Ιστορία και Λογοτεχνία
Αναζήτηση
Αναζήτηση στα περιεχόμενα της λογοτεχνίας στον ιστορικό χρόνοΑύριο μια άλλη χώρα
Σώτη Τριανταφύλλου, Αύριο μια άλλη χώρα, Πόλις, Αθήνα 1997, σ. 159-161.
|
▲
Αύριο, μια άλλη χώρα
(απόσπασμα)
Όμως δεν τον πείραζε που έπαιζε δυο ώρες την ημέρα γιατί όταν γύρισαν απ' το Λονδίνο, ο μπαμπάς και η μαμά, έφεραν κι ένα τεράστιο καφετί κουτί που έγραφε PYE (όχι pie που σημαίνει πίτα, αλλά pye που η Λίλη δεν ήξερε τι σημαίνει και ούτε υπήρχε στο λεξικό - μα, καλά τις μισές λέξεις δεν τις έχει το λεξικό;) και μέσα, μέσα, υπήρχε η τηλεόραση. Ο μπαμπάς όρμησε καταχαρούμενος στο χωλ και φώναζε, Τι σας φέρνω, τι σας φέρνω! Ελάτε να δείτε, βρε τερατίδια. Κι ήτανε όλο φιλιά και χαχαχούχα, αλλά δεν είχε ξυριστεί και το μάγουλό του την τσίμπαγε τη Λίλη. Η Λίλη δεν ήξερε αν ήθελε τηλεόραση γιατί στο σχολείο μόνο ένα παιδί είχε τηλεόραση στο σπίτι του κι ήτανε το πιο βλαμμένο: δεν ήτανε βλαμμένο επειδή είχε την τηλεόραση, αλλά επειδή έκανε τον σπουδαίο, ρωτούσε, Εσείς πήρατε τηλεόραση; Πότε θα πάρετε; Χθες είδαμε την Ηχώ των γεγονότων, τον Μπαρμπα-Μυτούση κ.τ.λ. Ο μπαμπάς όμως δεν ήξερε τίποτα γι' αυτό το παιδί κι έφερε μια μεγάλη τηλεόραση σαν αυτές που βλέπανε στα έργα, στο σινεμά: τετράγωνη με κουμπιά. Τα κουμπιά βρίσκονταν μέσα σ' ένα ντουλαπάκι και η οθόνη μέσα σ' ένα τζάμι γκρι. Η Φώφη ξετρελάθηκε: η τηλεόραση ήτανε πιο ωραία απ' ό,τι περίμενε - πιο ωραία απ' της κυρίας Ρηγοπούλου στον τρίτο, που όταν την είχε πρωτοπάρει τους κάλεσε όλους να τη δούνε. Κάλεσε όλη την πολυκατοικία εκτός απ' τα παιδιά. Κι όταν πήγαινε ένας-ένας, είπε μετά η Φώφη, τους έβαζε να περπατάνε πάνω στα πατάκια του παρκέ, γιατί έχει τρέλα με την καθαριότητα η κυρία Ρηγοπούλου. Της αρέσει να 'ναι γυαλισμένο το παρκέ. (Γι' αυτό δεν κάλεσε τα παιδιά.)
Η Λίλη νόμιζε πως όταν έπαιρνες τηλεόραση, την έβαζες στην πρίζα κι αυτή έπαιζε. Αλλά δεν έπαιζε: έπρεπε να 'ρθει ο τεχνικός να βάλει κεραία στην ταράτσα - κι όταν ήρθε, δεν ήξερε και πολύ καλά πώς να τη βάλει, έκανε πολλή ώρα. Όμως ο μπαμπάς ήτανε υπομονετικός κι όταν επιτέλους την έβαλε, φάνηκε μια εικόνα, αλλά όχι καθαρή, όλο γραμμές και άσπρες τελείες (χιόνι, είπε ο μπαμπάς - τι χιόνι;) και μετά κάπως έφτιαξε, αλλά ξαναχάλασε και πάλι απ' την αρχή. Η Λίλη έχασε το ενδιαφέρον της και πήγε στο δωματιάκι της κι αναρωτιότανε αν η τηλεόραση ήταν πράγματι κάτι τόσο σπουδαίο. Και σκεφτότανε αν ο μπαμπάς θα κρατούσε την υπόσχεσή του και θα τους πήγαινε στο Λυκαβητό με το τελεφερίκ. Αυτό μάλιστα: το τελεφερίκ. Πολύ ωραίο, περίφημο.