Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

Οι πρώτες εικόνες του Πέραν με ταρακούνησαν τόσο πολύ, ώστε να αλλάξουν την πορεία της ζωής μου. Ήταν το θέαμα της περίφημης Μεγάλης Οδού, αλλοτινής Grande Rue de Péra και σημερινής İstiklâl, το βράδυ μιας Παρασκευής, της πρώτης μου Παρασκευής στην Κωνσταντινούπολη. Βρέθηκα στο οδόστρωμα της πεζοδρομημένης Μεγάλης Οδού λίγες ώρες αφού το κρουαζιερόπλοιο στο οποίο δούλευα, μαζεύοντας χρήματα για να περάσω ένα έτος ταξιδεύοντας, αγκυροβόλησε στον Γαλατά. Εντός λεπτών, πήρα και την απόφαση. Τα σχέδια για οικονομίες και για ταξίδια επί έναν χρόνο διαλύθηκαν μπροστά στην ταινία των προσόψεων της Μεγάλης Οδού, και για τον επόμενο ενάμιση χρόνο το μυαλό μου ταλαιπωρούσε ένα μόνο σχέδιο: πώς θα μετοικούσα στην Πόλη.
Εκείνο το απόγευμα μένει στη μνήμη μου ολοζώντανο, μια συνέχεια εικόνων σαν σε ταινία. Διέσχισα, θυμάμαι, το Καράκιοϊ, ανέβηκα μέχρι τον Πύργο του Γαλατά από τον δρόμο στον οποίο βρίσκονται οι οίκοι ανοχής (οι θαμώνες τους με κοιτούσαν έκπληκτοι, εγώ πάλι δεν είχα ιδέα από πού περνούσα!), χάθηκα μέσα σε κάτι στενά και, δεν θυμάμαι ακριβώς πώς, βγήκα στο τετράστρατο του Γαλατάσαραϊ, λίγα μέτρα πιο πάνω από το σπίτι που μένω σήμερα. Τι ήταν πάλι τούτο; Έμοιαζε με γιορτή. Ποτάμια κόσμου πηγαινοέρχονταν ανέμελα. Νεαρά αγόρια και κορίτσια ήταν ντυμένα σύμφωνα με τη μόδα που συναντάς στη Βαρκελώνη και στο Τελ Αβίβ· ζευγάρια κομψών ηλικιωμένων περπατούσαν χέρι χέρι δίπλα σε πανύψηλες τραβεστί με πρόσωπα μακιγιαρισμένα σαν μάσκες και σε κάτι θείτσες με μαντίλες και λουλουδιαστές φούστες.
Ήταν περίπου δέκα το βράδυ, αλλά πολλά βιβλιοπωλεία ήταν ακόμα ανοιχτά. Ένα μελαγχολικό κομμάτι κλασικής μουσικής ξεχυνόταν από τα μαγαζιά στον δρόμο, συμπληρώνοντας μια ατμόσφαιρα που αψηφούσε όλες τις κατηγοριοποιήσεις στο μυαλό μου. Εδώ δεν ήταν Ευρώπη, δεν ήταν Λατινική Αμερική, αλλά σίγουρα δεν ήταν και Μέση Ανατολή. Εδώ ήταν, εν πάση περιπτώσει, το μέρος όπου έπρεπε να εγκατασταθώ, το μέρος για το οποίο προοριζόμουν. Θύμωσα, μάλιστα, με τον εαυτό μου, τη ζωή και τους πάντες: πώς το ανακάλυπτα τόσο αργά!
Αυτό που με μάγεψε, και με μαγεύει, ήταν η αρχιτεκτονική. Η Μεγάλη Οδός παραμένει μεγαλόπρεπη, ταινία από περίτεχνα κεντημένες προσόψεις που αντιπροσωπεύουν όλους τους ρυθμούς που μεσουράνησαν στην Ευρώπη της Μπελ Επόκ. Στους λόφους πάνω από το σημείο που ο Βόσπορος συναντά τον Κεράτιο και την Προποντίδα έχουν φυτέψει μία νησίδα Ευρωπαϊσμού που —παρά τη φυγή όσων την έκτισαν και την κατοικούσαν— διατηρεί έναν χαρακτήρα που την ξεχωρίζει από την υπόλοιπη Πόλη. Τα περισσότερα κτίρια του Πέραν είναι αφρόντιστα, αλλά η εγκατάλειψή τους τα κάνει να μοιάζουν ακόμα πιο μαγικά, γεμάτα μυστήριο.
Το Πέραν καταρρίπτει την εικόνα για την Κωνσταντινούπολη που έχουν δημιουργήσει χιλιάδες αφίσες τουριστικών γραφείων, πουλώντας «εξωτισμό». Πάνω από τις πυκνοκτισμένες γειτονιές του, όπου στριμώχνονται μεγαλόπρεπες πολυκατοικίες με εντυπωσιακές εισόδους, κόγχες με αγάλματα και περίτεχνα κάγκελα, δεν ορθώνονται μιναρέδες, αλλά καμπαναριά. Στο Πέραν, αρχιτεκτονικά, προέχει αυτό που είναι «οικείο» στο μάτι του δυτικού επισκέπτη, όχι το εξωτικό. Κοιτώντας τις θείτσες με τις μαντίλες και τους χωριάτες με τα μουστάκια που μοιάζουν (και είναι) εκτός τόπου εδώ, θυμάται κανείς τους περιηγητές του 19ου αιώνα που σχολίασαν πως «αν δεν ήταν για τα κόκκινα φέσια, θα ξεχνούσες ότι το Πέραν βρίσκεται στην Ανατολή».
