Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

Κυριακή, 27 Αυγούστου

Συλλογίζομαι με δέος πως όταν γυρίσουμε στην Άγκυρα θα πρέπει να μείνουμε στο ξενοδοχείο· από το τέλος Ιουλίου δεν έχουμε πια σπίτι· τα διαλύσαμε όλα περιμένοντας διαταγές από μέρα σε μέρα. Τρεις μήνες τώρα, είμαστε εν κινήσει και δεν ξέρουμε που πάμε. Γράφεις· δεν ξέρεις αν διάβασαν καν τα γράμματά σου. Ακούμε διαδόσεις και κάνουμε σχέδια για πόλεις που δε θα ιδούμε πιθανότατα ποτέ. Έχουμε γίνει μια φάμπρικα εκνευρισμού. Πώς δουλεύει κανείς έτσι; Άδικα σπαταλημένος τόσος καιρός.
Ανάγκη για χάζεμα· βγήκαμε στους δρόμους και καταλήξαμε στην Αγια-Σοφιά. Το Μουσείο, όπως τη λένε τώρα, ανοίγει τις Κυριακές στη μια. Έτσι περίσσεψε καιρός για να προσέξω την εξωτερική της όψη· όχι από εκεί που μπαίνουμε τώρα, αλλά τη δυτική, την κυρία είσοδο, την κλειστή. Μπροστά της πολλά σαρίδια, όμως είναι το μόνο μέρος που μπορεί να δώσει μιαν ιδέα, έστω και πολύ αμυδρή, του προσώπου της εκκλησιάς.
Πάντα καινούρια η κατάπληξη, κάθε φορά που μπαίνω στο μέγα μοναστήρι: αυτός ο τρυφερός ανασασμός του χώρου.
Ξανακρέμασαν τα μεγάλα στρογγυλά σκουτάρια με τα μουσουλμανικά καλλιγραφήματα. «Είναι έργα μεγάλων καλλιγράφων» είχε εξηγήσει ο Ραμαζάνογλου. «Δοκιμάσαμε να τα βγάλουμε· δεν τα χωρούσαν οι πόρτες· τα ξανακρεμάσαμε για να μην τα καταστρέψουμε». Από τα χέρια αυτού του ανθρώπου κρέμουνται τα βυζαντινά μνημεία της Πόλης. Είναι τόσο χτυπητά αυτά τα πρασινόχρυσα έργα και τόσο θαυμάσια τοποθετημένα, που δεν αφήνουν ούτε μια γωνιά όπου να μπορείς να κοιτάξεις, χωρίς να παρεμβάλουν την καμπύλη τους που κόβει σαν πριόνι τις γραμμές της εξαίσιας οικοδομής.
Η Αγια-Σοφιά είναι, πριν από τις λεπτομέρειες, το άπλωμα και το φτερούγισμα ενός χώρου κάτω από τον τρούλο· μια ευρυχωρία γραμμών που ανασαίνουν. Αυτές τις γραμμές, αυτά τα φτερουγίσματα, τα πρασινόχρυσα σκουτάρια τις κόβουν και τις κομματιάζουν σα να ήταν οι τροχοί που βασάνισαν την Άγια Αικατερίνη.
Κοντά σ’ αυτά «που δεν τα χωρούσαν οι πόρτες», μείναν και ξανακρεμάστηκαν και τα μικρά, τα μακρόστενα, προς το μέρος του ιερού, καθώς και τα τούρκικα μπαϊράκια. Από την τελευταία φορά που είδα το ναό, έχει γίνει μια συστηματική μουσουλμανική αποκατάσταση, προσβλητική για όποιον άνθρωπο σέβεται τα μεγάλα μνημεία της τέχνης.

Γιώργος Σεφέρης, Μέρες Ε΄, Ίκαρος, 1996, σ. 208-209.