Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

Βασίλης Γκουρογιάννης, Βέβηλη πτήση (2003)

Η δεύτερη βαθιά εθνική μαχαιριά ήταν ένα εχθρικό μαχητικό πάνω από την Αθήνα, ξυστά πάνω από την Αθήνα, ξυστά πάνω από την Ακρόπολη, που γκρέμισε τους πρωινούς τουρίστες στο έδαφος και τους περιδίνησε ολόκληρα μέτρα. Ό,τι όμως σόκαρε περισσότερο τους Έλληνες εξ Ελλήνων συνέβη την τέταρτη μέρα κατά την αποχώρηση των τούρκων καταδρομέων από το αεροδρόμιο. Αφού ο ευρωστρατός εγγυήθηκε στους Τούρκους το πρόχειρο στρατιωτικό νεκροταφείο των πέντε καταδρομέων που τάφηκαν βόρεια του αεροδρομίου, με πρόσωπο να βλέπει απέναντι προς τη γη της Ιωνίας, αφού επιβίβασαν πρώτα τους τραυματίες, εισέρχονταν πλέον οι καταδρομείς στα δύο γιγαντιαία αεροσκάφη της British Airways (μισθωμένα από τον ΟΗΕ). Ανέβαιναν ζωηροί με τον οπλισμό τους, με έναν αέρα νίκης, αδιάφορο αν ήταν ή δεν ήταν νικητές, γελώντας πίσω από γένια τεσσάρων ημερών, μερικοί σχηματίζοντας με τα δάχτυλα το σήμα της νίκης, ώσπου ένας θρασύς στάθηκε στο τελευταίο σκαλοπάτι, γύρισε, κοίταξε κάπου προς τα ψηλά, ύψωσε το δεξί χέρι και τότε έκανε τη χυδαία χειρονομία λυγίζοντας το μεσαίο δάχτυλο!

Ήταν μεγάλος o εθνικός πόνος, λες κι εκείνο το βρόμικο, νυχάτο δάχτυλο εισχώρησε πράγματι βαθιά στο ελληνικό κορμί, κι ήταν τόσος ο θυμός και η ντροπή, αυξημένη από την απευθείας διεθνή τηλεοπτική μετάδοση, που δεν αρκεί να την ξεπλύνει το αίμα χιλιάδων εχθρών στα πεδία της μάχης.

Η βέβηλη πτήση δεν είχε ακόμη εκτιμηθεί σε όλες τις παραμέτρους. Εξάλλου αυτήν τη βέβηλη ενέργεια του βάρβαρου πιλότου τα ελληνικά πλήθη αισθάνονται να τη μοιράζονται ανακουφιστικά με ολόκληρο τον πολιτισμένο κόσμο, εφόσον θίχτηκε μνημείο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.

Αυτό που επιπλέον εξόργιζε τους Έλληνες εξ Ελλήνων ήταν πώς κατόρθωσε ένα και μοναδικό αεροσκάφος να διαπεράσει απαρατήρητο κι ανενόχλητο και τις εννέα πολυθρύλητες αντιαεροπορικές ασπίδες της χώρας. Διέφυγε από τους Patriot της Σκύρου, της Αττικής και από τα μαχητικά της Σκύρου και της Τανάγρας, από τα πυροβόλα Ρέινμεταλ και Άρτεμις, από τα βλήματα STINGER, CROTALE και ΒΕΛΟΣ, από τα TOR MI και από τους σοφούς γερο-πυραύλους ΧΟΚ. Το μόνο όπλο που κάπως αθωώνεται είναι οι πύραυλοι S-300, αφού αυτοί ουδέποτε αξιώθηκαν να αναπτυχθούν επιχειρησιακά και βρίσκονται σχεδόν αποθηκευμένοι στην ανατολική Κρήτη.

Τι συνέβη λοιπον; Τύφλωση όλων των ραντάρ ή τύφλωση όλων των υπεύθυνων στρατιωτικών; Είτε το ένα συνέβη είτε το άλλο, δεν χωρούν ελαφρυντικά.

Όταν μετακινήθηκε το αντιαεροπορικό ύστερα από δύο ημέρες με ανανεωμένο προσωπικό, άφησε πίσω του ένα μικρό αλωνάκι, και στην περίμετρο του διακριτού αυτού αλωνιού σχηματιζόταν κύκλος σκουπιδιών από χαρόκουτα πίτσας, τενεκεδάκια μπίρας, τσακισμένα πακέτα τσιγάρων, σκισμένα περιοδικά, σύριγγες μιας χρήσης, αθλητικές εφημερίδες κ.λπ. Το αυτοκινούμενο αντιαεροπορικό δεν θα εγκαθίστατο τελικά στο Λόφο Φιλοπάππου, αφού εκτιμήθηκε ότι λόγω του ύψους του λόφου τα ραντάρ του όπλου δεν θα συνελάμβαναν με πιστότητα τις πτήσεις V.F.R., κι έτσι προτιμήθηκε το πευκόφυτο αλσύλλιο της Πνύκας.

Δόθηκε μικρή μάχη εδώ πριν από δύο ημέρες, όταν για τη διαμόρφωση του χώρου υποδοχής του όπλου χρειάστηκε να προηγηθεί μπουλντόζα για τη διάνοιξη.

