότητες στα δύο είδη των κειμένων και θα αντιληφθούν τις διαφορές στην οργάνωση και στο ύφος τους. Συμπληρωματικά, θα παρατηρήσουν ανάλογα χαρακτηριστικά με εκείνα της διάλεξης στο κείμενο μιας συνέντευξης που δημοσιεύεται στον Τύπο.

β. Διδακτική πρόταση

Στόχοι

  • Να εστιάσουν οι μαθητές την προσοχή τους στην προφορικότητα (κουβεντιαστός τόνος, πρόσκληση για διάλογο, για συνομιλία) του δοκιμίου με ελεύθερη οργάνωση.
  • Να κατανοήσουν τις απαιτήσεις του προσχεδιασμένου προφορικού λόγου, και μάλιστα σε επιστημονικό επίπεδο ύφους.
  • Να προβληματιστούν για τις περιπτώσεις κειμένων όπου ο προφορικός και ο γραπτός λόγος τέμνονται, και για το πώς η σύζευξη αυτή επηρεάζει το ύφος των κειμένων.

Περιεχόμενο - Διδακτική μεθοδολογία - Διδακτική διαδικασία στην τάξη

Το δοκίμιο του Γ. Σεφέρη

Τα δοκίμια άλλοτε οργανώνονται με αυστηρά λογικό τρόπο και έχουν αποδεικτικό χαρακτήρα, και άλλοτε έχουν πιο ελεύθερη οργάνωση, το κεντρικό θέμα συνδέεται περισσότερο ή λιγότερο συνειρμικά με τις επιμέρους ιδέες και το βάρος πέφτει στην ελεύθερη περιδιάβαση στο χώρο των ιδεών παρά στο καθαρό διάγραμμα του κειμένου. Φυσικά, υπάρχουν διαβαθμίσεις και διακυμάνσεις στον τρόπο της οργάνωσης που προαναφέρθηκε.

Σε ένα πρώτο στάδιο οι μαθητές καλούνται να εντοπίσουν τα χαρακτηριστικά της προφορικότητας στο δοκίμιο του Γ. Σεφέρη "Πάντα πλήρη Θεών". Η προφορικότητα αυτή δεν οφείλεται στο λεξιλόγιο ούτε στη σύνταξη· το λεξιλόγιο καλύπτει μια ευρύτατη εκφραστική ποικιλία, από λέξεις ειδικές -επιστημονικές ως λέξεις καθημερινές, και η δομή των προτάσεων είναι σύνθετη, ενώ υπερτερεί ο λόγος της υπόταξης. Ταυτόχρονα υπάρχει ο τόνος της οικειότητας, ως διάθεση για συνομιλία με τον αναγνώστη. Επίσης, όπως ακριβώς γίνεται και στην οικεία συνομιλία, ο συγγραφέας δεν περιορίζεται αυστηρά σε ένα θέμα, αλλά αγγίζει διάφορα θέματα που σχετίζονται με το κεντρικό, μεταβαίνοντας από το ένα στο άλλο κυρίως συνειρμικά.

Οι μαθητές εντοπίζουν, στη συνέχεια, στο δοκίμιο του Σεφέρη τους συνειρμούς που αρθρώνουν το κείμενο σοφά, έτσι ώστε ο αναγνώστης να περιδιαβάζει, μαζί με το συγγραφέα σε θέματα συναφή, να λοξοδρομεί στα γύρω μονοπάτια, χωρίς όμως και να χάνει τον κύριο δρόμο, που αφορά έναν κεντρικό προβληματισμό: στη συγκεκριμένη περίπτωση, τη σχέση του σύγχρονου κόσμου με τα αρχαία μνημεία.

Αφετηρία για τη γραφή του κειμένου αποτελεί η διαφήμιση με το ναό του Παρθενώνα. Παράλληλο γεγονός η ενασχόληση του συγγραφέα με μια εργασία -"συνεισφορά στην πλατύτερη γνώση των αρχαίων μνημείων". Ακολουθούν οι συνειρμοί:

  • συσσώρευση πληροφοριών στο μυαλό του σύγχρονου ανθρώπου, ασύνδετων συνήθως -> άνθρωποι άλλων εποχών που έβλεπαν με τις αισθήσεις (παράδειγμα του Μακρυγιάννη και του Εβλιά Τσελεμπή) -> τότε σεβασμός και συγκίνηση -> τώρα πιθανόν μονομερής γνώση -> ενώ τα μνημεία ζυμώνονται με το πέρασμα του χρόνου ("με του καιρού τ' αλλάματα")-> Μοροζίνης και Έλγκιν -> ορισμένοι ξενόγλωσσοι επιστήμονες που βλέπουν νεκρό τον αρχαίο κόσμο -> η γλώσσα που πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ζωντανός οργανισμός -> τα μνημεία που είναι σπαρτά, ριζωμένα στον τόπο τους -> που έχουν δική τους ψυχή -> ο "προσκυνητής που μόνον αυτός μπορεί να ανοίξει διάλογο μαζί τους, μακριά από τα τουριστικά πλήθη.

Οι μαθητές μπορούν να σχολιάσουν ακόμα τη χρήση του ρηματικού προσώπου παράλληλα με τη συγκινησιακή λειτουργία της γλώσσας και τον τόνο της φιλικής συνομιλίας· να προσέξουν, για παράδειγμα, το ρήμα συλλογίζομαι (παράγρ. 11), λέξεις και εκφράσεις όπως ένας που έτυχε να έχω στο νου (παράγρ. 5), το αίσθημά μου είναι ότι τούτοι οι ναοί (παράγρ.14), πρώτη φορά τον ονομάζω έτσι (παράγρ. 16), να κατακρεουργήσει τον έκθετο ναό, για να "προστατέψει" στον ίσκιο ενός ανήλιαγου μουσείου όσα σπαράγματα μπόρεσε να σηκώσει (παράγρ. 9).

Να σχολιάσουν, επίσης, το λεξιλόγιο με την ακτίνα των ποικιλιών από το ειδικό λεξιλόγιο (στην ανασύσταση μιας ιδεατής, υποθετικής ίσως, αρχικής μορφής του μνημείου, παράγρ. 8, Αυτή την αρχιτεκτονική την έχουν χαρακτηρίσει "σωματική" ή "γλυπτική αρχιτεκτονική". Κάποτε το μάτι μας διακρίνει γνωρίσματά της. Την "ένταση" λ.χ., παράγρ. 12, κ.ο.κ.) στο προσωπικό λεξιλόγιο (προσκυνητής, παράγρ.16, συμβουλάτορας, παράγρ. 16, να ξυλιάσουμε στη διαπλανητική παγωνιά, παράγρ. 15, κ.ο.κ.).

