Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

Εκείνο το απόγευμα είχα σχολάσει νωρίς από τη δουλειά μου. Είπα έτσι να περπατήσω λιγάκι στο Πέραν. Πέρασα από τη γέφυρα δίνοντας τη χαρά στα γεμάτα με βρόμικο αέρα πνευμόνια μου να αναπνεύσουν οξυγόνο, και χαιρέτησα τον Κεράτιο Κόλπο και τον Βόσπορο.
Τα πλοία είχαν πάντα την ίδια αδημονία αναχώρησης, όμοια με τα καραβάκια των παράκτιων συνοικιών όπου κατοικούσα άλλοτε. Να τώρα, άρχισε να ηχεί το κουδούνι της αναχώρησης του καραβιού των 6.00 προς την Χαλκηδόνα. Να τώρα, το καραβάκι των 6.05 θα πλεύσει για την ανατολική όχθη του Βοσπόρου… Κάποτε αυτοί οι αριθμοί που ακόμη και τα δευτερόλεπτα, πότε στο παρά πέντε και πότε στο και πέντε, ήταν πολύτιμα για μένα, τώρα πώς έχουν χάσει τόσο πολύ το νόημα τους! Το κουδούνι τώρα όσο θέλει μπορεί να χτυπά, ο υπάλληλος της σκάλας μπορεί όσο θέλει να κρατά την πόρτα μισάνοιχτη για να με απειλεί ότι θα την κλείσει. Εγώ πλέον δεν είμαι ο τακτικός επιβάτης αυτών των καραβιών, δεν έχω πλέον κανέναν συγγενή σε κείνα τα μέρη. Έτσι, τώρα μπορώ να ανηφορήσω αργά - αργά, όπως εγώ επιθυμώ την ανηφόρα του Γιουκσέκ Καλντερίμ και να αφήσω τον εαυτό μου χαζεύοντας μπροστά στη βιτρίνα ενός παλαιοβιβλιοπωλείου. Μπορώ επίσης να παρακολουθήσω εκείνους που περιμένουν στη στάση του Τούνελ με ένα θλιβερό πρόσωπο για να επιβιβαστούν στο τραμ, κι έπειτα με ένα ύφος ανθρώπου που πήρε την απόφαση να πεζοπορήσει, μπορώ να περπατήσω ανέμελα και παρατηρώντας τριγύρω μου να ανηφορήσω προς την περιοχή του Γαλατάσαραϊ έως και την πλατεία Ταξίμ.
Εδώ έρχονται άνθρωποι από όλα τα μήκη και τα πλάτη της πόλης, μπροστά μου συναντώ ανθρώπους, πίσω με πλησιάζουν άνθρωποι. Όσοι έρχονται από πίσω με προσπερνούν, ενώ εκείνοι που έρχονται από την αντικρινή πλευρά του δρόμου, οι ματιές μας με ορισμένους συναντιούνται. Άλλοι πάλι δεν με βλέπουν καν, κι εγώ μερικούς δεν τους βλέπω, άλλοι με σπρώχνουν και προσπερνούν ξυστά στο πέρασμά τους. Άντρες, γυναίκες, ψηλά κορμιά, κοντά κορμιά, ηλικιωμένοι, νέοι, όμορφοι, άσχημοι, πλούσιοι, φτωχοί… Γυναίκες που συνοδεύονται από τους άντρες τους, ζευγάρια νέο- αρραβωνιασμένα, άλλοι που περπατούν μόνοι κι εκείνοι που έχουν αγκαλισμένη την αγαπημένη τους, υπάρχουν όμως και τα παιδιά που περπατούν δίπλα στη μάνα τους. Όπως είπε κι ο ποιητής Τζαχίτ Σιτκί Ταραντζί σε κάποιο ποίημά του, «ο θησαυρός της μέρας», τα νέα κορίτσια που περπατούν φορώντας τις ψηλές μπότες σαν να έχουν φυλακίσει μέσα τα πόδια τους, μιας ολόκληρης ζωής θησαυρός. Υπάρχουν όμως και παιδάκια με γυμνά πόδια. Προσπαθούν να πουλήσουν εφημερίδες περνώντας ξυστά ανάμεσα από εκείνους που φορούν παπούτσια. Όμως, σαν να μη κρυώνουν τα πόδια τους, μάλλον, λέω εγώ, θα έχουν συνηθίσει. Μάλιστα, εκείνα δεν είναι λιγότερο ευτυχισμένα από όσους φορούν παπούτσια του τσαγκάρη. Οι πλούσιοι που αγοράζουν εφημερίδες, δεν τους ζητούν τα ρέστα. Το φιλοδώρημα που λαμβάνουν αυξάνει περισσότερο τη χαρά τους.
