Πλοήγηση
Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο
Αναζήτηση
Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεωνΤα οπωροφόρα της Αθήνας
Σωτήρης Δημητρίου, Τα οπωροφόρα της Αθήνας
|
Σωτήρης Δημητρίου
Τα οπωροφόρα της Αθήνας
Στα υπόγεια μαγειρεία φορούν ένα χοντροϋφαντό πράσινο. Οι νοσοκόμες ένα κάπως λερό και κακής ποιότητος άσπρο. Είναι δε σφιχτοτυλιγμένες και σφιχτοκουμπωμένες. Οι προϊσταμένες έχουν και ’κείνο το καπέλο το πιασμένο με τσιμπιδάκια. Οι γιατροί όμως και κυρίως οι νεαρές γιατροί φορούν ανάριχτες, σαν μεταξένιες πουκαμίσες, κάτασπρες και σχεδόν πάντα ξεκούμπωτες. Βαδίζουν στους διαδρόμους περίφροντες με ύφος επικυρίαρχου, σαν να είναι δύο μέτρα πιο ψηλά απ’ τους άλλους. Κρέμονται δε απ’ τον λαιμό τους κάτι κομψά ακουστικά και κρατούν στο χέρι καπουτσίνο σε πλαστικό. Οι επικεφαλής γιατροί δεν φορούν μπλούζα αλλά το βλέμμα τους είναι η πιο επίφοβη στολή. Τρέμουν εμπρός τους οι συγγενείς των αρρώστων αλλά και οι άλλοι γιατροί. Και αυτοί όμως κάποιον θα φοβούνται. Έχει ο αφέντης μας αφέντη και η κυρά μας άλλον άντρα, λέει μια παροιμία».
Αλλά και στους λογοτέχνες οι διαβαθμίσεις της εξουσίας είναι υπαρκτές καίτοι δεν φορούν στολή. Ένα προσεκτικό μάτι θα δει σε μια εκδήλωσή τους τα χέρια που τείνουν για χειραψία να παρακάμπτουν τα πλαϊνά χέρια, να παρακάμπτουν ηλικιωμένους αλλά και κοινωνικά πι αναγνωρισμένους, να διασχίζουν αντανακλαστικά θα ’λεγε κανείς την νοητή διάμετρο του κύκλου της ομηγύρεως για να χαιρετήσουν αυτόν που στην συνείδησή τους έχει αξία ή τους προκαλεί φόβο.
Στις ημέρες μας ασκούν μεγάλη έλξη οι αστυνομικές στολές –όπως στον ήρωά μας– αλλά και οι ποικίλες στολές. Ίσως βρίσκει στέγη η φοβισμένη ατομικότητα σε μια έστω επιφανειακή κοινότητα. Επιφανειακή, συγκρινόμενη βέβαια με τις παλιές φυσικές κονότητες.
Και για να μην με μπερδέψετε με τον ήρωα, εγώ δεν πολυφοβάμαι πως θα μου γίνει έλεγχος. Νιώθω όμως συνεχώς οφειλέτης και λίγο εκ γενετής ένοχος όπως οι γυναίκες.
Άμα δε συναντήσω κανέναν γνωστό μου που έχει αθώο βλέμμα –και συνήθως έχει–, πούμε δυο λόγια και χωρίσουμε, μετά θέλω να καπνίσω.
Ας αφηγηθώ όμως το επεισόδιο που προσθαφαίρεσα βρωμόλογα.
«Από χαρουπιές άλλο τίποτα. Γεμάτοι οι δρόμοι στο Μετς, στο Παγκράτι, στον Ευαγγελισμό, στο Ζάππειο και αλλού.
Ακούμε χαρούπια και θυμόμαστε την Κατοχή. Έχουν γλιτώσει κόσμο αυτά τα δένδρα. Δεν είναι δε καθόλου άγευστα. Έχουν μια πολύ ιδιαίτερη γλύκα. Σαν λιβάνι μυρίζουν.
Πριν γίνουν την άνοιξη που δένει ο καρπός όλο το δένδρο μυρίζει σαν σπέρμα. Έφερα στην μύτη μου φύλλα, τα σύνθλιψα, ζουμούχλησα άνθη,φλούδα απ’ τον κορμό, τσάκισα κλαράκια τίποτα. Όλο το δένδρο όμως αποπνέει αυτήν την χαρακτηριστική νωπότητα και φρεσκάδα του σπέρματος.
