Περιμένουμε τα σχόλια σας

Συνοπτική ιστορία της Ελλάδας 1770–1990

«Στη διάρκεια του 16ου και του 17ου αιώνα η προοπτική της αποτίναξης του οθωμανικού ζυγού έμοιαζε πραγματικά μακρινή. Οράματα σαν αυτά που είχαν οι Έλληνες για την παλινόρθωση κάποια μέρα του "γένους των βασιλόπουλων στον θρόνο και την εξουσία της Κωνσταντινούπολης" περικλείονταν σε ένα σύνολο προφητικών και μυστικιστικών δοξασιών που συντηρούσαν την ελπίδα για την τελική σωτηρία όχι με ανθρώπινες δυνάμεις αλλά με τη θεία επέμβαση. Οι δοξασίες αυτές αντανακλούσαν την επιβίωση του βυζαντινού τρόπου σκέψης, σύμφωνα με τον οποίο όλες οι ανθρώπινες προσπάθειες αποτελούσαν έκφραση της Θείας Πρόνοιας. Ιδιαίτερη πίστη είχαν στον μύθο του "ξανθού γένους", μιας φυλής ξανθόμαλλων ελευθερωτών από τον Βορρά, οι οποίοι ταυτίζονταν με τους Ρώσους, τον μόνο ορθόδοξο λαό που δεν είχε υποδουλωθεί στους Οθωμανούς. […] Η πίεση εκ μέρους των Ρώσων, του "ξανθόμαλλου γένους" των προφητειών και της μοναδικής ορθόδοξης δύναμης στον κόσμο, είχε ιδιαίτερη απήχηση στις ελληνικές χώρες. Ο μεγάλος πόλεμος του 1768-1774 ανάμεσα στη Ρωσία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση, καθώς κάποια προφητεία, που αποδιδόταν στον βυζαντινό αυτοκράτορα Λέοντα τον Σοφό, προέβλεπε την εκδίωξη των Τούρκων από την Πόλη 320 χρόνια μετά την άλωση της, δηλαδή το 1773. Παρότι οι Ρώσοι διεκδικούσαν από τότε την προστασία όλων των ορθόδοξων χριστιανών της αυτοκρατορίας, στην πραγματικότητα ο πόλεμος δεν επέφερε μεγάλες βελτιώσεις στην τύχη των ραγιάδων. Παρ' όλα αυτά, πολλοί συνέχισαν να αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία στις προφητείες που προέβλεπαν την τελική απελευθέρωση από τον ζυγό των Τούρκων.»

Η Ελληνική Επανάσταση του 1770

«Οι χρησμοί, οι οποίοι διαδίδονταν ευρύτατα στις λαϊκές μάζες, κυρίως μέσω του κλήρου, που διακρινόταν για τα φιλορρωσικά του αισθήματα εξαιτίας της γενναιόδωρης πολιτικής των τσάρων απέναντι του, δημιουργούσαν έντονες προσδοκίες για την επικείμενη καταστροφή της οθωμανικής αυτοκρατορίας και την αναβίωση του Βυζαντίου. Αλλά αυτή ακριβώς η πίστη των υποδούλων στις προφητείες και στις δεισιδαιμονίες, και η ολοκληρωτική στήριξη των ελπίδων τους στην ξένη βοήθεια έδρασαν ανασταλτικά στην εξέλιξη των επαναστατικών γεγονότων. Τα κίνητρα που οδήγησαν στην εξέγερση δεν ήταν θεμελιωμένα στην ελληνική πραγματικότητα, αλλά ήταν δημιούργημα εξωτερικών παραγόντων- γι' αυτό και η μαχητικότητα των επαναστατών με τις πρώτες αποτυχίες αμβλύνθηκε και η επαναστατική κίνηση εκφυλίσθηκε. Ωστόσο οι θανάσιμες αυτές αδυναμίες θα γίνουν φανερές μόνο όταν αρχίση η εξέγερση. Στις παραμονές της, ένας επαναστατικός οργασμός παρετηρείτο παντού, στην Πελοπόννησο, στη Στερεά Ελλάδα, στη Θεσσαλία, στην Ήπειρο, στο Αιγαίο (όπου πολλά πλοία κατέβασαν την τουρκική και ύψωσαν τη ρωσική σημαία), στα Ιόνια νησιά και στην Κρήτη, που συνοδευόταν ιδιαίτερα στο νότιο μέρος της Πελοποννήσου, στη Λακωνία και στη Μεσσηνία, με ανάλογες προετοιμασίες για τον αγώνα.»