Στις δυο πλευρές του δρόμου υπάρχουν σαλόνια, μαγαζιά, καταστήματα που προσπαθούν να κάνουν τους ανθρώπους περισσότερο ευτυχισμένους, να τους διασκεδάσουν, να τους χορτάσουν και να τους ντύσουν. Δεν μπορώ να συγκρατήσω τον εαυτό μου και να μη βυθιστώ σε πελάγη φαντασίας, σαν τους παρακολουθώ να στέκονται μπροστά στις βιτρίνες των καταστημάτων. Αυτό το σετ επίπλων πόσο ωραίο είναι. Πόσο ευχάριστα μπορεί να νιώσει ο άνθρωπος μετά το φαγητό σε έναν φαρδύ καναπέ, ποιος ξέρει! Αυτό το αμπαζούρ, ποιος ξέρει τι απαλό και γλυκό ροζ χρώμα μπορεί να δώσει στα μάγουλα της γυναίκας που είναι αφοσιωμένη στο πλεκτό της. Τότε ο άντρας της παρατάει την ανάγνωση της εφημερίδας και ταξιδεύει σε πελάγη ευτυχίας καθώς κοιτάζει τη γυναίκα του… Αυτό το τραπέζι φαίνεται πως φτιάχτηκε αποκλειστικά για τα ραδιόφωνα που πουλιούνται στο αντικρινό κατάστημα, θα ταιριάζουν πάρα πολύ. Και πάνω στο ραδιόφωνο, να εκείνο πιο πέρα, ένα από τα μπιμπελό του αντικέρ… Ο μεγαλύτερος επιπλοποιός της πόλης έχει ένα ολόκληρο σετ κρεβατοκάμαρας στην έκθεσή του. Ένα διπλό κρεβάτι, ένα στρωμένο ατλαζένιο πάπλωμα, στο προσκεφάλι πάνω στο κομοδίνο μια λάμπα νύχτας, στο πάτωμα το μικρό χαλί, έχουν σκεφτεί ακόμη και το τούλι που θα τοποθετηθεί στην κουρτίνα, ακριβώς μια σωστή κρεβατοκάμαρα… Ανάμεσα στις κουρτίνες διαφαίνεται ένα χειμωνιάτικο ντεκόρ. Όλο το δωμάτιο πλημμυρισμένο μέσα σε έναν κόκκινο φωτισμό, σαν να ανυπομονεί περιμένοντας τους ιδιοκτήτες του…
Όμως, όλα αυτά τα έπιπλα πού να τα μεταφέρει κανείς; Ένα από αυτά τα διαμερίσματα της έκθεσης επίπλων θα μπορούσε άραγε να γίνει δικό μου; Προχωρώ…
Βλέπω αυτό το γαλάζιο κολιέ σε τούτο το κατάστημα. Από τις κοπέλες που γνωρίζω, πόσο θα ταίριαζε σε εκείνη με τα γαλανά μάτια! Αυτή η κοπέλα όμως δεν είναι η αγαπημένη μου!
Στην τζαμαρία ενός τσαγκάρη οι γυναικείες παντόφλες με όλες τις ιδιαιτερότητες, άλλες κλειστές κι άλλες με άνοιγμα, όλες όμως κάνουν τον άνθρωπο να ονειρευτεί την οικογενειακή ζωή.
Αχ, αυτά τα καταστήματα που πουλάνε ρουχισμό, εσώρουχα και άλλα γυναικεία αντικείμενα… Σκέφτομαι, πως όσα χρήματα κι αν έχω, για να μπορέσω να αγοράσω όσα θέλω από αυτά τα ρούχα, τα εσώρουχα, τα ταγιέρ, τα παλτά, δεν έχω καμιά γυναίκα για να τα φορέσει ή να τα χρησιμοποιήσει ώστε να της πω: «Όλα αυτά είναι για σένα!».