Στην προφορικότητα ως χαρακτηριστικό του δοκιμίου αναφέρεται και το παρακάτω απόσπασμα:


[…] Παράλληλα, ωστόσο, διακρίνουμε συχνά στο δοκίμιο κάποια προφορικότητα στην έκφραση και κάποια οικειότητα στο ύφος, χαρακτηριστικά που οφείλονται στη διάθεση του δοκιμιογράφου να επικοινωνήσει άμεσα με τον αναγνώστη.
 
Η συχνότητα, πάντως, με την οποία παρουσιάζονται τα παραπάνω γενικά χαρακτηριστικά ποικίλλει, ανάλογα με το ύφος που υιοθετεί ο κάθε δοκιμιογράφος. Έτσι, ενώ τα δοκίμια του Παπανούτσου έχουν συνήθως μάλλον επιστημονική, λογοκρατική διατύπωση, τα δοκίμια του Τερζάκη, του Θεοτοκά και του Σεφέρη έχουν συνήθως μια μάλλον λογοτεχνική διατύπωση και στα κείμενά τους αφθονούν οι εικονικές και μεταφορικές εκφράσεις.
 
Θ. Νάκας (διασκευή)

Σαν πρόσκληση σε συνομιλία και συνεργασία με τον αναγνώστη βλέπει το δοκίμιο και ένας άλλος δοκιμιογράφος, ο Π. Χάρης, όπως φαίνεται από το ακόλουθο απόσπασμα:


"Κλείνω στις σελίδες αυτές μια συζήτηση που, χρόνια τώρα, κάνω με τον εαυτό μου, και καλώ τον αναγνώστη να προσθέσει τις δικές του απορίες, τις δικές του αναζητήσεις και τα δικά του συμπεράσματα… Αυτή άλλωστε η συνομιλία και αυτή η συνεργασία θαρρώ πως είναι το κέντρο του κριτικού και μαζί λογοτεχνικού λόγου, που συνηθίσαμε να τον ονομάζουμε δοκίμιο".
 
(Π. Χάρης, "Υπάρχουν θεοί")

Ο ίδιος ο Σεφέρης σημειώνει, εξάλλου για τα δοκίμιά του τα εξής: τα κείμενα αυτά…


"κάποτε παίρνουν τον προσωπικό τόνο του ημερολογίου κάποτε πάλι είναι ομιλίες, δηλαδή σελίδες γραμμένες περισσότερο για να ακουστούν παρά για να διαβαστούν".
 
(Δοκιμές, Πρόλογος β' έκδοση, Ίκαρος 1981 σελ. 11)

Η ομιλία της Ε. Γλύκατζη - Αρβελέρ (το κείμενο αποτελεί απομαγνητοφώνηση της ομιλίας)

Στη διάλεξη της Ε. Αρβελέρ "Η Ιστορία και η Ιστοριογραφία ως μαθήματα πολιτισμού", σε μια ομιλία δηλαδή με επιστημονικό περιεχόμενο, που εντάσσεται στον προσχεδιασμένο προφορικό λόγο, δεν υπάρχει ο ίδιος κουβεντιαστός τόνος. Διαπιστώνουν οι μαθητές ότι κυριαρχεί η αναφορική-λογική λειτουργία της γλώσσας, με μικρά διαλείμματα συγκινησιακής, που δίνουν χάρη στο ύφος και διευκολύνουν την επικοινωνία με το ακροατήριο· ότι το ύφος του κειμένου είναι κοντά στο επίσημο γραπτό ύφος. Αν αντιστρέψουμε το λόγο του Σεφέρη, ότι τα δοκίμιά του συχνά είναι ομιλίες, γραμμένα περισσότερο για να ακουστούν παρά για να διαβαστούν, στην περίπτωση αυτή έχουμε ομιλία οργανωμένη σχεδόν σαν να ήταν να διαβαστεί, και μάλιστα από απαιτητικούς αναγνώστες. Βέβαια, ο πομπός πρέπει να φροντίσει ώστε ο λόγος του να μην είναι ούτε ιδιαίτερα πολύπλοκος ούτε δυσνόητος, ώστε να γίνεται αντιληπτός από το ακροατήριο χωρίς προβλήματα, αφού τελικά θα ακουστεί και δε θα διαβαστεί.

Μέσα στο πλαίσιο αυτό, του προσχεδιασμένου προφορικού λόγου, επιστημονικού περιεχομένου, η ομιλήτρια:

  • δίνει τις απαραίτητες διευκρινίσεις για θέματα που θίγει ή αναλύει τις έννοιες, όποτε αυτή κρίνει απαραίτητο· παράδειγμα, οι παράγραφοι 14 "Γίνεται αμέσως φανερό ότι η τεκμηρίωση … την ιστορική εξέλιξη" και 22 "Με τον όρο παραδοσιακή ιστορία εννοώ … σε τόνο πάντοτε προσωπικό"
  • δίνει συχνά παραδείγματα, ώστε ο θεωρητικός στοχασμός να γίνει κατανοητός στον ακροατή με τον προφορικό λόγο, όπως π.χ. στην παράγρ. 13 "Να φέρω σαν παράδειγμα τη διδασκαλία της Γαλλικής Επανάστασης … δάσκαλο ιστορίας", στην παράγρ. 17 "Αναφέρω … πλαίσιο της εποχής", στην παράγρ. 18 "Π.χ. η ψυχανάλυση … στην εκλογή των θεμάτων" κτλ.
  • χρησιμοποιεί το α΄ ρηματικό πρόσωπο· το πρόσωπο αυτό δηλώνει μετατόπιση από την απόλυτη κυριαρχία της αναφορικής λειτουργίας της γλώσσας σε τόνο πιο προσωπικό.

Βεβαίως από την απομαγνητοφώνηση της διάλεξης λείπουν τα εξωγλωσσικά στοιχεία αλλά και τα παραγλωσσικά γνωρίσματα της προφορικής έκφρασης που θα έδιναν την πλήρη εικόνα της λειτουργίας του προσχεδιασμένου προφορικού λόγου. Ωστόσο, κάποια σημάδια τους αποτυπώνονται στο κείμενο και οδηγούν υποθετικά σε συμπεράσματα για τον τόνο και το ύφος της ανάγνωσης, π.χ.:

  • το χιούμορ της παραγρ. 21 ελαφρώνει για λίγο την ατμόσφαιρα: " -των μεγάλων αντρών λένε πάντα, ποτέ των γυναικών -"
  • η σύνταξη στην παράγρ. 24 "Καλά, βέβαια, τα ιστορικά φιλμ […] ενδιαφέροντα τα ιστορικά μυθιστορήματα", όπου, καθώς λείπει το ρήμα, προσδοκούμε ανάλογο επιτονισμό.

