Ιστορία και Λογοτεχνία
Αναζήτηση
Αναζήτηση στα περιεχόμενα της λογοτεχνίας στον ιστορικό χρόνοΗ προφητεία του κόκκινου κρασιού
Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Η προφητεία του κόκκινου κρασιού, Πατάκης, Αθήνα 2008, σ. 160-163.
|
▲▲
Η προφητεία του κόκκινου κρασιού
(απόσπασμα)
«Δεν ελπίζω πια, Θέκλα μου!» την έκοψε η νονά. «Η Μελπομένη πέρασε τα σαράντα και δικά της παιδιά δύσκολο πια θ’ αποκτήσει, φροντίζει τα εφτά παιδιά της Καλλιόπης. Όσο για τους γιους μου… Άργησαν πολύ κι αυτοί. Ο Κώστας κοντεύει πια τα πενήντα και μονάχα η ιατρική τον ενδιαφέρει — ευτυχώς που βάφτισε τουλάχιστον πριν από χρόνια ένα παιδάκι κι έβαλε τ’ όνομα του πατέρα του. Ο Νούσκας αρραβωνιάστηκε τώρα στα σαράντα πέντε του, μα είναι δύσκολος χαρακτήρας, κάπως αυταρχικός, και δε σου κρύβω πως αμφιβάλλω αν θα γίνει ο γάμος τελικά».
Η Λισάφη χαμογέλασε. Θυμήθηκε τη φωτογραφία που είχαν βγάλει η νονά με τους γιους της και την αρραβωνιαστικιά του θείου στο φωτογραφείο του Paul Zepdji, όταν πήγανε στη Θεσσαλονίκη για τον αρραβώνα. Μόνο να τον έβλεπες τον θείο Νούσκα, θα συμφωνούσες απόλυτα με τη νονά. Ο μέλλων γαμπρός είχε πάρει μια στάση που σου θύμιζε τον Ναπολέοντα πριν από μεγάλη μάχη!
«Όσο για τον Μανόλη» συνέχισε η νονά «τα σαράντα πάτησε κι αυτός και νύφη δεν βλέπω. Ασχολείται αποκλειστικά με το κτήμα στον Πεθελινό. Μια περιουσία πλήρωσαν τα παιδιά μου, βλέπεις, για να πάρουν αυτή τη γη από τους Τούρκους. Δώσαμε ό,τι είχαμε και δεν είχαμε για να βρίσκεται από τώρα σε χέρια ελληνικά… Νύχτα μέρα λοιπόν μ’ αυτήν παλεύει ο Μανόλης. Ίσως αν ζούσε ο Αλέξανδρός μου…».
Ο Αλέξανδρός της… Η αγιάτρευτη πληγή της νονάς: το στερνοπαίδι, το παλικάρι που έχασε αναπάντεχα στα είκοσι εφτά του από ανεξήγητο πυρετό πριν από δέκα χρόνια, το 1875, μόλις δυο χρόνια μετά το θάνατο του πατέρα του. Ποτέ δε συνήλθε η νονά από τούτο το δεύτερο και βαρύτερο χτύπημα. Ίσως απ’ αυτό τον καημό ν’ αγκάλιασε με τόση αγάπη τη Λισάφη και ν’ αφοσιώθηκε στην ανατροφή της, όταν εκείνη ορφάνεψε τρία χρόνια αργότερα.
Ναι, η Λισάφη την ένιωθε κάθε στιγμή τη μεγάλη αγάπη που της είχε η νονά Ελισάβετ. Κι όσο μεγάλωνε, καταλάβαινε όλο και περισσότερο πως ήταν κάτι σαν βάλσαμο για τον πόνο της, ένας νέος σκοπός στη ζωή της, αφού τα έξι δικά της παιδιά, τρεις γιοι και τρεις κόρες, μεγάλοι όλοι πια, δεν τη χρειάζονταν άλλο. Και το έβδομο, το λατρεμένο της στερνοπαίδι, είχε φύγει για πάντα.
Μα μήπως δεν ήταν βάλσαμο και η παρουσία της νονάς για το τραύμα το βαθύ της Λισάφης; Πώς αλλιώς θα είχε καταφέρει να ξεπεράσει τη δολοφονία του πατέρα της από τους Βουλγάρους αντάρτες, τους «κομιτατζήδες» όπως τους έλεγαν εδώ και λίγα χρόνια; Δεν ήταν εύκολο τότε να καταλάβει, εννιά χρονών κοριτσάκι, το μίσος που είχε φουντώσει ανάμεσα στους «Πατριαρχικούς» και στους «Εξαρχικούς», με άλλα λόγια στους Έλληνες χριστιανούς από τη μια, που έμεναν πιστοί στο Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, κι από την άλλη στους Βούλγαρους, που από το 1872 υποστήριζαν την Εξαρχία, τη δικής τους Εκκλησιαστική Αρχή που είχε αποσχιστεί από το Πατριαρχείο, θέλοντας να είναι ανεξάρτητη. Ολέθρια τ’ αποτελέσματα τούτης της έχθρας. Λες και δεν έφταναν τα βάσανα τα κοινά που υπέφεραν οι δυο λαοί από τους Τούρκους αιώνες τώρα.
Το 1878 η έχθρα είχε γίνει ακόμα μεγαλύτερη. Οι Βούλγαροι —όπως έμαθε αργότερα η Λισάφη— είχαν εκείνη την εποχή την υποστήριξη της Ρωσίας, που είχε νικήσει τους Τούρκους, είχε καταλάβει την Αδριανούπολη και παραλίγο να φτάσει ως την Κωνσταντινούπολη. Οι Ρώσοι τότε, σ’ ένα χωριό έξω από την Πόλη, τον Άγιο Στέφανο, είχαν υποχρεώσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία να υπογράψει την ταπεινωτική Συνθήκη «του Αγίου Στεφάνου». Κι είχαν γίνει πανίσχυροι. Το ίδιο πανίσχυροι ένιωθαν κι όσοι κατάφεραν ν’ εξασφαλίσουν των Ρώσων την υποστήριξη. Τι κι αν η Συνθήκη εκείνη ματαιώθηκε σύντομα με την επέμβαση της Αγγλίας και της Αυστρίας στο Συνέδριο του Βερολίνου;
Με την ανοχή και την παρότρυνση των Ρώσων λοιπόν, βάλθηκαν οι Βούλγαροι να δημιουργήσουν μια «Μεγάλη Βουλγαρία» σε βάρος των άλλων λαών της Χερσονήσου του Αίμου. Και αγωνίζονταν για τούτο το σχέδιο με φανατισμό ακόμα μεγαλύτερο, πάλευαν με κάθε τρόπο, τρομοκρατώντας κι εξοντώνοντας όποιους πίστευαν ότι είναι εμπόδιο στα σχέδιά τους. «Εμπόδιο» ήταν κυρίως οι Γραικοί — έμποροι, βιοτέχνες, κληρικοί, αγρότες… Ανάμεσα στα θύματα εκείνης της χρονιάς ήταν κι ο πατέρας της Λισάφης.
Όλα τούτα δε χωρούσαν τότε στο εννιάχρονο μυαλό της. Ωστόσο, η νονά ήξερε να εξηγεί, να λύνει παιδικές απορίες, να παρηγορεί…