Ιστορία και Λογοτεχνία
Αναζήτηση
Αναζήτηση στα περιεχόμενα της λογοτεχνίας στον ιστορικό χρόνοΚαινούργια Αθήνα
Γεώργιος Σουρής, «Καινούργια Αθήνα», Τα Άπαντα, Γ. Βαλέτας (επιμ.) τ.4, Γιοβάνη, Αθήνα 1966, σ. 311-312.
|
▲▲
Καινούργια Αθήνα
Απ’ την παλιά σου εποχή τίποτε δεν σου μένει
και κάθε μέρα κι από μια ανάμνησις σου σβήνει,
οι πιο αρχαίοι κάτοικοι περνούνε πια για ξένοι
κι ένα σπιτάκι σου μικρό ολόρθο δεν θα μείνει.
Και θαύμα πώς εσώθησαν μέσα στα τόσα νέα,
οι άγιοι Θεόδωροι και η Καπνικαρέα.
Πού είναι τα σπιτόπουλα εις τον καθένα δρόμο;
Πού είναι πια το Ροδακιό; Που είναι το Γεράνι;
Τα πρώτα Αθηναίικα πού είναι εν συντόμω;
Πού η ωραία η Ελλάς και πού το σιντριβάνι;
Μέσα στα όλα χάθηκε κι ο κλασικός Πλακιώτης
και ματαιότης, φίλοι μου, τα πάντα ματαιότης.
Τώρα στην κάθε γειτονιά εκτίσθηκαν παλάτια,
τώρα μαρμάρινοι στοαί με χιλιάδες φώτα,
τώρα παντού, όπου κανείς ρίξει τα δυο του μάτια,
θε ν’ αντικρίσει κι από μια πεντάμορφη κοκότα.
Τώρα Πανεπιστήμια, τώρα σπουδής μανία,
τώρα και χαρτοπαίγνια στην κάθε μια γωνία.
Κι ακόμα πώς φαντάζομαι την κλασική Αθήνα!
Φαντάζομαι με μακαντάμ πως θα την δω στρωμένη,
πως φέρνει τον πολιτισμό ακόμη κι απ ‘την Κίνα,
και από φως ηλεκτρικό πως είναι φωτισμένη.
Φαντάζομαι πως θα την δω με θέατρα, με κήπους,
με μπουλεβάρ, με τζέντλεμαν, με λόρδους και με ίππους.
Φαντάζομαι όπου σταθώ πίδακας κα πλατείας,
ήρωα και αγάλματα ημεδαπών και ξένων,
φαντάζομαι βασιλικάς ιεροτελεστίας
και τον λαόν νευρόσπαστον του Χόλδεν γυμνασμένον,
και βλέπω όλους στρατηγούς με πτερωτά λοφία,
και βλέπω αναρίθμητα μεσιτικά γραφεία.
Φαντάζομαι τον πληθυσμόν δεκαπλασιασμένον,
τον Πειραιά να ενωθεί με την κλεινήν Παλλάδα.
Τον σύμπαντα Ελληνισμόν εδώ συγκεντρωμένον
και ούτε ένα κάτοικον εις την λοιπήν Ελλάδα.
Να μην υπάρχουν Θεσσαλοί, Κρήτες, Μυτιληναίοι,
και να γενούμε όλοι μας πολίται Αθηναίοι.
Μέσα σ’ αυτόν τον θόρυβον και την πολυκοσμίαν
να χαν’ η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα,
να μην αισθάνεται κανείς συγκίνησιν καμίαν
και να κοιμάται πάντοτε ο κόσμος με την Διάνα.
Παντού να στήνουν πλούσιοι Ισραηλίται βρόχια
και να τα καμαρώνουνε πολλοί από τη φτώχια.
Να γίνει χαλικόστρωμα η κάθε μια κολόνα,
να ξεχειλίσει ο χρυσός αλλά και η επαιτεία,
να κάμουν ασβεστόχωμα κι αυτόν τον Παρθενώνα
και τέλος η Ακρόπολις να γίνει μια πλατεία.
Κι όταν Εγγλέζοι έρχονται εδώ κανένα μήνα
να ερωτούν- Που έqειτο η παλαιά Ατήνα;-