Πλοήγηση
Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο
Αναζήτηση
Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεωνΝα και κάποιος που κομίζει κάτι καινούργιο! είπε ο Yeniadam. Ένας πραγματικός καλλιτέχνης, ένας από τους ζωγράφους μου. Είναι, επιτέλους, ελεύθερος, ε… Χα, χα! Εκθέτει όμως τα έργα του σε δικό μου χώρο. Σας παρουσιάζω τον Kubilay Han, που θα σας δείξει την πραγματική του Ιστανμπούλ. Σας ζητώ συγγνώμη, αλλά κάτι προέκυψε. Μερικές εστίες έντασης που πρέπει να κατευνάσω…
Ο ζωγράφος εξακολουθούσε να με κοιτάζει επίμονα.
Το αφεντικό σας έχει εμμονή με μια λέξη που δεν σημαίνει τίποτα, με τη λέξη καινούργιο, είπα, δείχνοντας με τον αντίχειρα την κατεύθυνση προς την οποία είχε μόλις εξαφανιστεί ο επιχειρηματίας.
Έριξε πίσω το κεφάλι και άδειασε το ποτήρι του. Ήταν αδύνατος, με γαμψή μύτη, έδινε την εντύπωση αρπακτικού πτηνού που καραδοκεί. Πίσω του, μια γυναίκα γέλασε με τρόπο αφύσικο. Εκείνος την κοίταξε περιφρονητικά κι έπειτα κάρφωσε ξανά επάνω μου το έντονο βλέμμα του, δίχως να απαντήσει. Ο Yeniadam δεν έμοιαζε να τον ενδιαφέρει, κι εγώ του μίλησα για το μόνο θέμα που μου ήρθε στον νου, τη ζωγραφική. Τι ζωγράφιζαν εδώ; Μου απάντησε με ένα πάθος που ερχόταν σε αντίθεση με την περιρρέουσα ρηχότητα, αναπαράγοντας επιχειρήματα παρεμφερή με του προστάτη του. Τίποτε το πρωτότυπο, μου είπε. Αναπαριστούν μύθους επινοημένους από άλλους.
Η Ιστανμπούλ λεηλατήθηκε περισσότερο από κάθε άλλη πόλη στην ιστορία της ανθρωπότητας, μου εξήγησε. Οι λεηλασίες σηματοδοτούν τους κύκλους της ύπαρξής της. Λεηλατημένη από τους Οθωμανούς, λεηλατημένη από τους χριστιανούς, μοιρασμένη ανάμεσα στους νικητές, λεηλατημένη και πάλι από τα πλούτη και τα σύμβολά της και, λόγω των λεηλασιών, από την ουσία της… Εκείνοι που την περιέγραψαν, την ονειρεύτηκαν, τη φαντασιώθηκαν, μίλησαν εξαντλητικά γι’ αυτήν, είναι εκείνοι που έρχονταν από αλλού. Λίγο λίγο, η πόλη έχασε την ταυτότητά της. Επί δύο γενιές, τη γενιά του παππού μου και του πατέρα μου, η Δύση ολοκλήρωσε την αποδόμηση αυτής της πόλης της βυθισμένης στη λήθη, αλλοιώνοντας όση αυθεντικότητα της είχε μείνει. Την ξεκοίλιασε, την άδειασε από το νόημά της και, αργότερα, όταν οι κάτοικοί της ξανάρχισαν να γράφουν γι’ αυτήν, να τη ζωγραφίζουν ή να τη φαντάζονται, δεν ήταν πια δυνατόν να αποφύγουν τις ψεύτικες εικόνες που είχαν πλασάρει οι Δυτικοί. Αδύνατον να αναπαραστήσεις την πόλη αυτή δίχως να περάσεις από τους οριενταλιστές και τα κλισέ τους περί Ανατολής. Οι Τούρκοι ιμπρεσιονιστές, η γενιά του 1914, είναι μιμητές. Ζωγράφισαν τον Βόσπορο αλά Σίσλεϋ, και τα μεγάλα τζαμιά όπως ο Μονέ τον καθεδρικό της Ρουέν. Τι το αντιπροσωπευτικό δημιούργησαν, όμως; Τι το καθοριστικό; Τι το καθαρά τουρκικό; Τίποτα. Έκαναν στην πόλη και στη ζωγραφική μεγαλύτερο κακό απ’ ό,τι οι ρομαντικοί με τα χαρέμια τους, τα σεράγια τους και τους περιστρεφόμενους δερβίσηδές τους.