Από τα Ορλωφικά στον Λάμπρο Κατσώνη

«Φαίνεται ότι οι χρησμοί του Αγαθάγγελου δημιουργήθηκαν περίπου το 1750 από τον κληρικό Θ. Πολυείδη, που ακολουθεί το μοτίβο παλαιότερων χρησμολογικών παραδόσεων. Λίγα χρόνια αργότερα, στις παραμονές του ρωσο-οθωμανικου πολέμου, το 1767, εκδόθηκαν από τον Ι. Στάμο οι χρησμοί του Λέοντος του Σοφού, μια ερμηνεία επί των οποίων, εκείνη του Ν. Ζερτζούλη, δάσκαλου στην Αθωνιάδα, προφήτευε ότι η χριστιανική ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης θα πραγματοποιούνταν 320 χρόνια μετά την Άλωση, δηλαδή το 1773. Την ίδια χρονιά (1767) μαρτυρίες περιηγητών κατέγραψαν πόσο διαδεδομένη ήταν η φήμη για ένα "σημάδι", το σημείο του Σταύρου, που υποτίθεται ότι εμφανίστηκε πάνω από την Αγία Σοφία. Η διάδοση των χρησμών ήταν τέτοια που λόγιοι και στοχαστές όπως ο Καισάρειος Δαπόντες και ο Ευγένιος Βούλγαρης έστρεψαν την προσοχή τους στις προφητείες αυτές.»

Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας

«Η εθνική αφύπνιση, όπως παρουσιάζεται στο τέλος του ιη' αι., συνδέεται με ορισμένα περιστατικά που συνέβαλαν άμεσα στην εκκόλαψή της: πρώτα πρώτα, οι ρωσοτουρκικοί πόλεμοι. Η βαλκανική πολιτική της Ρουσίας, που άρχισε ήδη πριν απ' το μεγάλο Πέτρο, καθορίστηκε την εποχή της Αικατερίνης Β'. Η Αικατερίνη δεν απέβλεπε μόνο στη ρωσική εξάπλωση προς τον Εύξεινο Πόντο και τα Βαλκάνια, αλλά και στην κατάργηση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας για να την υποκαταστήσει με μια "Βαλκανική Αυτοκρατορία" με Ρώσο πρίγκιπα επικεφαλής. Για το σκοπό αυτό θεωρούσε χρήσιμη την επίκληση των "ιστορικών δικαιωμάτων" του Ελληνισμού στην παλιά Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Απ' το 1763, Ρώσοι πράκτορες με την προοπτική μιας εξέγερσης, διέτρεχαν τα Βαλκάνια και έρχονταν σ' επαφή με τους προκρίτους, τους Έλληνες αρχιερείς, τους αρχηγούς των κλεφτών και αρματολών. Στη διάρκεια του πρώτου ρωσοτουρκικού πολέμου της Αικατερίνης (1768-1774), ο ρωσικός στόλος με τον Αλέξη Ορλώφ εισχωρούσε στη Μεσόγειο και ξεσήκωνε τα νησιά του Αιγαίου, ενώ καθώς πλησίαζε μια μικρή μοίρα με το Θεόδωρο Ορλώφ κι ένα ολιγάριθμο άγημα, οι πρόκριτοι κι οι αρχιερείς ξεσήκωναν την Πελοπόννησο (1769). Παρά τις επιτυχίες και την καταστροφή του τουρκικού στόλου στον κόλπο του Τσεσμέ κοντά στη Σμύρνη, η εξέγερση της Πελοποννήσου καταπνίγηκε. Οι άτακτες αλβανικές συμμορίες (1770), ρήμαξαν για εννιά χρόνια τη χώρα. Στη διάρκεια του δεύτερου ρωσοτουρκικού πολέμου (1788-1792), η ελληνική παροικία της Τεργέστης κι οι πλούσιοι έμποροι του εξωτερικού εξόπλισαν ένα στολίσκο, ο οποίος, ενισχυμένος από τα νησιώτικα πλοία κι επανδρωμένος με Έλληνες κάτω απ' τις διαταγές του Λάμπρου Κατσώνη, που υπηρετούσε στο Ρωσικό στρατό, παρενόχλησε τον τουρκικό στόλο σ' όλο τον πόλεμο, ενώ σύγχρονα οι κλέφτες κι οι αρματολοί της ενδοχώρας εξεγείρονταν ξανά.»

