Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

Σε μιαν άκρη του Μπαλατά, η Βουλγαρική Εκκλησία, ολόκληρη από χυτό σίδερο, στήθηκε μετά το Σχίσμα για κάρφος στα μάτια της Ορθοδοξίας. Αριστερά της εκτείνεται το Φανάρι, παλαιϊκό, υγρό και ανήλιο και μέσα στο μεσουράνημα του καλοκαιριού ακόμη. Στον λόφο του Μουχλιού επάνωθέ του υψώνεται η Μεγάλη του Γένους Σχολή –κάρφος στα μάτια των Φράγκων καλογήρων, που έβλεπαν με φθόνο ανείπωτο τόσα χρόνια τα δυο παλλάδια της Ορθόδοξης εκπαιδεύσεως, τη Μεγάλη Σχολή και το Ιωακείμειον Παρθεναγωγείον, να δεσπόζουν στο Φανάρι επάνω από τον περίβολο του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Βούλγαροι, Εβραίοι, Λατίνοι, Ορθόδοξοι, Σύροι Ουνίται – τι μωσαϊκό μάταιων φυλετικών αντεγκλήσεων, και πώς προκαλεί τώρα το ειρωνικό χαμόγελο του αντικειμενικού θεατού της πρόσφατης ιστορίας.
Το Φανάρι. Πυξίς, κιβωτός και παρακαταθήκη. Η σκυθρωπή όψη του αναλλοίωτη. Το βλέπομε βυθισμένο στην ίδια συλλογή, με τα χρόνια έχει εξελιχθεί σε μια στωικότητα και σε μια νάρκη. Ο στενός περίβολος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, θωρακισμένος απ’ τη θαμπάδα της αρχαιότητος και από την παρέλαση των γεγονότων. Διάχυτο γύρω του ένα χρώμα βασανισμένο αλλοτινών καιρών. Κοντά στα ξυλένια οικοδομήματα που δίνουν μιαν όψη πρόσκαιρης κατασκηνώσεως στο προαιώνιο Παλλάδιο της Ορθοδοξίας –ας μη ξεχνούμε πως το Πατριαρχείο του Φαναριού είναι ο έκτος Οίκος της Ορθοδοξίας– το μεσαιωνικό πέτρινο κτίριο –το «γκιαβγκήρι» ο παλαιός πύργος του Ανεμά, δίνει μια γνήσια βυζαντινή νότα στο βαρύθυμα μελαγχολικό σύνολο. Η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου αριστερά από την μεσαία Πύλη με την τιμιοτάτη παρακαταθήκη των βυζαντινών Εικόνων της Παμμακαρίστου, του Χριστού, της Φανερωμένης, τα Άγια Λείψανα, τη στήλη που εφραγγελώθη ο Χριστός ευωδιάζει όλη από μύρα πολύτιμα, σμύρνας, αλόης, βενζόης και νάρδου – σταθμός δακρύβρεχτου προσκυνήματος, βραχύς σταθμός που βιάζεται τώρα να τον περάσει η πτοημένη ψυχή, που νοσταλγούσε φλογερά τόσα χρόνια να παραδοθεί στην ολονύχτια δέηση των αναμνήσεων.
Ανεβαίνομε τη σκάλα της Μεγάλης Πρωτοσυγκελίας. Είναι η ώρα της Δύσεως και ποταμοί ανάεροι από μενεξεδένιους ατμούς φωτός σκορπίζονται στον αιθέρα. Στο μαραμένο φως του φαναριώτικου δειλινού οι ήχοι της καμπάνας του εσπερινού ξεφυλλίζονται αργά και θλιμμένα… Ένα βλέμμα στο πορφυροβαμμένο πανόραμα του Κερατίου, που το πλαισιώνουν απ’ εδώ τα δασύφυλλα πλατάνια και οι φτελιές της πατριαρχικής αυλής και τόσα ακόμα γέρικα δέντρα, κλεισμένα από την εποχή της Αλώσεως μέσα στον ιερό περίβολο. Μα είναι ώρα να συνέλθομε. Ο Μέγας Πρωτοσύγκελος μάς ειδοποιεί ότι ο Πατριάρχης μάς περιμένει.

Σοφία Κ. Σπανούδη, Γράμματα από την πόλη, Αλέξιος Σαββάκης (επιμ.), Βιβλιοπωλείο της Εστίας, 2008, σ. 68-70.