Από την άλλη μεριά, τα ακόλουθα στοιχεία μπορούν να ιδωθούν ως ομοιότητες ανάμεσα στα δύο κείμενα:

  • ο λόγος της υπόταξης
  • η ποικιλία του λεξιλογίου, από τις αφηρημένες έννοιες στο οικείο επίπεδο ύφους
  • η προσπάθεια για επικοινωνία με το δέκτη, με τους τρόπους που παρουσιάστηκαν προηγουμένως στην κάθε περίπτωση

Γενικά, και τα δύο κείμενα μπορούν να θεωρηθούν παραδείγματα όπου ο γραπτός λόγος τέμνεται με τον προφορικό, καθώς αναμιγνύονται χαρακτηριστικά και από τα δύο είδη λόγου, ώστε να εξ-υπηρετήσουν τις επιλογές του πομπού για τη μορφή της επικοινωνίας που θέλει να επιτύχει κάθε φορά με το δέκτη.

Συμπληρωματικά:

οι μαθητές μπορούν να ασχοληθούν με ένα κείμενο συνέντευξης όπως δημοσιεύεται στον Τύπο (εδώ δίνεται απόσπασμα από τη συνέντευξη του ελληνιστή J. Lacarriere). Η προσοχή τους να εστιαστεί στο ότι ο λόγος παρουσιάζει και σε αυτή την περίπτωση γνωρίσματα του προσχεδιασμένου προφορικού, καθώς το πρόσωπο που δίνει τη συνέντευξη γνωρίζει εκ των προτέρων το θέμα για το οποίο θα μιλήσει, στις γενικές γραμμές τουλάχιστον, και καθώς πριν από τη δημοσίευση της συνέντευξης γίνεται ένα "χτένισμα" στην έκφραση. Μπορεί να γίνει το εξής "πείραμα": να παραλειφθούν οι ερωτήσεις του δημοσιογράφου και να διαβαστούν οι απαντήσεις σαν ενιαίο κείμενο. Οι μαθητές μπορούν να συζητήσουν πόσο το κείμενο αυτό είναι κοντά σε ένα γραπτό κείμενο που θα αναφερόταν στο ίδιο θέμα.

Ασκήσεις στην τάξη και εργασίες για το σπίτι

Οι μαθητές μπορούν να συζητήσουν στην τάξη διάφορα θέματα που θίγονται στο δοκίμιο του Γ. Σεφέρη, όπως:

  • Η άποψη του Σεφέρη για τη γλώσσα (παράγρ. 11)
  • Ο ρόλος των παραδειγμάτων στο συγκεκριμένο δοκίμιο (πράγρ. 5,6, 9 κτλ.)
  • Η επίκληση στο παραμύθι και στη σημασία του (παράγρ. 14)
  • Η άποψη ορισμένων μελετητών για τη σχέση των μνημείων με τον περιβάλλοντα χώρο (παράγρ. 11-13)
  • Ο τρόπος που προτείνει ο Σεφέρης για την προσέγγιση των αρχαίων μνημείων (παράγρ. 14, 15).

Τα παραπάνω θέματα θα οδηγήσουν σε αντίστοιχα κείμενα των μαθητών στο σπίτι, με επιλογή του καθηγητή και των μαθητών, και με ανάλογο κάθε φορά επικοινωνιακό πλαίσιο.

Είναι πάντως σημαντικό να γράψουν τουλάχιστον ένα κείμενο, με αφορμή το δοκίμιο του Σεφέρη, σαν ανταπόκριση στο διάλογο που φαίνεται ότι επιθυμεί να ανοίξει ο συγγραφέας με τον αναγνώστη. Το κείμενο αυτό μπορεί να γραφτεί στο σπίτι ή και στην τάξη, ως γραπτή έκφραση με ελεύθερη μορφή.

Τα επόμενα θέματα είναι ενδεικτικά:

Εκφράστε ελεύθερα σε ένα δικό σας κείμενο τις απορίες, τις εντυπώσεις, τα συναισθήματα και τις σκέψεις που γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια της μελέτης του δοκιμίου. Το κείμενό σας μπορεί, εξάλλου, να αναπτυχθεί με αφορμή ένα ή ορισμένα μόνο σημεία του κειμένου που σας προβλημάτισαν ή είχαν ιδιαίτερη απήχηση στα βιώματά σας.

Με αφορμή κάποιο περιστατικό που σας προξένησε ιδιαίτερη εντύπωση, προσπαθήστε να καταθέσετε γραπτά σκέψεις και αντιδράσεις που συνδέονται άμεσα, έμμεσα ή συνειρμικά με το περιστατικό αυτό. Μπορείτε, επομένως, να οργανώσετε το κείμενό σας λογικά ή συνειρμικά, να χρησιμοποιήσετε κυριολεκτική ή μεταφορική γλώσσα, αρκεί να γίνει φανερός ο προβληματισμός σας.

Για την επεξεργασία του κειμένου της Ε. Αρβελέρ δίνονται ενδεικτικά οι παρακάτω ερωτήσεις:

  • Το κείμενο της Ε. Αρβελέρ είναι -απομαγνητοφωνημένη- ομιλία. Μια ομιλία πρέπει σε περιορισμένο χρόνο να ενημερώσει τους ακροατές για ένα συγκεκριμένο θέμα και, συχνά, να τους πείσει να "δουν" το θέμα αυτό από την οπτική του ομιλητή. Μέσα στο πλαίσιο αυτό να διερευνήσετε:
    • Ποιο είναι το θέμα το οποίο η ομιλήτρια παρουσιάζει στο ακροατήριο;
    • Ποια είναι η οπτική (η θέση) της ομιλήτριας για το θέμα αυτό;
    • Με ποια επιχειρήματα στηρίζει τη θέση της και αιτιολογεί την οπτική της; Αξιολογώντας τα επιχειρήματα, να αναφέρετε κάποιο από αυτά που το βρίσκετε ιδιαίτερα αποτελεσματικό.
    • Ποιο είναι το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει;
    • Να αναφέρετε δύο τουλάχιστον σημεία του κειμένου που, κατά τη γνώμη σας, στηρίζουν και αιτιολογούν την πρόταση του τίτλου.
  • Οι μαθητές μπορούν να επιλέξουν κάποιο από τα θέματα που θίγει η Αρβελέρ στην ομιλία της και να οργανώσουν ένα δικό τους κείμενο, αναπτύσσοντας τις δικές τους σκέψεις, κάνοντας σχόλια κτλ.. Το κείμενο αυτό θα το παρουσιάσουν στην τάξη σε προσχεδιασμένο προφορικό λόγο (βλ. και Έκφραση -Έκθεση Α΄ Λυκείου, σ.135,136).

Επίσης, τα θέματα που συζήτησαν με αφορμή το δοκίμιο του Σεφέρη μπορούν να αναπτυχθούν με τον ίδιο τρόπο. Ανάλογη αφορμή για προσχεδιασμένη προφορική έκφραση μπορούν να δώσουν και οι σκέψεις που διατυπώνονται στο κείμενο της συνέντευξης του Lacarriere.