Ελλάς. Η σύγχρονη συνέχεια

«Έχει γενικά επικρατήσει ο Αγώνας του '21 να θεωρείται η ευτυχής κατάληξη απελευθερωτικών αγώνων του ελληνικού έθνους που άρχισαν αμέσως μετά την ολοκλήρωση της κατάκτησης από τους Τούρκους και των τελευταίων τμημάτων της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η συμμετοχή Ελλήνων στους κατά καιρούς πολέμους των Βενετών ή των Ρώσων εναντίον των Τούρκων, ιδίως δε οι εξεγέρσεις που εκδηλώνονταν κατά τη διάρκεια αυτών των πολέμων με επικεφαλής καπετάνιους αρματολών, μάλιστα η συμμετοχή Ελλήνων στην προσπάθεια της Αικατερίνης Β' της Ρωσίας να υποκινήσει επανάσταση στον ελληνικό χώρο κατά τον Β' Ρωσοτουρκικό Πόλεμο (1768-1774), θεωρήθηκαν πειστικά τεκμήρια των επιδιώξεων και των προσπαθειών των Ελλήνων να απελευθερωθούν από τους Τούρκους. Πράγματι, δεν είναι εύκολο να αμφισβητηθεί ότι οι προκλητικές αυτές ενέργειές τους κατά τη διάρκεια μεγάλων πολεμικών αναμετρήσεων, που δημιουργούσαν σε πολλούς την εντύπωση ότι πλησίαζε το τέλος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, φανέρωναν επαναστατικές διαθέσεις και συνιστούσαν έμπρακτη αμφισβήτηση της νομιμότητας της τουρκικής κυριαρχίας. Είναι ωστόσο δύσκολο να υποστηριχθεί ότι οι ευκαιριακές και ασύνδετες μεταξύ τους αυτές ενέργειες συνδέονταν οργανικά με την κίνηση που οδήγησε στον Αγώνα του '21. Ακόμα και τα Ορλωφικά του 1770 στην Πελοπόννησο, οι ναυτικές προκλήσεις του Λάμπρου Κατσώνη το 1792 και οι αρματολικές κινήσεις του Νικοτσάρα στη Μακεδονία το 1807, όλες στο πλαίσιο μεγάλων συγκρούσεων της Ρωσίας με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, δεν συνδέονταν οργανικά με το ελληνικό εθνικό κίνημα, το οποίο αποκρυσταλλώθηκε προς το τέλος της εποχής που ορίζουν οι συγκεκριμένες κινήσεις και προσέλαβε πολιτικά χαρακτηριστικά που το απομάκρυναν από αυτές.»

Εξεγέρσεις των Υπόδουλων Ελλήνων

«Η βαλκανική πολιτική του Μεγάλου Πέτρου ανεστάλη ύστερα από την ήττα του από τους Τούρκους στον Προύθο (1711). Ωστόσο, ούτε για τους Έλληνες έσβησε η πεποίθηση ότι η Ρωσία ήταν η χώρα που θα καθάριζε τις τύχες τους για ανάκτηση της ελευθερίας τους, ούτε οι Ρώσοι εγκατέλειψαν τα μεγαλεπήβολα σχέδιά τους. Η πεντηκονταετία που ακολούθησε τη Συνθήκη του Πασσάροβιτς, ευεργετική για τον Ελληνισμό σε ό,τι αφορούσε κυρίως την οικονομική του άνοδο, υπήρξε αντίθετα περίοδος γοργής παρακμής για την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι Έλληνες, αν και απαλλαγμένοι πλέον από πολεμικές εμπλοκές ξένων στον τόπο τους, ζούσαν σε κατάσταση πλήρους αναταραχής, αφού η ασυδοσία και οι αυθαιρεσίες της επαρχιακής τουρκικής διοίκησης γίνονταν αιτίες σκληρών προστριβών και συνάμα επαναστατικής έξαρσης. Μέσα σ' αυτή την τεταμένη ατμόσφαιρα η αυτοκράτειρα της Ρωσίας Αικατερίνη Β' (1762-1796), έθεσε εύστοχα σε εφαρμογή το προπαγανδιστικό της πρόγραμμα για προσεταιρισμό των χριστιανών υποδούλων με την προοπτική μιας καθολικής εξέγερσης στα Βαλκάνια, μέσα στα πλαίσια της γενικότερης πολιτικής της στην Ανατολή.»

