ΑΙ ΧΑΡΙΤΕΣ
Χαίρε, γλυκειά μου Ζάκυνθο. Εις του Αδρία τες όχθες,
των εφεστίων μου θεών, εκεί που οι πρόγονοί μου
στον τάφον αναπαύονται, θα δώσω το τραγούδι
και τα ψυχρά μου κόκκαλα, κ’ εσέ τους στοχασμούς μου.
Γιατί σ’ αυτές τες Χάριτες δεν ομιλεί με σέβας
εκειός που την πατρίδα του τολμάει να λησμονήσει.
Είναι ιερά η Ζάκυνθος! Και ήταν οι ναοί της
και ήταν οι ίσκιοι των δασών στους ανθηρούς της λόφους
αφιερωμένοι στο χορό και στο τερπνό κυνήγι.
Κι ούτε στο Λαομέδοντα ο Ποσειδών ακόμα
με πύργους τρεμερώτατους οχύρωνε την Τροία.
Είναι ωραία η Ζάκυνθος, και τ’ αγγλικά καράβια
σ’ αυτή σκορπάνε θησαυρούς, σ’ αυτήν ο αιώνιος ήλιος
πάντα σκορπά χαρούμενος τες πλιο χρυσές του ακτίνες.
Πάντοτε νέφη διάφανα ο πλάστης της χαρίζει,
άπειρα δάση από ελιές, και αφθονία μεγάλη
στον τρυγητό του σταφυλιού. Υγεία ροδοπλασμένη
πνέουν οι αύρες σιγαλά πάντοτε μυρωμένες
απ’ τες γλυκές πορτοκαλιές κι από τ’ αφράτα κίτρα.