Διδακτικό υλικό

  • Κείμενο α': "Πάντα πλήρη Θεών", Γ. Σεφέρης, Δοκιμές
  • Κείμενο β': "Η Ιστορία και η Ιστοριογραφία ως μαθήματα πολιτισμού", Ε. Γλύκατζη -Αρβελέρ
  • Κείμενο γ': "Η Ελλάδα βρίσκεται σε όλο τον κόσμο", J. Lacarriere, 18.7.1999
  • Βιβλίο του μαθητή
    • Έκφραση -Έκθεση Α΄ Λυκείου, σ. 131, 135-136
    • Έκφραση -Έκθεση Γ΄ Λυκείου, σ. 114-121
    • Υλικό που θα περιέχει η αναθεωρημένη έκδοση του βιβλίου της Γ΄ Λυκείου

Κείμενο α΄

"Πάντα Πλήρη Θεών"


Τούτες τις μέρες, σε μια μουντή αίθουσα αναμονής, βρέθηκε τυχαία στα χέρια μου ένα αμερικάνικο εικονογραφημένο πλατιάς κυκλοφορίας. Σκόνταψα σε μια έγχρωμη ολοσέλιδη διαφήμισή του: παράσταινε τη δυτική πρόσοψη του Παρθενώνα. Στη δεξιά γωνιά της ζωγραφιάς, παράμερα, σαν αφηρημένη οπτασία, δυο νεαροί τουρίστες ακουμπούσαν, μπροστά σε δυο γεμάτα ποτήρια, σ' ένα σπόνδυλο κολόνας που τους χρησίμευε για τραπεζάκι. Τούτη η ρεκλάμα διατυμπάνιζε: "Όσο περισσότερα ξέρετε για την αρχαία αρχιτεκτονική, τόσο περισσότερο σας αρέσει η Ακρόπολη" ("The more you know about ancient architecture the more you like the Acropolis"). Σκοπός αυτής της σκηνοθεσίας ήταν η διάδοση ενός αγγλοσαξονικού ποτού.
 
Δεν είμαι ζηλωτής της σύγχρονης "τουριστοκρατίας" που θαμπώνει τα χρόνια μας, αλλά τη στιγμή που συλλογίζομαι μια εργασία που, δίκαια νομίζω, φιλοδοξεί να αποτελέσει αξιόλογη συνεισφορά στην πλατύτερη γνώση των αρχαίων μνημείων μας, αυτούς τους "συνδετικούς κρίκους των παλαιών με τους σημερινούς", δεν εδυσκολεύτηκα να σημειώσω το παραπάνω περιστατικό. Δείχνει, αλήθεια, σε τι απόσταση βρίσκεται το σημερινό παρόν, αυτό που απορροφούμε με όλους τους πόρους του κορμιού μας, από εκείνα τα βαθιά περασμένα.
 
"Όσο περισσότερα ξέρετε για την αρχαία αρχιτεκτονική . . .".
 
Δεν ξέρω καθόλου τι θα κέρδιζε η απόλαυση στην Ακρόπολη των δύο αυτών νεαρών, αν αδειάζαμε ξαφνικά στο κεφάλι τους λίγες κάπως πιο ειδικές, αλλ΄ αρκετά γνωστές, αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες. Ότι λ.χ. δεν υπάρχει στον Παρθενώνα ούτε μια πραγματικά ευθεία γραμμή· ότι ο παραλληλεπίπεδος, όπως μας φαίνεται, τούτος ναός, αν τον προεκτείναμε από το έδαφος ένα ή δύο χιλιόμετρα, θα έπαιρνε την όψη πυραμίδας· ότι όλες αυτές και άλλες λεπτότητες, αδιόρατες για μας (χρειάστηκαν οι σημερινοί να κάμουν προσεκτικές καταμετρήσεις για να τις εξακριβώσουν), ήταν ωστόσο ορατές για τα μάτια των ανθρώπων των καιρών εκείνων. Έτσι, πολύ το φοβούμαι, η διαφήμιση που κέντρισε την προσοχή μου, πρέπει να μη σημαίνει πραγματικά τίποτε άλλο παρά κάποιας λογής δεισιδαιμονία της τεχνοκρατικής εποχής μας, που σπρώχνει τον άνθρωπο να συσσωρεύει πληροφορίες και λεπτομέρειες, λίγο-πολύ ασύνδετες, πάνω στο καθετί.
 
Και αναρωτιέμαι μήπως δε με συγκινούν περισσότερο άνθρωποι άλλων χρόνων, που οι γνώσεις τους μπορεί να έφερναν σήμερα θυμηδία, αλλά που είχαν αισθήσεις πιθανότατα πιο κοντά στην ισορροπία που θα λαχταρούσα να έβλεπα κάπου - κάπου στις ψυχές των τριγυρινών μου.Ο ένας που έτυχε να έχω στο νου, είναι ένας αγράμματος Έλληνας των αρχών του περασμένου αιώνα. Τα λιγοστά γράμματα που ήξερε, τα είχε μάθει στα τριανταπέντε του χρόνια για να γράψει Απομνημονεύματα, πασίγνωστα σήμερα. Μιλά, καθώς το σημειώνει, σε κάτι στρατιώτες, προς το τέλος της Ελληνικής Επανάστασης, που γύρευαν να πουλήσουν σε "Ευρωπαίους" δύο αρχαία αγάλματα· τους λέει: "Αυτά, και δέκα χιλιάδες τάλαρα να σας δώσουνε, να μην το καταδεχτείτε να βγουν από την πατρίδα μας. Γι' αυτά πολεμήσαμε". Μνημόνευα τον Μακρυγιάννη (Β΄ 303). Τα λόγια του δεν είναι ρητορείες σοφολογιότατου. Λέγουνται από έναν άνθρωπο που ήξερε, καθώς το μαρτυρά η ζωή του και το βάρος της λαλιάς και το βάρος του πόνου.
 
Ο άλλος είναι ένας μωαμεθανός ταξιδιώτης σπουδαγμένος στη δική του παράδοση (γεννήθηκε στην Πόλη) και απηχεί, δεν ξέρω ως ποιο βαθμό, τα όσα άκουσε στις περιπλανήσεις του. Τ' όνομά του Εβλιά Τσελεμπή· ταξίδεψε και στην Ελλάδα κατά το 1667 […]
 
Όσο και να φαίνεται παιδικά χαμηλή η επιστημονική στάθμη και του Έλληνα και του Τούρκου, βρίσκω πως μαρτυρούν και οι δυο τέτοιο σεβασμό και συγκίνηση γι' αυτά τα πράγματα, που δύσκολα τον συναντούμε στον υπερεπιστημονικό καιρό των μηχανικών αυτοματισμών που ζούμε.
 
Τέλος, θα ήθελα να σημειώσω πως δεν πρέπει να λησμονούμε ότι μια μονομερής γνώση της αρχαίας αρχιτεκτονικής μπορεί να μας φέρει - είδα τέτοια περίπτωση - στην ανασύσταση μιας ιδεατής, υποθετικής ίσως, αρχικής μορφής του μνημείου· σ' ένα αρχιτεκτονικό σχέδιο, μια χρωματιστή μακέτα.
 