Η Ελληνική Επανάσταση του 1770

«Η άνοδός της (Αικατερίνη Β') στον θρόνο, που συνέπεσε με την περίοδο της συνεχώς αυξανομένης καταρρεύσεως της οθωμανικής αυτοκρατορίας, επέτεινε εύλογα την ταχύτατη διάδοση των διαφόρων χρησμών μεταξύ των υποδούλων, των όποιων το επαναστατικό φρόνημα βρισκόταν σε αναβρασμό. Πραγματικά, η αποσύνθεση του οθωμανικού στρατού, η παραλυσία της περιφερειακής διοικήσεως, που κύριο χαρακτηριστικό της ήταν η διαφθορά των διοικητικών οργάνων και η ληστρική απομύζηση των υποδούλων, οι αυθαιρεσίες του τουρκικού στόλου και η πειρατεία, που είχε καταντήσει ενδημική μάστιγα των ελληνικών νησιών και παραλίων, αποτελούσαν μόνιμες αιτίες αναταραχής στην ηπειρωτική και νησιωτική Ελλάδα. Η Ακαρνανία και ο Βάλτος βρίσκονταν σε πυρετώδη έξαψη από τη δράση των κλεφτών και τις επιδρομές των Αλβανών μισθοφόρων των Τούρκων. Έντονη δράση κλεφτών και ληστοπειρατών παρετηρείτο και στη Θεσσαλία και Μακεδονία, ενώ στην Πελοπόννησο και ιδιαίτερα στη Μάνη επικρατούσε επαναστατικός αναβρασμός. Την έξαψη των πνευμάτων στην Πελοπόννησο επέτεινε και η άφιξη το 1761 στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Δημητσάνα, του πρώην πατριάρχη Κυρίλλου Ε', που μετά την καθαίρεσή του ζούσε στο Άγιο Όρος. Ο Κύριλλος ήταν θερμός φίλος της Ρωσίας και ενίσχυσε την πεποίθηση ότι μόνο από τη χώρα αυτή θα ήταν δυνατή η βοήθεια για την ανάκτηση της ελευθερίας.»

Εξεγέρσεις των Υπόδουλων Ελλήνων

«Εισηγητές προς την αυτοκράτειρα του σχεδίου αντιτουρκικών ενεργειών στα Βαλκάνια ήταν οι ευνοούμενοί της αδελφοί Ορλώφ, Γρηγόριος, Αλέξιος και Θεόδωρος. Εμπνευστής όμως του Επαναστατικού εγχειρήματος που ακολούθησε υπήρξε ο στενός τους φίλος Σιατιστινός Γεώργιος Παπάζωλης, αξιωματικός του ρωσικού στρατού. Το 1763, ο τελευταίος άρχισε την οργάνωση της ρωσικής προπαγάνδας. Απέστειλε Ρώσους και Έλληνες πράκτορες στις τουρκοκρατούμενες περιοχές (από τους σημαντικότερους ήταν ο Εμμανουήλ Σάρρος) και δύο χρόνια αργότερα κατέβηκε ο ίδιος στην Ήπειρο, πέρασε από τη Μακεδονία, την Αιτωλοακαρνανία και κατέληξε στη Μάνη και την Καλαμάτα (1766). Εφοδιασμένος με άφθονα χρήματα και κυρίως με πολλές επαγγελίες για ρωσική βοήθεια, επικοινώνησε με αρχιερείς, προκρίτους και αρματολούς (Γριβαίους, Μπουκουβαλαίους, Παναγιώτη Παλαμά, Μαυρομιχαλαίους κ.ά.). Το κήρυγμά του βρήκε θερμή ανταπόκριση και γρήγορα απλώθηκε σ' όλο τον ελληνικό χώρο. Επιφυλακτικότητα στις προτροπές και υποσχέσεις του Παπάζωλη εκδήλωσαν μόνο οι Μανιάτες, η οποία όμως τελικά, ύστερα από πολλές διαβουλεύσεις με τους Ορλώφ και τον Παπάζωλη, υποχώρησε.»

