Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

Μεγάλο μέρος των αλβανικών μαζών που πλημμύρισαν την Ελλάδα με το άνοιγμα των συνόρων κατέληξε στην Αθήνα. Αν η Ελλάδα φάνταζε στα μάτια τους σαν η γη της επαγγελίας, η Αθήνα ήταν για πολλούς νέους το Ελδοράδο που έψαχναν να βρουν. Ειδικότερα η Ομόνοια ήταν ο χώρος που θάμπωσε τα μάτια τους. Γοητευμένοι από την κοσμοπλημμύρα, το συναρπαστικό τοπίο με τα πολύχρωμα φώτα και την αέναη καθημερινή κίνηση, την ικανή να διώξει κάθε πλήξη και κάθε μελαγχολία, επέλεξαν την πλατεία ως μόνιμο υπαίθριο στέκι. Η Ομόνοια αντικατέστησε περισσότερο από επάξια τον εθνικό τους ομφαλό, την κεντρική πλατεία των Τιράνων, που φέρει το όνομα του Σκεντέρμπεη, του εθνικού τους ήρωα. Τους θυμάμαι το 1985, τους ίδιους ή άλλους, να περιφέρονται στην άδεια από τροχοφόρα πλατεία, να κάθονται βαριεστημένοι στα πεζούλια και τα σκαλοπάτια του Μεγάρου της Κουλτούρας ή να βολτάρουν πάνω σε ποδήλατα. Είχε πεθάνει ο Εμβέρ Χότζα, ο Ραμίζ Αλία, ο διάδοχός του, κυβερνούσε δεσποτικά τη χώρα —όλα τα 'σκιαζε ή φοβέρα— και κανένα σημάδι δεν προμήνυε τη λαίλαπα που θα σάρωνε τα πάντα.
Η Ομόνοια τραβάει τους Αλβανούς —περισσότερο από τούς άλλους μετανάστες και πρόσφυγες— σαν το άνθος τις μέλισσες. Κατά κάποιο τρόπο έχουν κάνει μιαν άτυπη κατάληψη της πλατείας, την οποία μέχρι το 1990 νέμονταν αποκλειστικά οι Έλληνες. Οι Αλβανοί είναι ευδιάκριτοι μέσα στο κινούμενο ή ακίνητο πλήθος που πλημμυρίζει τον ομφαλό της πόλης. Τους γνωρίζεις από το λιπόσαρκο κορμί, το στεγνό πρόσωπο, το ξανθωπό χρώμα των μαλλιών, την ακατανόητη ομιλία, την επιφυλακτικότητα στην έκφραση και την όψη αγριμιού. Το 1980 οι μοναδικοί αλλοδαποί θαμώνες της Ομόνοιας ήταν οι Άραβες, οι οποίοι ξεχώριζαν στο πλήθος σαν τη μύγα μες στο γάλα. Τους έκανε αναγνωρίσιμους το χρώμα της επιδερμίδας τους. Ο Γιώργος Ιωάννου, που τους είχε γνωρίσει από κοντά —θήτευσε ως καθηγητής σε αραβική χώρα—, εξομολογείται πως τους πλησίαζε για να τους ακούσει να μιλάνε τη γλώσσα τους και για να μυρίσει «την αράπικη μυρωδιά του κορμιού και των ρούχων».
Περπατάω σ' αυτή τη μοναδική πολυεθνική περιοχή της Αθήνας, όπου εκτός από τις πινακίδες στις δυτικοευρωπαϊκές γλώσσες διακρίνω έξω από μαγαζιά ταμπέλες με γράμματα του κυριλλικού αλφαβήτου. Στη Ζήνωνος και αλλού συναντώ πολλά καταστήματα που πουλάνε γούνες ενώ οι πιο συχνές λέξεις που αντικρίζουν τα μάτια μου είναι οι Futra, Blamy, Mexa, Koxa. Δεν ξέρω τι σημαίνουν —προφανώς παραπέμπουν σε γουναρικά—, απλώς υπάρχουν και τις καταγράφω. Βαδίζω και παρατηρώ. Βλέποντας τα ανεξιχνίαστα πρόσωπα των Αλβανών, αναρωτιέμαι: πού κοιμούνται όλοι αυτοί; Έχουν κάποιο σπίτι να μείνουν ή ξαπλώνουν σε χαμόσπιτα, πάνω σε χαρτόνια κι εφημερίδες; Γευματίζουν κανονικά το μεσημέρι και δειπνούν ανελλιπώς το βράδυ ή τρέφονται από συσσίτια ειδικά για τους άπορους; Έχουν σύζυγο, παιδιά, φιλενάδα; Επισκέπτονται τους κοντινούς οίκους ανοχής ή στην περίπτωση ανάγκης καταφεύγουν στην εύκολη και ανέξοδη λύση, τον αυνανισμό; Εμφορούνται από πολιτικές ιδέες ή μήπως ή μιζέρια που ήρθε ως συνέπεια της πτώσης του Τείχους τους έχει κάνει αδιάφορους;
Ένα ερώτημα που με απασχολεί είναι και το εξής: ως πότε οι Αλβανοί θα παραμείνουν στην Ομόνοια σαν «τουρίστες»; Έχω τη γνώμη ότι αυτό δεν θα συνεχιστεί για πολύ ακόμα. Κάποτε, εκτός από την πράσινη κάρτα, θα αποκτήσουν νόμιμα ελληνικά χαρτιά, ταυτότητα, διαβατήριο, εκλογικό βιβλιάριο. Αν είναι εργένηδες, θα παντρευτούν και τα παιδιά τους θα πάνε σε ελληνικό σχολείο, όπως εκείνα των έγγαμων ομοεθνών τους. Στη συνέχεια θα φοιτήσουν στο πανεπιστήμιο ή σε ινστιτούτα επαγγελματικής κατάρτισης, θα υπηρετήσουν στον ελληνικό στρατό και θα καταλάβουν δημόσιες θέσεις και αξιώματα, θα ξεχάσουν τη γλώσσα και τα έθιμά τους, θα αποκτήσουν ελληνικά ονόματα και αφού στο μεταξύ βαφτιστούν χριστιανοί ορθόδοξοι, ώστε να ενταχθούν ομαλά στην ελληνική κοινωνία, θα ελληνοποιήσουν το επώνυμό τους. Μέσα σε μια γενιά θα έχουν απορροφηθεί κι αυτοί όπως οι πρόδρομοι τους που κατέβηκαν στην Αττική τον 14ο αιώνα, εποίκησαν τα χωριά των Μεσογείων και τα νησιά του Αργοσαρωνικού και πολέμησαν για την ελληνική ανεξαρτησία, έχοντας μείνει στην ιστορία ως Αρβανίτες.

Φίλιππος Φιλίππου, «Αλβανός τουρίστας», Ομόνοια 2000. Ταξίδι στον ομφαλό της Αθήνας, φωτογραφίες Σταύρος Καλαφάτης, Άγρα, 2000, σ. 92-93.