Αλλά η σημερινή αλήθεια αυτών των παλαιών επιτευγμάτων είναι άλλη· είναι ζυμωμένη με το πέρασμα του καιρού:
 
- με του καιρού τ' αλλάματα π' αναπαημό δεν έχου
- μα στο καλό κι εις το κακό περιπατούν και τρέχου.
 
Αυτά έφεραν την ακατάπαυτη φθορά και, για να θυμηθώ τα πιο διαβόητα, αυτά θέλησαν να γίνει ο Παρθενώνας μπαρουταποθήκη κι έστησαν στον αντικρινό λόφο τα κανόνια του Μοροζίνη ή οδήγησαν την πουριτανική "φιλανθρωπία" του Έλγκιν - όπως την ονομάζουν οι απολογητές του - να κατακρεουργήσει τον έκθετο ναό, για να "προστατέψει" στον ίσκιο ενός ανήλιαγου μουσείου όσα σπαράγματα μπόρεσε να σηκώσει.
 
Τέλος, αυτά "του καιρού τ' αλλάματα" μας προσφέρουν συχνά συμπεράσματα που θα ξάφνιαζαν αν έπαιρναν τη μορφή δογμάτων. Περιορίζομαι λ.χ. σε τούτο:
 
"Το πνευματικό χάσμα ανάμεσα στον αρχαίο και τον σύγχρονο κόσμο είναι μεγαλύτερο από όσο είναι πραγματικά συνειδητό. . . Ύστερα από εντατική μελέτη, η διάσταση μοιάζει ακόμη πιο πλατιά και πιο βαθιά, σε τέτοιο σημείο, που μου έτυχε ν΄ ακούσω μια από τις μεγαλύτερες ζώσες αυθεντίες πάνω στη λογοτεχνία (και στην αρχιτεκτονική) να ξαφνίζει ένα ακροατήριο κλασικών φιλολόγων, καθώς εβεβαίωνε ότι το πνεύμα των αρχαίων Ελλήνων είναι ολωσδιόλου αλλότριο για μας. . ."
 
Είναι κι αυτή μια γνώμη.
 
Όμως συλλογίζομαι πως το θέμα θα' πρεπε να το ιδεί κανείς από τις δυο του όψεις· πρόκειται για δυο κατηγορίες είδους, όχι ποιού: η μια είναι του ξενόγλωσσου, και, καθώς τον συλλογίζομαι, θέλω να τονίσω αμέσως ότι δεν έχω διόλου στο νου τόσους επιστήμονες που με θαυμαστή γνώση και με λεπτότατες αισθήσεις αναλώθηκαν στην εξερεύνηση του αρχαίου κόσμου, αλλά εκείνους που βλέπουν ένα κόσμο τελειωτικά παρωχημένο, που ξεψύχησε, ένα περίτεχνο φέρετρο. Το φέρετρο εύκολα το μετακινάει κανείς, αλλά τους ζωντανούς είναι πολύ δύσκολο, γιατί πονούν, να τους αλλάξει ή να τους ξεριζώσει για να τους μεταφυτέψει. Τη γλώσσα μας λ.χ. είναι αδύνατο να την αντικρίσει κανείς αλλιώς παρά σαν ανάσα ζωντανών ανθρώπων· όχι σαν τον ναυαγοσωστικό ζήλο γραμματικών.
 
Για τούτα, ως εδώ· δε μένει καιρός για περισσότερα.
 
Αυτή την αρχιτεκτονική την έχουν χαρακτηρίσει "σωματική" ή "γλυπτική αρχιτεκτονική". Κάποτε το μάτι μας διακρίνει γνωρίσματά της. Την "ένταση" λ.χ. πιο φανερή στην ονομαζόμενη "Βασιλική" της Ποσειδωνίας· έτσι ονόμαζαν οι αρχαίοι εκείνο το φούσκωμα των κιόνων, σαν να έχουν φουσκώσει από το βάρος που βαστάζουν. Τέτοιες λεπτομέρειες άλλοι θα τις πουν αρμοδιότερα. Θέλω μόνο να υπογραμμίσω ότι ο ναός των αρχαίων, ο "σηκός" πιο συγκεκριμένα, δεν είναι κατά βάθος άλλο παρά το κέλυφος μιας εικόνας, του αγάλματος ενός θεού, είναι η "καλύβα" ενός από αυτούς που αφομοίωσε ή χώνεψε, ό,τι και να λένε, ο Χριστιανισμός. Του Ποσειδώνα στο Σούνιο, της Αθηνάς στην Ακρόπολη, του Απόλλωνα στη Φιγάλεια. […]
 
Μελετητές αυτών των μνημείων, προσηλωμένοι στην εντέλειά τους, τα πίστεψαν σαν απομονωμένα από το περιβάλλον τους και τα θεωρήσαν αδιάφορα για το τριγυρινό τους τοπίο· το τεχνικό κατόρθωμα αυτών των έργων, σκέφτηκαν, είναι τέτοιο που μπορούν ν' ανθέξουν σ' όποιο τόπο κι αν βρεθούν, και είναι ρομαντισμός να λέμε πως χρειάζονται να τα συμπληρώσουν οι γραφικότητες μιας ωραίας θέας. […]
 
Το αίσθημά μου είναι ότι τούτοι οι αρχαίοι ναοί της Ελλάδας, της Μεγάλης Ελλάδας, της Ιωνίας, είναι με κάποιον τρόπο σπαρτοί, ριζωμένοι στα τοπία τους. Αφού χαλάστηκαν και ερειπώθηκαν οι "καλύβες" αυτές των αθανάτων, οι άστεγοι θεοί γύρισαν εκεί που άρχισαν, χύθηκαν ξανά έξω στο τοπίο και μας απειλούν με πανικούς φόβους ή και με θέλγητρα, παντού: "Πάντα πλήρη θεών" έλεγε ο Μιλήσιος Θαλής. Χρειάζουνται καμιά φορά τα παραμύθια.
 
Όσο και να μας το επιτρέπει η λογική θεώρηση τούτης της αρχιτεκτονικής, να φανταστούμε πώς θα ήταν δυνατό να μετακομίσουμε κομμάτι το κομμάτι τα απομεινάρια αυτών των κτισμάτων σε απόμακρες χώρες, πολύ φοβούμαι, δε θα έχουμε επιτύχει τίποτε άλλο παρά να μεταφέρουμε σωρούς σαρίδια. Θα χάναμε πολύ κόπο, αν προσπαθούσαμε να εξηγήσουμε το γιατί. Σε τούτο το αστάθμητο ερώτημα, θα ήταν πιο απλό αν αποκρινόμασταν: "οι θεοί δεν το θέλουν" - ό,τι κι αν τούτο σημαίνει. Εκτός αν προτιμούμε να περιμένουμε ώσπου ν' απογυμνωθούμε ολωσδιόλου, και δε μας μένει πια τίποτε άλλο παρά να ξυλιάσουμε στη διαπλανητική παγωνιά.
 