Εξεγέρσεις των Υπόδουλων Ελλήνων

«Τον Φεβρουάριο του 1770 δύο ναυτικές ρωσικές μοίρες, που είχαν από τα μέσα του προηγούμενου χρόνου φτάσει στη Μεσόγειο, κατέπλευσαν στο λιμάνι του Οιτύλου στη Μάνη. Επικεφαλής των ρωσικών δυνάμεων ήταν ο Θεόδωρος Ορλώφ. Επικοινώνησε αμέσως με τους τοπικούς αρχηγούς (Μαυρομιχαλαίους, Κολοκοτρωναίους, Γρηγοράκηδες κ.ά.) και γρήγορα δόθηκε το σύνθημα της εξέγερσης. Οι ανεπαρκέστατες σε άνδρες και εφόδια ρωσικές δυνάμεις ενισχύθηκαν με μικρές ένοπλες ομάδες εντοπίων και με δύο ισχυρότερα σώματα, που σχηματίστηκαν χάρη στην επιρροή και την οικονομική συνεισφορά του Παναγιώτη Μπενάκη. Τα ελληνορωσικά σώματα χωρισμένα σε δύο "λεγεώνες" κινήθηκαν προς τη Μεσσηνία και τη Λακωνία και σημείωσαν στην αρχή μερικές επιτυχίες, οι σπουδαιότερες από τις οποίες ήταν η κατάληψη του Μυστρά και της Κυπαρισσίας (Μάρτ. 1770). Στον Μυστρά μάλιστα συγκροτήθηκε τοπική κυβέρνηση, που απαρτίστηκε από τον αρχιερέα και τους προύχοντες. Ταυτόχρονα, το κυρίως εκστρατευτικό σώμα των Ρώσων με Μανιάτες υπό τον Ιωάννη Μαυρομιχάλη και κάτω από τη γενική διοίκηση του Θεόδωρου επιχείρησε πολιορκία από ξηρά και θάλασσα του φρουρίου της Κορώνης.»

Η Ελληνική Επανάσταση του 1770

«Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα οι επαναστατημένοι Πελοποννήσιοι και ιδιαίτερα οι Μανιάτες μαζί με τους ολιγάριθμους Ρώσους ανέλαβαν δράση και εξεδίωξαν τους Τούρκους από την Καλαμάτα, τον Μυστρά και άλλες περιοχές. Για μια στιγμή φάνηκε ότι η επανάσταση θα επιτύγχανε. Η κακή όμως οργάνωση και εκτέλεση των πολεμικών επιχειρήσεων εκ μέρους των Ρώσων, ο πολύτιμος χρόνος που σπαταλήθηκε για επιχειρήσεις δευτερεύουσας σημασίας, όπως π.χ. για την πολιορκία της Κορώνης, και η ελάχιστη υλική βοήθεια που δόθηκε στους επαναστάτες, επέτρεψαν στους Τούρκους να κινήσουν εναντίον των επαναστατημένων Ελλήνων στίφη εμπειροπολέμων Τουρκαλβανών. H Πάτρα, η Τριπολιτσά, ολόκληρη η Μεσσηνία, η Αχαΐα, άλλα και άλλες περιοχές της υπόλοιπης Ελλάδος δοκιμάσθηκαν σκληρότατα από τις επιδρομές των τουρκαλβανικών ορδών, που επί 9 χρόνια ερήμωσαν όλη την Πελοπόννησο, εκτός από τη Μάνη, η οποία επανειλημμένα αντιστάθηκε ηρωικά στις επιθέσεις τους. Οι Ρώσοι μετά τις ήττες τους στην Τριπολιτσά και στη Μεθώνη συνειδητοποίησαν πια την αποτυχία της επαναστάσεως και εγκατέλειψαν το φρούριο του Ναβαρίνου, το τελευταίο τους έρεισμα στην Πελοπόννησο. Αφήνοντας τους Έλληνες στο έλεος της εκδικητικής μανίας των Τούρκων, ανοίχθηκαν στο Αιγαίο επιδιώκοντας να αναμετρηθούν εκεί με τους αντιπάλους των.»

