Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

Άνοιξη

Φούντωσε η Άνοιξη και δω σε κάθε δέντρου κλώνο, Τα πάρκα λουλουδίσανε και κείνα. Μα δε μου λέει η γιορτερή χαρά τους, παρά μόνο πώς λείπω μακριά ’πο σέν’ Αθήνα.

Έρχεται ακάλεστη, βουβή, μεσ’ στου ήλιου το θάμπος
βροχούλα που κανείς δεν υποπτέφτει
και νοιώθω, η νοσταλγία σου καθώς μ’ ανάφτει, σάμπως
ξεχωριστά για μένανε να πέφτει.

Παρίσι. Άνοιξη 1927

Παρίσι

Παρίσι, ήταν καιρός τα ονείρατά μου
στο σκοτεινό πρωί σου να σκορπίσω
και να σ’ αφήσω παίρνοντας κοντά μου
τη θλιβερή χαρά να σ’ αγαπήσω.

Τώρα η Μεσόγειος λυγερή σειρήνα
που στο πλοίο μας γύρω αφροκοπάει
κι’ όλα του αφρού της τα κάτασπρα κρίνα
ένας σκοπός: μακριά σου να με πάει.

Κ’ ύστερα να σιμώσουμε κει πέρα,
θαρθει προσταχτικό το φως ν’ ανοίξει
τα μάτια μου στην τρισγαλάζια μέρα
και την ενθύμησή σου να μου πνίξει.

Κι ύστερα τα νησιά της θα χυμήσουν.
Κι η Αθήνα, ξέρω, δε θ’ αργοπορήσει.
Θε να στηθούνε να μου πολεμήσουν
της αμαρτίας τον έρωτα, Παρίσι!

Και θα θελήσουν να ξεχάσω πόσο
σου δόθηκε αμέσως η ψυχή μου.
Καθώς χωρίς την έγνοια ν’ ανταμώσω
γύριζα μες στους δρόμους μοναχή μου.

Όμως παντού έπιανα εύκολες φιλίες
γιατί σα να με ξέραν μου γελούσαν
παντού, σπίτια και πάρκα κι εκκλησίες
κι όταν ξαναπερνούσα μου μιλούσαν.

Και θα θελήσουν να ξεχάσω, πόση
καινούργια νιότη συ μούχες χαρίσει,
πως τη μοίρα μου ακόμα έχω ανταμώσει
γυρίζοντας στους δρόμους σου, Παρίσι.

Πολυδούρη Μαρία, Άπαντα, Αθήνα, Αστέρι, 1982, σ. 58, 61-62.