Με άλλα λόγια, χρειάζεται, νομίζω, μια πίστη σ' αυτά τα αρχαία σημάδια μέσα στο τοπίο τους· η πίστη πως έχουν δική τους ψυχή. Τότε, θα μπορέσει ο προσκυνητής - πρώτη φορά τον ονομάζω έτσι - να πιάσει ένα διάλογο μ'αυτά. Όχι μέσα σε τουριστικά πλήθη ποικιλότροπα αναστατωμένα, αλλ' αν μπορώ να πω: μόνος, καθρεφτίζοντας την ψυχή που διαθέτει, στην ψυχή αυτών των μαρμάρων μαζί με το χώμα τους. Μπορεί να γίνομαι συμβουλάτορας αιρέσεων, όμως δεν μπορώ να χωρίσω το ναό του Δελφικού Απόλλωνα από τις Φαιδριάδες ή την κορυφογραμμή της Κίρφης. Ευτυχώς η γη μας είναι σκληρή, οι πρασινάδες της δε σε πλαντάζουν, τα χαρακτηριστικά της είναι βράχια, βουνά και πελάγη. Κι έχει ένα τέτοιο φως.
 
(Γ. Σεφέρης, Δοκιμές)

Κείμενο β΄

Η Ιστορία και η Ιστοριογραφία ως μαθήματα πολιτισμού


Πιστεύεται ότι ο άνθρωπος είναι το μόνο δημιούργημα της φύσης, το μόνο ζώο δηλαδή, που έχει μνήμη των έργων του και των βιωμάτων της ομάδας που ανήκει.
 
Μ' αυτό το σκεπτικό έγινε δεκτό ότι μόνο ο άνθρωπος έχει ιστορία συνειδητή και ακόμη πιο ριζικά εκφράστηκε το αξίωμα ότι ο άνθρωπος είναι ο δημιουργός της ιστορίας.
 
Η ιστορία, σύνοψη μνήμης ατόμων και ομάδων, είναι, λοιπόν, έργο μόνο του ανθρώπου: ιδού η αρχή που εδραιώνει την ιστορική εμπειρία. Σ' αυτήν την αρχή, όμως, υπάρχει ανταπάντηση, που λέει ότι: "Όσο η ιστορία είναι δημιούργημα του ανθρώπου, άλλο τόσο και ο άνθρωπος, ο ενταγμένος στο χρόνο, είναι δημιούργημα της ιστορίας".
 
Η γνώμη αυτή εύκολα μπορεί να θεωρηθεί σαν εισαγωγή της μελέτης που θέλει την ιστορία (και κατά επέκταση την ιστοριογραφία σαν μέγιστο ανθρωπιστικό μάθημα, μολονότι, (βέβαια με κάποια υπερβολή), ο Hegel έγραψε ότι "το μόνο πραγματικό δίδαγμα της ιστορία είναι ότι κανείς δεν διδάσκεται ποτέ τίποτε από αυτήν".
 
Η αθέλητη αυτή εγελιανή ταύτιση του ιστορικού μαθήματος, με την όποια άχρηστη πείρα του ανθρώπου που αδυνατεί να γίνει μάθημα για τον άλλον, μάλλον πρέπει να θεωρηθεί άποψη επιφανειακή και άσχετη από το δίδαγμα που δίνει η γνώση του ιστορικού γίγνεσθαι.
 
Είναι φανερό ότι η ανάδειξη της ιστορίας σε επιστήμη, με γνωσιολογικό περιεχόμενο και με ειδικούς κανόνες επιστημολογικούς, ανάγει την ιστορική πράξη, πέρα από μια απλή εμπειρία, σε ύψος "κτήματος ες αεί"· σε μνημείο, δηλαδή σε ορόσημο μνήμης, και γι' αυτό σε δίδαγμα και βάση αγωγής και ζωής.
 
Πολλές ενδείξεις υπογραμμίζουν τη σημασία της ιστορίας στη διαπαιδαγώγηση του πολίτη. Η αναφορά στα πάτρια αποτέλεσε πάντοτε μέλημα της πολιτείας στην αναζήτηση της συνοχής της. Η λειτουργία αυτή γίνεται θεσμική και πραγματοποιείται είτε με τη διδασκαλία της παράδοσης (της πατροπαράδοτης δηλαδή ιστορίας), είτε με τη συμμετοχή των πολιτών σε τελετές και εορτές που συνοψίζουν, κατά τη συντακτική τελετουργία, μνήμη συλλογική, πολύχρονη και μακραίωνη. Αυτό άλλωστε, αποκρυσταλλώνεται και υλοποιείται με την ανέγερση μνημείων σε δημόσιους χώρους.
 
Να θυμίζω ότι μνήμη και μνημείο έχουν την ίδια ρίζα και να τονίσω άλλη μια φορά ότι, ο έλεγχος από την πολιτεία της συλλογικής μνήμης, έτσι όπως καταγράφεται στις εθνικές εορτές και στις πανηγυρικές επετειακές συνάξεις, αποδεικνύει, κατά τη γνώμη μου, την αναγνώριση του ρόλου της ιστορίας για τη συνοχή του πολιτικού συνόλου μιας χώρας, δηλαδή του κάθε έθνους.
 
Δεν είναι, λοιπόν, παράξενο ότι ο κάθε λαός, (μέσω βέβαια των ταγών του, πολιτικών και πνευματικών) ασκεί, σχεδόν ασυνείδητα μία εκλεκτική επιλογή των ιστορικών γεγονότων που τον αφορούν. Κρατά δηλαδή και υπογραμμίζει όσα του προσδίδουν αίγλη και μεγαλείο, ενώ παραδίδει σε ιστορική αμνησία, προσπερνά, αγνοεί και αποσιωπά ό,τι υποβαθμίζει την ιστορική του πράξη, είτε εξαιτίας των κινήτρων της, είτε λόγω των κακών αποτελεσμάτων της.
 
Έτσι, ο κάθε λαός, έχει την ιστορία που διάλεξε να έχει. Αυτή η ιστορία αυτοεκτίμησης γεμίζει σήμερα τα σχολικά εγχειρίδια κάθε λαού και κάθε χώρας, άσχετα συχνά από τις επικρίσεις και κρίσεις των ειδικών ευσυνείδητων επιστημόνων.
 
Αυτό, ίσως, εξηγεί και το ότι οι λαοί ανακαλύπτουν πρώτα τη σχέση που έχουν με το παρελθόν τους και ύστερα σκύβουν στη γνώση της ιστορίας τους. Και ας μην ξεχνάμε ότι η ιστορία είναι μεν δημιούργημα του παρελθόντος, αλλά διαβάζεται πάντα στο παρόν και απευθύνεται στο μέλλον. Γι' αυτό και ο καθένας θέλει την πράξη του απέριττη και παραδειγματική, άσχετα από την αλήθεια που η ιστορική επιστήμη καλείται να αποκαταστήσει.
 
