Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

Αφού προσκυνήσανε τον Άγιο συνεχίσανε τον ανήφορο μέσ’ από τον τουρκομαχαλά. Μια γαλήνη ανατολίτικη βασίλευε σε τούτα τα σοκάκια. Οι δύο δάσκαλοι αποφεύγανε, για το ασύγχυστο, να σηκώσουνε τα μάτια τους στα καφάσια, που από κει πίσω σίγουρα κρυφοβλέπανε οι χανούμισσες. Πού και πού ένας Τούρκος, περαστικός ή στην πόρτα κάποιου μικρομάγαζου, τους έριχνε μιαν αδιάφορη ματιά. Μα ένας ή δυο, φτύσανε από πίσω τους. Καθώς περνούσανε μπρος από ένα τζαμί, ένα σμάρι περιστέρια σηκώθηκε απ’ τη αυλή και φτεροκοπούσε, γκρίζο με πρασινογάλαζες νεροφεγγιές, αέρινο, γύρω στους μολυβένιους τρούλους και στον άσπρο μιναρέ. Ένας χότζας, με καφτάνι και πράσινο σαρίκι, που έβγαινε απ’ την αυλή του τζαμιού, χαιρέτησε τους δάσκαλους με τεμενέ, φέρνοντας το χέρι του πρώτα στην καρδιά ύστερα στα χείλια και στο κούτελο. Τον αντιχαιρετίσανε βγάζοντας το καπέλο τους.

Κοσμάς Πολίτης, Στου Χατζηφράγκου: Τα σαραντάχρονα μιας χαμένης πολιτείας, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1993, σ. 51