Ιστορία και Λογοτεχνία
Αναζήτηση
Αναζήτηση στα περιεχόμενα της λογοτεχνίας στον ιστορικό χρόνοΗ στρατιωτική ζωή εν Ελλάδι
[Χ. Δημόπουλος], Η στρατιωτική ζωή εν Ελλάδι. Χειρόγραφον Έλληνος Υπαξιωματικού, Ερμής, Αθήνα 1990, σ. 13-14.
|
▲▲
Η στρατιωτική ζωή εν Ελλάδι
(απόσπασμα)
—Έλα εδώ σε παρακαλώ. μη φεύγεις, με λέγει. Πόθεν είσαι;
—Σας είπον ότι είμαι από…
—Διατί θέλεις να γίνεις στρατιώτης;
—Διότι με αρέσκει η στρατιωτική ζωή.
—Γνωρίζεις την ζωήν αυτήν; ηξεύρεις τα βάρη του στρατιώτου;
—Και την ζωήν γνωρίζω, και τα βάρη ηξεύρω.
—Πώς τα έμαθες;
—Τα είδον εις την Κριμαίαν.
—Τι έκαμνες εκεί;
—Ήμην διερμηνεύς εις τον αγγλικόν στρατόν.
—Γνωρίζεις την αγγλικήν;
—Ολίγον.
—Την γαλλικήν.
—Κάτι καλύτερα.
Μετά τον ανακριτικόν αυτόν διάλογον ήρχισε να με «παρλάρει» γαλλικά, περιστρεφόμενος εις την τύχην του υλικού του πολέμου εκείνου των συμμάχων κατά την εκκένωσιν της Κριμαίας, και έπειτα, αφού εσκέφθη ολίγον, με είπεν. — Επειδή έχεις ακράτητον επιθυμίαν να καταταχθείς, και δεν ημπορώ να σε εμποδίσω, θα ευχαριστηθώ τουλάχιστον να σε έχω εις την ίλην μου. Έλα εις το γραφείον του ιππικού κατά τας ένδεκα να σε παρουσιάσω εις τον Διοικητήν.
Τον ευχαρίστησα τότε με εν κίνημα της κεφαλής, και νομίζω, ότι ούτε τον αποχαιρέτησα διά να ευρεθώ εις τον δρόμον ως από πτερά φερόμενος. Ο Μπάρμπα Νικολός υπήρξεν ο πρώτος μάρτυς της χαράς μου, την οποίαν όμως δεν εσυμμερίσθη. αφού έμαθε τα διατρέξαντα εκίνησε την κεφαλήν, και με ευχήθη να μη μετανοήσω μίαν ημέραν.
Εις τας ένδεκα ακριβώς ήμην εις το γραφείον του ιππικού, ζητών τον ίλαρχόν μου. Με είπε να περιμείνω ολίγον εις την αυλήν, και μετά ημίσειαν σχεδόν ώραν με έκραξε και μ’ επαρουσίασεν εις τον Διοικητήν. Ούτος, πελωρίου αναστήματος άνθρωπος, γέρων κάτισχνος και την φυσιογνωμίαν σοβαρός, ήξευρε φαίνεται περί τίνος επρόκειτο, και διά τούτο αμέσως με ηρώτησεν αν ήμην εγγεγραμμένος πολίτης κανενός δήμου της Ελλάδος. Κατά φυσικόν λόγον απήντησα αρνητικώς. Ο Διοικητής εστράφη τότε προς τον ίλαρχον, και του είπε μίαν μόνην λέξιν. — Δεν ημπορούμεν. Μάτην ο ίλαρχος επροσπάθησε να του αλλάξει γνώμην. αυτός επέμενεν εις ό,τι είπε, και στραφείς προς εμέ επρόσθεσεν ότι, δεν ημπορούν να με δεχθούν εις το σώμα χωρίς να παρουσιάσω ενδεικτικόν πολίτου έλληνος.
Ιδού τι έτρεχεν, ως κατόπιν έμαθον. Εις την Ελλάδα είχον ποτέ ανακηρύξει το περίφημον ψήφισμα περί αυτοχθονίας και ετεροχθονίας, και κατ’ αυτό, μόνον οι αυτόχθονες Έλληνες, δηλ. οι γεννημένοι εντός του ελληνικού βασιλείου, από πατέρα υπήκοον της αυτού ελληνικής μεγαλειότητος, ήσαν δεκτοί εις τας πολιτικάς και στρατιωτικάς θέσεις, και εθεωρούντο καθαροί Έλληνες. οι δε λοιποί κατά το ψήφισμα εκείνο, ας έκαμνον καλά με τον Σουλτάνον. Εάν Έλλην εκ του εξωτερικού επιθυμεί να γίνει υπήκοος του βασιλέως της Ελλάδος, ο νόμος λέγει ότι πρέπει να έλθει εις την Ελλάδα, να δηλώσει την επιθυμίαν του εις έναν δήμον εγγράφως επί βιβλίου προσδιορισμένου επίτηδες διά τούτο, και αφού από την ημέραν της εγγραφής παρέλθουν δύο στρογγυλά έτη, να προσέλθει διά να πολιτογραφηθεί, δίδων τον όρκον πολίτου έλληνος, και αποδεικνύων διά δύο μαρτύρων αξιοπίστων ότι κατά τα δύο εκείνα έτη ούτε μίαν ημέραν εξήλθεν από το ελληνικόν έδαφος. Κατά τον νόμον λοιπόν ο μη πολίτης έλλην δεν ήτο δεκτός ούτε ως στρατιώτης.
Τα πράγματα αυτά με εξήγησεν ο ίλαρχός μου μετά μεσημβρίαν εις την οικίαν του. Έκαστος ημπορεί να φαντασθεί την αδημονίαν μου όταν έβλεπον τα λαμπρά εκείνα όνειρα διαλυόμενα και το αδύνατον του να προσθέσω μίαν βαγιονέταν εις τας δεκαεπτά χιλιάδας.
Ηρώτησα τον προστάτην μου αν έπρεπε να απελπισθώ. — Σχεδόν, με είπεν, αλλά γίνονται ενίοτε εξαιρέσεις, και διά τούτο σε συμβουλεύω να αποτανθείς προς τον Καρδιοκτύπην “τάδε”, ο οποίος ανακατώνεται εις τοιαύτα πράγματα.