Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

Η συνάντηση του Στρατή Πασχάλη με την κόμισσα Καβάφη-Βαλιέρη

 

Σ’ αυτή την πόλη έζησε η Σαπφώ

Φοβάμαι πως το χάσιμο της Μικρασίας, ο τέλειος εκτουρκισμός, αφαίρεσε από τη Μυτιλήνη τη φυσική της συνέχεια. Την ακρωτηρίασε. Πηγαίνοντας στ’ αντικρινά παράλια, αμέσως αναγνωρίζεις την ανταπόκριση που θα πρέπει να υπήρχε ανάμεσα στις δύο ακτές. Αλλά και ο αφελληνισμός των μεγάλων σταθμών της ασιατικής και της μεσοανατολικής ρωμιοσύνης θα πρέπει να της στέρησε κάποιες σημαντικές δυνατότητες ζωτικής ανάσας. Μια αίσθηση Κωνσταντινούπολης, Σμύρνης, Αλεξάνδρειας την υποψιάζεσαι να υφέρπει σε χίλιες μεριές, ορφανή. Εκζήτηση και νωχέλεια, περίτεχνες οικοδομές, λεβαντινισμός. Βυζάντιο πίσω από δυτικότροπες προσωπίδες, τελετουργίες αργόσυρτης καθημερινότητας, παράδοξα «κράματα». Είναι περίεργο, αλλά κάποιες φορές σκέφτεσαι αχνά τον Καβάφη. Ίσως δεν είναι τυχαίο που σ’ ένα ψηλό ξενοδοχείο της προκυμαίας (μια πλευρά του την έχει ζωγραφίσει ο Τσαρούχης) έζησε για πολλά χρόνια η ανιψιά του μεγάλου ποιητή, η κόμισα Χαρίκλεια Καβάφη-Βαλιέρη. Τη συνάντησα κάποτε, μαθητής γυμνασίου, τυχαία. Ένας φίλος μου, ξέροντας πως είχα αρχίσει να γράφω ποίηση, με οδήγησε κάποιο βράδυ, χωρίς να το περιμένω, στο δωμάτιό της. Μια ελάχιστη κάμαρα, γυμνή, μ’ ένα κρεβάτι στην άκρη. Πάνω απ’ το προσκεφάλι της, κρεμασμένο στον τοίχο ένα ροζάριο. Η κυρία καθότανε στο κρεβάτι, σαν σε καναπέ, με στηριγμένους τους αγκώνες της σ’ ένα τραπεζάκι που βρισκότανε ακριβώς μπροστά της. Μιλούσε μόνο γαλλικά κι εγώ της απαντούσα με όσα γαλλικά ήξερα τότε. Κουβεντιάσαμε για μία ώρα περίπου. Ήταν κοντή, παχουλή, μάτια γαλανά, ξέθωρα, κάπως παγωμένα (ελπίζω να μην με ξεγελά το μνημονικό μου), μαλλιά γκρίζα, σε φροντισμένο πλούσιο κότσο. Φορούσε ένα μάλλινο σάλι, ανοιχτό μενεξεδί. Ζούσε παραδίδοντας μαθήματα ξένων γλωσσών. Μου είπε πολλά πράγματα για τη ζωή της. Ιστορίες κάπως απίστευτες. Πως είχε γνωριστεί με τον πρίγκιπα Γιουσούποφ που σκότωσε τον Ρασπούτιν. Ή ότι κάποτε, με τον άντρα της, είχαν νοικιάσει έναν ολόκληρο όροφο στο περίφημο παλάτι του Φοντενμπλό. Για τον Καβάφη εκφράστηκε με πικρή εγκράτεια. Θα πρέπει να υπήρχαν οικογενειακές δυσαρέσκειες.

Παρόμοιες εμπειρίες μπορούσες να έχεις πολύ συχνά στη Μυτιλήνη του άλλοτε. Άνθρωποι κοσμοπολίτικης ντεκαντέντσιας που τους ξέβρασε κάποιο μοιραίο κύμα σ’ αυτή την πόλη, όπου έβρισκαν μια ξέχωρη ποιότητα, ικανή να τους κρατά ζωντανούς, μέσα στις ονειρικές αυταπάτες τους. Ταυτοχρόνως, το λαϊκό στοιχείο, δραστικό και παλλόμενο, σε αντίθεση –τι παράξενο– αρμονική πλάι στον γερασμένο αστικό «εκλεκτικισμό». Ίσως γιατί όλα, ταπεινά και σπουδαία, τα χαρακτήριζε το ίδιο ειδικό βάρος και τα διαπότιζε ο ίδιος λαγγεμένος καημός, το ίδιο χοϊκό, βαθύ παραμύθι. Ο Θεόφιλος…

Στρατής Πασχάλης, «Σ’ αυτή την πόλη έζησε η Σαπφώ», Μισέλ Φάις (επιμ.), Μια πόλη-Ένας συγγραφέας, Αθήνα, Μίνωας, 2001, σ. 152-153.