Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

Είχε το λευκό βλέμμα των αγαλμάτων.

Όμως το στόμα του ανοιγόκλεινε ασταμάτητα

κι άλεθε το μονότονο σκοπό σα μοιρολόι:

«Δυο πολυβόλα ρίξαν θεριστική βολή

κι όλους τους εσκότωσαν, δε σώθηκε κανείς…»

Καθότανε στο τελευταίο σκαλοπάτι

μπροστά στη βορεινή πύλη της Αγοράς.

Πλάι του ήταν ένα τσίγκινο πιατάκι

με λιγοστά νομίσματα. Οι άνθρωποι

περνούσαν βιαστικοί.

Τυφλέ τραγουδιστή, ο κάθε στίχος σου

δεν εκτιμάται, βλέπω, μήτε μια δραχμή.

Αυτοί που ανεβοκατεβαίνουν γύρω σου

έχουνε στοίβες τους νεκρούς μεσ’ στην ψυχή τους

και βιάζονται για πάντα να τους θάψουν.

Γιώργης Μανουσάκης, «1946», Άνθρωποι και σκιές, Αστρολάβος 2005.