Όλα τούτα τα καταστήματα, σαν να πουλάνε ευτυχία σε όλους αυτούς τους περαστικούς ανθρώπους. Αυτή η ποικιλία χρωμάτων και ειδών στα τρόφιμα που πουλάει ο μανάβης, όπως αυτά τα τεράστια κίτρινα με το τσόφλι φαίνεται να μην είναι πορτοκάλια, προσφέρουν μια άλλη γεύση που θα προσθέσει ευτυχία στο τραπέζι, η ευτυχία του αρώματος και της φρεσκάδας. Αυτοί εκεί οι πωλητές βροντοφωνάζουν θέλοντας να πουν: Πάρτε από αυτά που πουλάμε, για να γίνετε ευτυχέστεροι. Και μάλιστα με την μποζά. Αυτό το ποτό αν δεν αποτελεί αποκλειστική ευτυχία για τον πατέρα τον ίδιο τι άλλο μπορεί να είναι, αφού ελάχιστες ώρες μετά το φαγητό θα προσφέρει την μποζά προσθέτοντας κανέλλα και στραγάλια από πάνω, για να γευτούν όλα τα μέλη της οικογένειας;
Σε αυτή τη λεωφόρο ως τώρα πόσοι φωτογράφοι έχουν συγκεντρωθεί, σε πόσες βιτρίνες στάθηκα για να δω φωτογραφίες. Όλοι αυτοί οι ευτυχισμένοι άνθρωποι, φαίνεται πως θα έχουν συρρεύσει για να επιβεβαιώσουν την ευτυχία τους. Σε αυτές τις φωτογραφίες το χαμόγελό τους θα έχει περισσότερη διάρκεια σε σύγκριση με το χαμόγελο στην πραγματική τους ζωή. Αυτή η νύμφη δεν είναι άραγε η γυναίκα που συνοδευόταν από τον άντρα της λίγο πριν έξω στον δρόμο; Αυτό το κοριτσάκι με το ροδομάγουλο, με τις δίπλες πλεξούδες στα μαλλιά, δεν είναι η νεαρή κοπέλα που πετάχτηκε ξαφνικά δίπλα μου νωρίτερα; Είναι φανερό! Είναι ολοφάνερο! Σε τούτα τα καταστήματα φωτογραφίας δεν υπάρχουν φωτογραφίες πεθαμένων. Έξαλλου, τo κοντινότερο νεκροταφείο από εδώ απέχει πολλά χιλιόμετρα μακριά. Σε αυτή τη λεωφόρο μπορεί να περπατήσει κανείς μόνο όταν είναι ευτυχισμένος. Ακόμη μόνο και μόνο που βρίσκεται κανείς σε αυτή τη λεωφόρο είναι ευτυχισμένος! Θα πρέπει κι εγώ να σκεφτώ τη ζωή μου, την ευτυχία μου. Σε τόσα καταστήματα μέσα, δεν πιστεύω να μην υπάρχουν κάποια πράγματα που να με κάνουν ευτυχισμένο ή τουλάχιστον χαρούμενο. Εδώ πέρα μπορώ να βάψω τα παπούτσια μου. Αυτή τη γραβάτα μπορώ οπωσδήποτε να την αγοράσω. Αυτή η νεοεκδοθείσα ποιητική συλλογή μπορεί να μου προσφέρει ευχάριστες στιγμές. Κι εγώ μπορώ να μπω σε ένα κατάστημα φωτογραφιών, όπως αυτοί οι ευτυχισμένοι άνθρωποι που φωτογραφήθηκαν, και μπορώ να πω ότι κι εγώ είμαι ευτυχισμένος, επιθυμώ να τραβήξετε και τη δική μου φωτογραφία. Κι ο φωτογράφος δεν θα έχει καμία άρνηση, και δεν θα μου πει, εσείς δεν έχετε κανέναν, τι σας χρειάζεται η φωτογραφία. Αν ρωτήσει, θα του απαντήσω ότι κάποια μέρα κι εγώ θα αποκτήσω μια αγαπημένη. Μπορώ ακόμα να του πω, ότι αυτή την πιο ωραία φωτογραφία που θα τραβήξετε, η αγαπημένη μου θα την βάλει σε μια κρυφή θέση μέσα στην τσάντα της και θα κείτεται ανάμεσα στα ωραία αρώματά της.

Ziya Osman Saba, «Το φωτογραφείο των ευτυχισμένων ανθρώπων», στο Ανθολογία της νέας τουρκικής λογοτεχνίας. Διήγημα, Αριστοτέλης Μητράρας (ανθ. – μτφ.), Εκδόσεις Παπαζήση, Θεσσαλονίκη, 2014, σ. 55-58.