Στο Ζάππειο στα ενδότερα, πίσω απ’ τις χαρουπιές γινόντουσαν τα βράδια ερωτικές περιπτύξεις ομοφυλοφίλων. Συμμετείχε εν δόξη και η όσφρησις.
Αλλά αυτά τα τρεμοψυχισμένα αγκαλιάσματα τείνουν να εξαφανιστούν γιατί κούρεψαν τους θάμνους όπως στην Αγγλία και έβαλαν παντού προβολείς εδάφους και κάγκελα. Ακόμα και το μονοπάτι που ένωνε το Ζάππειο με την Αγία Φωτεινή το καγκελόφραξαν. Ευτυχώς οι ιερείς δεν έβαλαν ακόμα κάγκελα στην Αγία Φωτεινή.
Το μονοπάτι κοντεύει να το καταπιεί η φύση. Την έξοδό του την στόλισαν με γκράφιτι αλλά είναι μικρή η παρηγοριά.
Τώρα απλώς στα παγκάκια του Ζαππείου βλέπεις λίγους μελαγχολικούς νέους να περιμένουν με τις ώρες. Ποτέ δεν έχω δει λεσβίες, αλλά δεν μου κάνει εντύπωση. Μάλλον οι άντρες επείγονται περισσότερο. Καλό θα ήταν να υπάρχουν περισσότερες λεσβίες γιατί προσφέρουν αυτοπεποίθηση στο μειωμένης σωματικής αυτοπεποίθησης γένος των γυναικών. Σωματική αυτοπεποίθηση προσφέρουν στις γυναίκες και ορισμένες κινηματογραφικές ταινίες, που δείχνουν εξαίσιους και παράξενους ήρωες που βέβαια γυναίκες τους γέννησαν. Αλλά και πριν τους γεννήσουν, το μουνί τους είναι πιο ισχυρό απ’ όλα τα πλεονεκτήματα των ανδρών.
Αλλά ακριβώς αυτή η πηγή της ζωής τους δημιουργεί και ένα παράξενο αίσθημα μειονεκτικότητος. Νιώθουν ανοιχτές, υγρές, ανολοκλήρωτες και μονίμως χαίνουσες εν αντιθέσει με τον περίκλειστο, στεγνό άντρα που και στην πλέον φυσική σωματική του πράξη αισθάνεται εν πολλοίς εκτός σώματος.
Αυτό το έντονο αίσθημα της σωματικότητος ίσως το νιώθουν μερικές γυναίκες και για τις οπές στα στήθη απ’ όπου εκρέει το γάλα. Ίσως μόνον ένα παράξενο και ιδιαίτερο πρόσωπο ισορροπεί αυτήν την έντονη σωματικότητα.
Καλά τα υπαίθρια γαμήσια που κοντεύουν να εξαφανιστούν, αλλά πάνε και τα κατουρήματα. Βέβαια αν κατουριέσαι, κάπου θα βρεις να κατουρήσεις, αλλά χάνονται σιγά, σιγά οι ανέσεις και οι απλοχωριές.
Ένας πολύ καλός θύλακας ελεύθερης ουρήσεως και μάλιστα κεντρικά είναι στην πλατεία Κλαυθμώνος, γωνία Σταδίου και Δραγατσανίου. Πολύ ψηλοί θάμνοι που κάνουν τούνελ μεταξύ τους. Χάνεσαι.
Απορώ πώς τους άφησαν. Ακόμα και να μην θέλω να κατουρήσω, άμα περάσω από ’κει θα χωθώ για λίγο.
Στα καφενεία πάντα μπαίνεις με συστολή γιατί νιώθεις ανεπιθύμητος.
“Παρακαλώ μπορώ για λίγο–” λες δισταχτικά με το αίμα να γυρίζει γρήγορα και οι καφετζήδες πολλές φορές κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν.
Ονειρεύομαι την ημέρα που όλα τα καταστήματα που έχουν τουαλέτα θα είναι υποχρεωμένα εκ του δημοτικού νόμου να επιτρέπουν την χρήση της.
Προτείνω δε να έχουν στις τζαμαρίες για σήμα, ένα παιδάκι, ένα ελληνόπουλο ντυμένο τσολιαδάκι να σηκώνει την πλισέ φουστίτσα και να πηγαίνει με δύναμη στα ουράνια ένας πίδακας με απαστράπτουσες στον ήλιο σταγόνες.