Μεταξύ άλλων διαμαρτυρομένων, μια νεαρή αρχαιολόγος, προφανώς Ελληνίδα εξ Ελλήνων, έμπαινε μπροστά στο μαχαίρι της μπουλντόζας και την εμπόδιζε να προχωρήσει. Ζητούσε να της επιδείξουν άδεια για τη χρήση μπουλντόζας σε χώρο εξ αντικειμένου μνημειακό. Ώσπου τελικά καθάρισε ο Κάχιας Αρσιβίλης, ένας γιγαντόσωμος ομογενής υπαξιωματικός, που την έκρυψε κάτω από τη μασχάλη του, και φαίνονταν μόνο τα αθλητικά της παπούτσια να κλοτσάνε υστερικά τον αέρα.

 

Επάνω στον Ιερό Βράχο η έφορος Ακροπόλεως σήμερα ενημέρωνε τον γάλλο υπουργό Πολιτισμού, που συνοδευόταν από τον έλληνα ομόλογό του. Εξηγούσε σ’ αυτόν ότι ο Παρθενώνας δεν πρόλαβε να χαρεί την … καλή του φορεσιά, που με τόσο μόχθο αναστηλωτικό κατόρθωσαν να του ετοιμάσουν οι έλληνες ειδικοί τα περασμένα χρόνια. Λίγες ακόμα αποκαταστάσεις και διακοσμήσεις είχαν απομείνει, που κι αυτές βρίσκονταν σε εξέλιξη, όταν συνέβη η βέβηλη πτήση, και τώρα όλα πρέπει να ξαναγίνουν μάλλον από την αρχή.

«Ο Παρθενώνας άγγιξε για δεύτερη φορά την τελειότητα. Απέκτησε πάλι τον αρχαίο στολισμό που του είχαν αφαιρέσει ο χρόνος, οι καταστροφές, οι λεηλασίες. Κοιτάχτε τον λοιπόν, κύριε υπουργέ, σήμερα μοιάζει καταπληγωμένος, σαν ένας ασθενής που του αφαίρεσαν βίαια τα μοσχεύματα, τα οποία όμως είχαν δέσει αρμονικά στο σώμα».

Εξηγούσε ακόμα ότι, αν υπήρχε τρόπος να κοιτάξει κανείς το μνημείο από ψηλά πριν από τη βέβηλη πτήση, θα έβλεπε σε όλο το μεγαλείο το αριστοτεχνικό παιχνίδι των ευθειών και των καμπυλώσεων που είχαν κατορθώσει οι αρχαίοι αρχιτέκτονες. Σήμερα όμως θα δει την παραμόρφωση που προκαλείται από τη βίαιη εξάλειψη της θετικής οπτικής απάτης. Θα ήταν ιδανική εμπειρία μια πτήση με αντικραδασμικό, αν ήταν δυνατόν, ελικόπτερο πάνω από το μνημείο, αλλά αυτό θα ήταν υπό τις σημερινές συνθήκες τελείως εγκληματικό.

«Ως σήμερα γνωρίζουμε πτήσεις που έχουν γίνει υπεράνω του Παρθενώνα, αυτή του προέδρου Ρούζβελτ και μια γερμανική επίδειξη με Γιούγκερς στα 1930 και βέβαια τη γνωστή πτήση των ημερών μας…»Αυτή η βέβηλη πτήση «…ήταν ένας πρωτοφανής σεισμός με το επίκεντρο στους αιθέρες, γι’ αυτό η καταστροφικότητά του στο μνημείο ξεπέρασε τους γήινους σεισμούς, τις ανατινάξεις και τους βομβαρδισμούς που δέχτηκε το κτίσμα επί δυόμισι χιλιάδες χρόνια».

Πλήθη τουριστών συνωστίζονταν πέριξ του μνημείου, ελκυόμενοι από την ανεξιχνίαστη γοητεία της καταστροφής που κατορθώνει να διεγείρει τις ψυχές περισσότερο από τη γοητεία της δημιουργίας. Δεν χρειαζόταν να κουραστεί κανείς για να δυσφημήσει τους εχθρούς. Όλα γίνονταν αυτομάτως, καθώς οι σωροί των θραυσμάτων παρέμεναν ακόμη ασκούπιστοι γύρω από το μνημείο. Ήδη η εφημερίδα Εθνικός Συναγερμός άρχισε να στηλιτεύει το φαινόμενο και παρέστησε σε σκίτσο τον Παρθενώνα σαν κουρελή ζητιάνο να γυρεύει τον διεθνή οίκτο «…από ποιους; Απ’ αυτούς που τύφλωσαν τα ραντάρ μας…»

Ήταν προφανές ότι η διεθνής κατακραυγή έπρεπε να φέρει και πρακτικά αποτελέσματα, πρώτον την ηθική μείωση του προαιώνιου αντιπάλου και δεύτερον την όσο το δυνατό μεγαλύτερη βοήθεια σε τεχνογνωσία και πόρους για την αποκατάσταση των ζημιών. Κι ήταν στ’ αλήθεια διαλεκτική η σχέση του Παρθενώνα με τους βαρβάρους, αφού «εξαιτίας βαρβάρων οικοδομήθηκε και εξαιτίας βαρβάρων θα γίνει ακόμα καλύτερος», όπως αποφάνθηκε ο έλληνας υπουργός στον ομόλογό του, υποθέτοντας ότι ο ξένος γνωρίζει στοιχειωδώς την ιστορία του μνημείου.

Βασίλης Γκουρογιάννης, Βέβηλη πτήση, Μεταίχμιο 2003, σ. 20-27