Η αρχιτεκτονική το φωνάζει τόσο δυνατά, ώστε κανείς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει: το Πέραν ήταν το προπύργιο των Χριστιανών. Καταφύγιο των μειονοτήτων, με μη μουσουλμανική πλειοψηφία ως τη δεκαετία του 1970, έχει καταγραφεί στην αστική μνήμη της Πόλης ως η πιο ανεπτυγμένη γειτονιά της, η μόνη που προσέφερε τις ανέσεις του σύγχρονου αστικού βίου — δημοτικούς κήπους, θέατρα, πολυτελή ξενοδοχεία, πολυκαταστήματα, κινηματογράφους, εμπορικές στοές, καφέ, ζαχαροπλαστεία και εστιατόρια παντός είδους.
[…]
Παρά τις πολυεπίπεδες αλλαγές, το Πέραν παραμένει το κέντρο και η βιτρίνα της διασκέδασης και της καλλιτεχνικής και πνευματικής κίνησης της Πόλης, αν και όχι πια του εμπορίου. Μετά την πεζοδρόμησή της τη δεκαετία του 1980, η Μεγάλη Οδός έγινε ο κεντρικότερος περίπατος της Κωνσταντινούπολης. Η κίνηση δεν σταματά παρά μόνο για λίγες ώρες πριν το ξημέρωμα, και ο δρόμος δεν ερημώνει ποτέ. Δέχεται πέντε εκατομμύρια επισκέπτες κάθε Σάββατο και Κυριακή, και ένα εκατομμύριο τις καθημερινές! Στην Ιστικλάλ διατηρούν υποκαταστήματα και μεγάλες βιτρίνες όλες σχεδόν οι μεγάλες εταιρείες, τουρκικές και διεθνείς. Πρόκειται για υποκαταστήματα flagship, που δεν έχουν στόχο το κέρδος, αλλά τη διαφήμιση των προϊόντων στο ευρύ κοινό. Εξάλλου οι εταιρείες πρέπει να πληρώσουν «αέρα» ένα με ενάμισι εκατομμύριο δολάρια για να νοικιάσουν χώρο πάνω στον πεζόδρομο. Τα ίδιο τα ενοίκια είναι αστρονομικά και συναγωνίζονται τους ακριβότερους δρόμους των ευρωπαϊκών μητροπόλεων και της Νέας Υόρκης.
Κάποτε τα μέγαρα και οι δρόμοι του Πέραν ήταν σημείο συναναστροφής ανθρώπων από διαφορετικά έθνη, που ανήκαν ωστόσο όλοι στην αστική τάξη. Σήμερα, η γειτονιά έχει χάσει τον πολυεθνικό της χαρακτήρα. Στεγάζει, όμως, ανθρώπους από πολύ διαφορετικά κοινωνικά περιβάλλοντα. Το άλλοτε άντρο των εθνικών μειονοτήτων είναι σήμερα καταφύγιο μειονοτήτων κοινωνικών. Η ποικιλία των φυλών, των γλωσσών και των θρησκειών αντικαταστάθηκε στο Πέραν του 21ου αιώνα από μία άλλη πολυφωνία, στο κέντρο της οποίας βρίσκεται η ποικιλία τρόπων ζωής και ένα μωσαϊκό από κοινωνικά περιβάλλοντα. Στο Πέραν, δίπλα στους πανταχού παρόντες Ανατολίτες χωρικούς, θα βρεις του μποέμ που σιγά σιγά επιστρέφουν στις γειτονιές του, τους yuppies, τους καλλιτέχνες, τους ισλαμιστές, τους gay και την gay υποκουλτούρα, τους νεόπλουτους επενδυτές και τους αλλοδαπούς μετοίκους, που αποτελούμε εμείς πια την ξενόγλωσση και αλλόθρησκη συνιστώσα.
Οι Τούρκοι χρησιμοποιούν τη λέξη kozmopolit ως επίθετο προσδιοριστικό τόπων. Σε αντίθεση με την ελληνική λέξη της οποίας αποτελεί παραφθορά, η λέξη kozmopolit δεν υποδηλώνει απαραίτητα την συνύπαρξη διαφορετικών εθνο-θρησκευτικών ομάδων, αλλά το ανακάτεμα διαφορετικών ηθών και τρόπων ζωής και την ιδιαιτέρως ρευστή ατμόσφαιρα που αυτό το ανακάτεμα δημιουργεί. Βρίσκεται, δηλαδή, κοντύτερα στην έννοια του πλουραλισμού. Νομίζω ότι, τουλάχιστον στην Πόλη, οι περισσότεροι Τούρκοι θα ανέφεραν το Πέραν ως χαρακτηριστικό παράδειγμα για τη χρήση της λέξης. Και ίσως θα ήταν σωστό να πει κανείς πως, στη σημερινή Ιστάνμπουλ, ο πλουραλισμός μιας μεγαλούπολης με αξιώσεις «παγκόσμιας πόλης» έχει αντικαταστήσει τον κοσμοπολιτισμό της οθωμανικής Κωνσταντίνιγιε.

Αλέξανδρος Μασσαβέτας, Κωνσταντινούπολη. Η πόλη των απόντων, Πατάκης, 2011, σ. 337-340 & 370-371.