Είναι αξιοθαύμαστες οι παιδικές ουρήσεις.
Ευτυχώς που υπάρχουν τα φαστ-φουντ όπου κανένας δε σε κοιτάζει και δεν σ’ εμποδίζει. Τραβάς συνήθως προς τις σκάλες με ορμή και αυτοπεποίθηση σαν να είσαι στο σπίτι σου. Αλλά κάτι μου λέει ότι απεργάζονται και σ’ αυτά τρόπους για να ελέγχουν τους ουρούντες.
Εκατοντάδες άντρες έχω δει στην Αθήνα να κατουράνε δημοσίως, κρυβόμενοι βέβαια. Πάρα πολλοί ίσα που κρύβονται. Απλώς δείχνουν την πλάτη τους. Πολλοί μόλις που τηρούν τα προσχήματα. Απλώς δεν φαίνεται το όργανό τους. Του κάνουν κουκούλα με τη χούφτα τους. Αρκετοί κατουράνε περίπου φανερά. Ένα κλαράκι, ένας φτωχός θάμνος, ένα μηχανάκι τους φτάνει.
Ποτέ δεν έχω δει γυναίκα να κατουράει δημοσίως. Ακόμα και κάτι κακόμοιρες τρελές –ασύγκριτα πάλι πιο λίγες απ’ τους άντρες– δεν κατουράνε όπου να ’ναι.
Και δεν φαντάζομαι να είναι μόνο η σωματική δυσχέρεια που έχουν οι γυναίκες. Αν και έχω ακούσει την λέξη ορθοκατούρω αλλά μάλλον θα έχει μεταφορικό νόημα προβιβάζοντας μια γυναίκα στις επίζηλες τάξεις των αντρών.
Αλλά μου κόλλησε εξαιτίας αυτής της λέξης ότι μπορούν και οι γυναίκες.
Έτσι μια φορά ρώτησα μια γυναίκα με την οποία προσπαθούσαμε να συσχετιστούμε αν μπορεί να κατουρήσει όρθια σε τοίχο και δεν μου ξανατηλεφώνησε.
Πρέπει κανείς να είναι πολύ προσεχτικός με τις γυναίκες, αν και μπορεί κάποια να μην σου ξανατηλεφωνήσει επειδή είσαι πολύ προσεχτικός.
Οι άντρες έχουν μια συγκινητική αλληλεγγύη όταν κάποιος ξεχάσει να σηκώσει το φερμουάρ. Ο πρώτος ομόφυλος που θα το πάρει χαμπάρι –και αυτό γίνεται αμέσως συνήθως– θα δείξει διακριτικά, φευγαλέα με το δακτυλάκι προς τα κάτω, θα ρίξει μια ακόμα πιο φευγαλέα ματιά προς τα κάτω και θα πει σιγανά, σβησμένα, ευγενικά,
“εεεεε, τα μαγαζιά σας”.
Πάντως καλύτερη αυτή η ευγένεια της πόλης απ’ τα άγρια έθιμα της επαρχίας που όταν έβλεπαν κανέναν να κατουράει φώναζαν στεντορείως “φωτιά στο πηγάδι”.
Παλιά, δεν πιστεύω σήμερα, γιατί σήμερα όλη η χώρα έχει γίνει σαν την πρωτεύουσα.
Μια φορά κόντευα κι εγώ να κατουρηθώ. Ήμουν στην Βασιλίσσης Αμαλίας και άρχισα να κατουράω σε μια χαρουπιά. Πιεζόμουν και τανυζόμουν αλλά δεν απέφυγα το μοιραίο.
Περνάγανε δύο αστυνομικοί, κοντοστάθηκαν και μου λέει ο ένας,
—τι κάνεις εκεί κύριος;
Εμένα η καρδιά μου πήγαινε να σπάσει γιατί είχα πολύ ακόμα.
—Ε, έχω προστάτη, μου ήρθε ξαφνικά μια φαεινή ιδέα.
Ο αστυνομικός σάστισε λιγάκι και μου λέει,
—μας απειλείς;
Έλαμψε στην στιγμή μέσα μου η αλήθεια ότι άλλο κατάλαβε.
—Όχι, όχι βρε παιδιά, δεν μπορώ να συνεννοηθώ, είμαι αστοιχείωτος. Δεν έχω προστάτη, αλλά έχω προστάτη.