Έτσι, το ίδιο γεγονός, διαβάζεται διαφορετικά από τους νικητές και γράφεται διαφορετικά από τους ηττημένους. Και δεν μιλώ εδώ μόνο για γεγονότα που έφεραν σε σύγκρουση διαφορετικούς λαούς και χώρες, αλλά και για γεγονότα διχασμού που αφορούν στην ιστορία ενός και του αυτού έθνους.
 
Να φέρω σαν παράδειγμα τη διδασκαλία της Γαλλικής Επανάστασης στα καθολικά σχολεία. Δεν παρουσιάζεται παρά η τρομοκρατία. Ή την καταγραφή της Βενιζέλειας μικρασιατικής πολιτικής από τους βασιλόφρονες. Η παρατήρηση αυτή θέτει αμέσως νέο πρόβλημα. Το πρόβλημα της ιστοριογραφίας ή ακόμη καλλίτερα θα έλεγα, το πρόβλημα της ιστορίας σαν επιστήμης και, ίσως, και το πρόβλημα της δεοντολογίας στην εξάσκηση του έργου του από κάθε δάσκαλο ιστορίας.
 
Γίνεται έτσι αμέσως φανερό ότι η τεκμηρίωση για τη σύνταξη ιστορίας δεν μπορεί να βασισθεί σε έργα που αποβλέπουν σε εθνικές, πολιτικές ή προσωπικές σκοπιμότητες του τότε ή του τώρα. Είναι αναγκαίο ο ιστορικός να διερευνά πτυχές που είναι άσχετες σε πρώτη όψη από την επίσημα καθιερωμένη πράξη, αλλά που η εξέτασή τους διαφωτίζει την ιστορική εξέλιξη.
 
Έτσι γεννήθηκαν επιστήμες βοηθητικές της ιστορίας, αλλά απαραίτητες για την κατανόηση της κάθε εποχής. Και εδώ δεν μιλώ μόνο για την αρχαιολογία και τους συναφείς κλάδους, αλλά για την ιστορία της τέχνης και της σκέψης, για την ιστορία της οικονομίας, ή για την ιστορική γεωγραφία και δημογραφία, ή ακόμη για την ιστορία των θρησκειών ή την ανθρωπολογία και τα παρακλάδια τους. Είναι όλες τίτλοι επίσημων πανεπιστημιακών εδρών σήμερα.
 
Αναφέρω, για παράδειγμα, ότι τα θέματα που διαλέγει για το Παγκόσμιο Ιστορικό Συνέδριο η Διεθνής Επιτροπή Ιστορικών Σπουδών, είναι πάντοτε αντικείμενο προστριβών μεταξύ των ιστορικών σχολών και ότι εκφράζουν προβλήματα της σύγχρονης έρευνας των ιστορικών επιστημών, έτσι όπως διαμορφώνονται στο γενικότερο ερευνητικό και επιστημονικό πλαίσιο της εποχής.
 
Π.χ., η ψυχανάλυση είναι σήμερα βοηθητική επιστήμη της ιστορίας, όπως και η λεγόμενη ποσοτική ιστορία, δηλαδή τα μαθηματικά και η στατιστική. Μαζί με τις άλλες παραδοσιακές βοηθητικές επιστήμες, όπως η αρχαιολογία ή η ιστορία τέχνης και η οικονομία αποτελούν μέλημα της σύγχρονης ιστορικής μεθοδολογίας. Η ίδια τάση εκσυγχρονισμού παρατηρείται και στην εκλογή των θεμάτων.
 
Έτσι, στο συνέδριο της Στουτγάρδης, εκτός από τα προβλήματα της γυναίκας, μελετήθηκε ο ρόλος και η εικόνα στην ιστορία των επιτεύξεων αντιπάλων ομάδων, καθώς και η θέση αλλότριων στοιχείων ως προς τη σύσταση του εθνικού κατορθώματος του κάθε λαού.
 
Τα θέματα αυτά μαρτυρούν με τον τρόπο τους:
 
α) την επίδραση της τεχνολογικής προόδου στην ιστορική μελέτη, και
β) τη διεθνοποίηση (μάλλον πλανητοποίηση) των σύγχρονων κοινωνιών, που άσχετα από τα ειδοποιά εθνικά, πολιτιστικά στοιχεία, ζουν η κάθε μία σήμερα σε σχέση καθημερινής αλληλεξάρτησης.
 
Η τάση αυτή, που θέλει την ιστορία υποταγμένη στα ερωτήματα του παρόντος καιρού για να προχωρήσει στη μελέτη του παρελθόντος, δημιούργησε συχνά άκριτες και φανατικές αντιδράσεις. Όλες διακηρύσσουν την επιστροφή στην παραδοσιακή ιστοριογραφία, σ' αυτήν δηλαδή, που ασχολείται με τη χρονική ανάλυση των γεγονότων, που θεωρεί το ατομικό έργο των μεγάλων λεγομένων ιστορικών προσωπικοτήτων -των μεγάλων ανδρών λένε πάντα, ποτέ των γυναικών- σαν μόνο οδηγό της ιστορικής πορείας. Σ' αυτήν, τέλος, που θέλει την ιστορική επιστήμη μια πιστή καταγραφή του παρελθόντος. Πρόκειται για την ιστορία-ιστόρημα ψυχωφελές, προσιτό σε όλους, ιδιαίτερα σ' αυτούς που ανάγουν την ιστορία σε ηθικό μάθημα υποδειγματικών πράξεων, τόσο στο εθνικό όσο και στο ατομικό επίπεδο. Ιστορία συντηρητικών τάσεων και απόψεων, ιστορία ηρωική, ηθική και παραδοσιακή.
 
Με τον όρο παραδοσιακή ιστορία εννοώ την αφηγηματική ιστορία, την ιστορία φιλμ των γεγονότων και πηγή επιδερμικών συγκινήσεων, αυτήν δηλαδή που γίνεται σχεδόν μέρος μυθιστορηματικού προβληματισμού και που έτσι μπορεί να δημιουργήσει, στο όποιο κοινό, ερεθίσματα για την προσέγγιση του παρελθόντος σε τόνο πάντοτε προσωπικό.
 
Βέβαια, αυτή η ιστορία, μολονότι μπορεί να είναι (κυρίως για τους νέους) μια εύκολη και ευχάριστη εισαγωγή σε έναν ουσιαστικότερο προβληματισμό σχετικά με το ιστορικό γίγνεσθαι, μένει ακόμη πάντα αυτή η παραδοσιακά μονάχα ιστορική αναλυτική επισκόπηση, μέλημα πολιτικής κυρίως προπαγάνδας· γι' αυτό και σπάνια πετυχαίνει να γίνει ιστορικό έργο, κτήμα ες αεί (κτήμα δηλαδή αέναο) όπως είναι η αυστηρά επιστημονική κριτική εξέταση που αποβλέπει στην αποκάλυψη (ανακάλυψη λέμε στην έρευνα σήμερα), της ιστορικής συνοχής.
 