Ούτε κι εγώ είμαι θαυμαστής του ρομαντισμού, είπα.
Αυτό το κακό προσπαθώ να επανορθώσω, συνέχισε. Να αμφισβητήσω ριζικά τις εικόνες που έχουν ως έμπνευση την πόλη αυτή όπου γεννήθηκα… Όλοι αυτό θα έπρεπε να κάνουν, είναι πελώριο το έργο. Από τον Μέλλινγκ μέχρι τον Λε Κορμπυζιέ, δυόμισι αιώνες παραστατικής τέχνης, πρέπει να ξαναγίνουν απ’ την αρχή! Πρέπει να τα αναθεωρήσουμε όλα σ’ αυτό τον βρομερό κήπο. Βήμα προς βήμα.
Κατέβασε άλλο ένα ποτήρι και φάνηκε να ηρεμεί. Ζήτησα συγγνώμη και άρχισα να αναζητώ την τουαλέτα. Τι παράξενος καλλιτέχνης, αυτός ο Kubilay Han, σκεφτόμουν καθώς περνούσα με δυσκολία ανάμεσα στους προσκεκλημένους. Να αναδημιουργήσεις τη ζωγραφική ενός τόπου όπως ξαναφτιάχνεις τους σοβάδες και την ταπετσαρία ενός δωματίου. Αν το ύφος του ανθρώπου αυτού δεν ήταν τόσο σοβαρό, θα τον είχα περάσει για μανιακό ή εκκεντρικό.
Μέσα στο μπάνιο των Yeniadam Apartman, ένα δωμάτιο με ατμόσφαιρα παλιού χαμάμ, τα πατώματα από ροζ μάρμαρο, η διπλή μπανιέρα σε οβάλ σχήμα, και οι καινούργιες βρύσες δεν κατόρθωναν να κουκουλώσουν την επίθεση που είχαν υποστεί το σμάλτο και το ανοξείδωτο ατσάλι από τα άλατα. Καθώς ουρούσα, σκέφτηκα έναν φυσικό νόμο βάσει του οποίου το χρήμα δεν μπορεί παρά να επιτείνει τα προβλήματα που υποτίθεται πως λύνει, και έκανα τη σκέψη πως, αν ο νόμος αυτός είχε εφαρμογή στα είδη υγιεινής, θα είχε και στην τέχνη. Μπορούσε άραγε ένας καλλιτέχνης να πραγματοποιήσει αυτό που σχεδίαζε έχοντας την ενθάρρυνση και την οικονομική υποστήριξη ενός ανθρώπου τόσο ισχυρού όσο ο Yeniadam; Πήρα ένα βαζάκι μπριγιαντίνης που υπήρχε στην άκρη της μπανιέρας, το άνοιξα, έβαλα στα μαλλιά μου ποσότητα όσο δυο καρύδια, έπλυνα τα χέρια μου με κολόνια και επέστρεψα στο σαλόνι. Ο Kubilay Han είχε δίκιο, σκεφτόμουν επιστρέφοντας. Αν υπάρχει ο χρόνος, τα μέσα και ένας μαικήνας, δεν θα μπορούσαν να ξαναγίνουν όλα απ’ την αρχή; Η τέχνη, η εποχή, ακόμα και η φιλοσοφία αυτής της εποχής — ήταν αυτό που αποκαλούμε επανάσταση, και αυτή τη γλώσσα μιλούσε ο ζωγράφος, περιφρονώντας ταυτόχρονα το χέρι που τον τάιζε. Μπορούσαμε να τα ξαναφτιάξουμε όλα από την αρχή, τη ζωή του, για παράδειγμα, ή μια ολόκληρη πόλη σαν την Ιστανμπούλ. Από την αρχή. Από καταβολής κόσμου. Αρκούσε να εστιάσουμε αλλού, να τοποθετήσουμε αλλού το κέντρο βάρους, την καρδιά, να ξαναβρούμε ένα αντικείμενο ριζοσπαστικά καινούργιο. Γιατί όχι; Τον αναζήτησα με το βλέμμα ανάμεσα στα γεμάτα έξαψη κορμιά που άστραφταν μπροστά στη μεγαλόπρεπη θέα, μα είχε εξαφανιστεί.
David Boratav, Ψίθυροι στο Μπέγιογλου, μτφ. Αριάδνη Μοσχονά, Πόλις, 2011, σ. 193-196.