—Για πάρ’ του τα στοιχεία, λέει ο άλλος αστυνομικός.
—Αφού τώρα είπε ο άνθρωπος ότι είναι αστοιχείωτος, του λέει ο πρώτος.
—Φιρί, φιρί το πας κι εσύ απ’ το πρωί.
Βρίστηκαν και χαριεντίστηκαν για λίγο και μόλις ξεκίνησαν να φύγουν μου λένε,
—ακόμα εδώ είσαι εσύ;
—Έχω και κατακράτηση ρε παιδιά.
—Αααααα προστάτη, λέει ο άλλος και δείχνει χαμηλά στην κοιλιά του. Κάνε την δουλειά σου κύριος. Ούτε σε είδαμε, ούτε μας είδες.
Πραγματικά όταν βλέπουμε κανέναν να κατουράει του στέλνουμε ένα ολόσωμο σήμα διακριτικότητος.
“Δεν σε είδαμε, δεν σε βλέπουμε, προσπερνάμε”.
Το ίδιο όταν βλέπουμε ζευγάρια σε δημόσιες περιπτύξεις. Εκεί έχει να κάνει πολύ λίγο και ο φθόνος αλλά κυρίως η αιδώς για πράγματα που δεν πρέπει να γίνονται δημοσίως.
Αν ήμουν υπέρ της δημοσίας αιδούς θα αθώωνα πλήρως το κατούρημα και μάλλον θα ενέτασσα τα ερωτικά φιλιά.
Γκρέμισα όμως τις γέφυρες προς τις χαρουπιές, γιατί μια φορά μου έσπασε μια γέφυρα. Ξέχασα να σας πω ότι τα λένε και ξυλοκέρατα».
Αυτό είναι το επεισόδιο και ας αρχίσουμε απ’ το τέλος. Μου φάνηκε εύκολο το αστείο με την γέφυρα και το έβγαλα. Εύκολο όμως είναι και το αστείο που λέει η γυναίκα στον άντρα ότι είναι ένας παλιοσυκοφάντης αλλά αυτό το άφησα. Γιατί; Άγνωστο. Ή ίσως επειδή έχω κι εγώ γέφυρα, ενώ αν δεν είχα θα το άφηνα;
Όπως ο ήρωάς μου έτσι κι εγώ δεν είχα δει ποτέ γυναίκα να κατουράει δημόσια. Λίγο όμως αφού το είχα γράψει, είδα μια γυναίκα στο Ζάππειο. Στεναχωρήθηκα που την είδα. Νόμιζα πως πλέον έλεγε ψέματα ο ήρωας. Και η κακομοίρα είχε χωθεί σε κάτι πυκνούς και απώτατους θάμνους, έπρεπε να ’σαι πολύ παρατηρητικός και συγκεντρωμένος για να την δεις. Απορώ πώς την είδα.
Πάντως νομίζω πως σχεδόν ποτέ οι συγγραφείς δεν θα δουν το κατεβασμένο φερμουάρ του διαβάτη. Είναι πολύ ιδιαίτερος κάθε φορά ο χώρος που δρα η παρατηρητικότητά τους. Εκτός κι αν συμπέσουν κατεβασμένο φερμουάρ και συγγραφικό ενδιαφέρον.
Απ’ την φτωχή γυναίκα θυμάμαι την προσπάθειά της να απαλλάξει τα λεπτότατα και έντονα κακοποιημένα απ’ τα γεράματα πόδια της απ’ το καλσόν.
Απ’ την γλύκα των ενοχικών ομοφυλοφιλικών αγκαλιασμάτων μού έρχεται να κάνω μια αναγωγή στην λογοτεχνία.
Όταν κινείται στο κανονικό και στο νόμιμο και η απόλαυσή της μοιραία κινείται εντός πλαισίου.
Όταν βγαίνεις όμως απ’ το υπόστεγο με τον κίνδυνο να γίνεις μούσκεμα, περίγελο, να πέσεις στον γκρεμό και στην χλεύη, ίσως να έρθουν στην επιφάνεια πιο παράξενες αναγνωστικές ευχαριστήσεις.
Ένας τρόπος που ίσως είναι αποτελεσματικός είναι να γράψεις γι’ αυτά που ντρέπεσαι ή φοβάσαι να γράψεις.