Καλά, βέβαια, τα ιστορικά φιλμ που κατακλύζουν σήμερα τα οπτικά μέσα ενημέρωσης, ενδιαφέροντα και τα ιστορικά μυθιστορήματα για την εξοικείωση με παρωχημένες συνήθειες και με νεκραναστημένους κόσμους, αλλά οπωσδήποτε είναι άσχετα από την πρόοδο και την αποστολή της ιστορίας σαν επιστήμης.
 
Όπως οι θρύλοι και οι μύθοι, τα έργα αυτά θεωρούνται "παραϊστορική" παραγωγή, που αποβλέπει σε μία νύξη, μία μερική ανάγνωση και, ίσως, μία κάποια γνώση του παρελθόντος, αλλά που, χωρίς αποκρυπτογράφηση και κριτική, αδυνατεί να φωτίσει το ιστορικό γίγνεσθαι. Η μυθευτική αυτή ιστορία είναι ξένη από την επιστημονική εξερεύνηση των ρευμάτων και φαινομένων μακράς ιστορικής διάρκειας, αυτών που ο απόηχός τους και η επίδραση μένουν, και είναι αισθητά στην ιστορική εξέλιξη και διαμόρφωση της κάθεμετέπειτα πολιτιστικής πραγματικότητας.
 
Μιλώ και πάλι για την ιστορική αρχή που θεσπίζει ότι το παρελθόν δεν είναι ποτέ ολότελα παρωχημένο, και ότι ναι μεν ο άνθρωπος κάνει την ιστορία, αλλά κυρίως είναι η ιστορία που κάνει τον καθένα μας να είναι αυτό που είναι. Ας πω μαζί με τον T. S. Elliot, "σκλάβος ή ελεύθερος είναι ο καθένας μας δημιούργημα της ιστορίας του". "Κάρμα" ονόμασε ο Arnold Toynbee την υπόγεια αυτή ιστορική παρουσία στη μετέπειτα πραγματικότητα.
 
Αυτή, η παρούσα ιστορία, κάνει το ιστορικό μάθημα να είναι θέμα και μέλημα του καθενός. Γι' αυτό και ειπώθηκε ότι η ιστορία είναι η πιο ευτυχισμένη επιστήμη, εφόσον κατέκτησε μικρούς και μεγάλους: όπως κάποτε τα παραμύθια της γιαγιάς και όπως σήμερα η λογοτεχνία που κυκλοφορεί σε βιβλία τσέπης.
 
(Απομαγνητοφωνημένο κείμενο της ομιλίας που έγινε στο Ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν)

Κείμενο γ΄


- Το διαπιστώνουμε κάθε χρόνο ότι η Ελλάδα ασκεί στους Γάλλους μια αμείωτη γοητεία. Αυτή η χώρα που περιγράψατε πριν από 23 χρόνια στο βιβλίο σας "Ελληνικό καλοκαίρι" είναι αντάξια του μύθου της;
 
"Η Ελλάδα όπως τη φαντάζονται πολλοί ακόμη και σήμερα είναι η χώρα των αρχαίων Ελλήνων που καθισμένοι σε μαρμάρινα σκαλιά συζητούν για την πόλη στη σκιά των ελαιόδεντρων, κοντά σε ένα βωμό όπου τελούνται θυσίες… Είναι η Ελλάδα της φαντασίας μας, των ερειπίων και των θεών. Η Επίδαυρος, οι Δελφοί, η Κόρινθος, η Ολυμπία, η Αθήνα… μια κοινοτοπία που μας ακολουθεί από το σχολείο. Η πραγματική Ελλάδα είναι. Για να την απεικονίσει κανείς σήμερα θα χρειαζόταν μια εκκλησία, βυζαντινές εικόνες και καπνό από λιβάνι. Η σύγχρονη Ελλάδα είναι κυρίως μια χώρα ορθόδοξη και βαλκανική".
 
- Να ξεχάσουμε λοιπόν την αρχαιότητα;
 
"Όχι βέβαια. Η αρχαιότητα είναι παρούσα στον δικό μας πολιτισμό περισσότερο από ό,τι στον πολιτισμό των Ελλήνων. Για μας η Ελλάδα είναι ο Αριστοτέλης, ο Πλάτων, ο Ιπποκράτης, ο Αναξαγόρας. Ο Περικλής που δηλώνει στους Αθηναίους μπροστά στην Ακρόπολη ότι ο άνθρωπος είναι πολίτης υπεύθυνος και με συνείδηση. Ο Διογένης, ο πρώτος πολίτης του κόσμου, που διακήρυττε ότι πατρίδα του δεν είναι ούτε η Αθήνα ούτε η Ρώμη, αλλά η Γη. Η Ελλάδα εξάλλου είναι ο τόπος όπου γεννήθηκε η Ευρώπη".
 
- Η Ευρώπη;
 
"Ναι. Την εποχή όπου οι θεοί κατοικούσαν τον κόσμο και όπου η Ιστορία χανόταν στους μύθους ο Δίας μεταμορφώθηκε σε ταύρο, απήγαγε την ωραία πριγκίπισσα Ευρώπη, τη μετέφερε σε μια ακτή στο νότιο τμήμα της Κρήτης και έκανε έρωτα μαζί της κάτω από ένα πλατάνι. Σήμερα το δέντρο αυτό υπάρχει στην παλιά πόλη της Γόρτυνας στην Κρήτη και στον κορμό του φέρει πινακίδα με υπογραφή της Δασικής Υπηρεσίας Κρήτης, που γράφει: "Εδώ ο Δίας γνώρισε την πριγκίπισσα Ευρώπη, που γέννησε τον Μίνωα, τον πρώτο βασιλιά της Κρήτης". Ο πραγματικός πλούτος όμως της Ελλάδας είναι λιγότερο προφανής: βρίσκεται στη γλώσσα μας. Στη γαλλική γλώσσα εξακολουθούμε να χρησιμοποιούμε λέξεις και έννοιες ελληνικές. Το λεξιλόγιο της αστροφυσικής, της ιατρικής, της κοινωνιολογίας, της πυρηνικής φυσικής απαρτίζεται από λέξεις ελληνικές.
 
Lacarriere

γ. Υποστηρικτικό υλικό

Βιβλίο του καθηγητή

  • Α΄ Λυκείου, σ. 83
  • Γ΄ Λυκείου, σ. 87 -96, "Το δοκίμιο (απόπειρα οριοθέτησης)", άρθρο του Θ. Νάκα
Τελευταία Ενημέρωση: 11 Σεπ 2006, 18:11