Εξεγέρσεις των Υπόδουλων Ελλήνων

«Η κακή έκβαση του αγώνα στην Τριπολιτσά έκρινε ολόκληρη την επανάσταση, που κατέρρευσε σε όλα τα μέτωπα. Ο πληθυσμός αντιμετώπισε την αγριότητα των Τουρκαλβανικών ορδών, που κατά κύματα κατευθύνονταν προς τα επαναστατημένα μέρη. Μάταια ο Αλέξιος Ορλώφ, που έφτασε τότε στην Πελοπόννησο, προσπάθησε να αναζωογονήσει την εξέγερση. Αφού λύθηκε η άσκοπη πολιορκία της Κορώνης, επιδιώχθηκε και επιτεύχθηκε με πολλές δυσκολίες η κατάκτηση του Ναβαρίνου για να χρησιμοποιηθεί ως πολεμική βάση του ρωσικού στόλου. Η αποτυχία όμως της εκπόρθησης της Μεθώνης έθεσε τέρμα στις προθέσεις του Αλεξίου Ορλώφ να αναθερμάνει την επαναστατική φλόγα στον Μοριά. Εγκαταλείποντας τους Έλληνες στην εκδικητική μανία των εξαγριωμένων Τούρκων και Αλβανών και επιθυμώντας να εξασφαλίσει για τον εαυτό του και τη Ρωσία μια ναυτική επιτυχία εναντίον των Τούρκων, άφησε το Ναβαρίνο και κατευθύνθηκε με το ρωσικό στόλο στο Αιγαίο. Με ορμητήριο τη Νάουσα της Πάρου επιδίωξε συνάντηση του με τον τουρκικό στόλο. Η τελική αναμέτρηση έγινε στο στενό μεταξύ Χίου και Τσεσμέ (6-7 Ιουλ. 1770). Στη ναυμαχία συνέπραξαν με τους Ρώσους πολλοί Ελληνες ναυτικοί, κυρίως Αιγαιοπελαγίτες. Ο τουρκικός στόλος έπαθε πανωλεθρία, ενώ ο ρωσικός παρέμεινε για τέσσερα χρόνια απόλυτος κύριος της θαλάσσιας περιοχής του Αιγαίου και των νησιών του.»

Εξεγέρσεις των Υπόδουλων Ελλήνων

«Παράλληλα με τα Ορλωφικά, επανάσταση εκδηλώθηκε και στην Κρήτη με πρωτεργάτη και οργανωτή τον Σφακιανό οπλαρχηγό Ιωάννη Βλάχο ή Δασκαλογιάννη. Με εστία τα Σφακιά, η κρητική εξέγερση απλώθηκε και σε άλλες περιοχές. θορυβημένοι οι Τούρκοι από τη μαχητικότητα των επαναστατών, εξαπέλυσαν εναντίον τους πολυάριθμα στρατεύματα και ο αγώνας συνεχίστηκε για πολλούς μήνες, παίρνοντας τη μορφή του κλεφτοπόλεμου. Οι μεγάλες απώλειες όμως ανάγκασαν τους Σφακιανούς να ζητήσουν αμνηστία, που οι Τούρκοι παραχώρησαν με βαρύτατους όρους. Ο Δασκαλογιάννης, ελπίζοντας ότι θα μπορούσε να απαλλάξει τους συμπατριώτες του από τα καταπιεστικά μέτρα, παραδόθηκε και θανατώθηκε μαρτυρικά.»

Από τα Ορλωφικά στον Λάμπρο Κατσώνη

«Είναι αδύνατο να υπολογιστεί το "κόστος" της εξέγερσης στην Πελοπόννησο τόσο σε ό,τι αφορά τον πληθυσμό όσο και ως προς τα υλικά αγαθά, τις περιουσίες, τις επιπτώσεις στην παραγωγή, το εμπόριο και εν γένει στην οικονομία του τόπου. Μάλιστα, καθώς η καταστολή της εξέγερσης δεν ακολουθήθηκε σύντομα από επάνοδο στην ομαλότητα, οι επιπτώσεις πολλαπλασιάσθηκαν μετατρέποντας την τάση της φυγής σε μεταναστευτικό ρεύμα με βασικούς προορισμούς τα νησιά, τη Μικρά Ασία, τις παροικίες στην Ευρώπη και τη Ρωσία. Η περίοδος αυτή δεν τελείωσε παρά το καλοκαίρι του 1779 με μια μεγάλης κλίμακας στρατιωτική επιχείρηση για την εκδίωξη των Αλβανών ενόπλων που είχαν σταλεί να καταστείλουν την εξέγερση του 1770 και αποτέλεσαν για δέκα περίπου χρόνια παράγοντα αταξίας, βίας και καταπίεσης.»

Η Ελληνική Επανάσταση του 1770

«Ο πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας τερματίσθηκε, όπως αναφέρθηκε, ύστερα από σημαντικές νίκες των Ρώσων στην Κριμαία και στις περιοχές του Δουνάβεως, με την υπογραφή της γνωστής συνθήκης ειρήνης του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (10/21 Ιουλίου 1774). […] Η συνθήκη όμως του Κιουτσούκ Καϊναρτζή αποδείχθηκε ζωτικής σημασίας για τον Ελληνισμό και τους ορθόδοξους γενικώτερα υπηκόους της οθωμανικής αυτοκρατορίας εξαιτίας ορισμένων άρθρων της, με τα oποία οι Ρώσοι επέτυχαν την αμνήστευση όλων όσων πήραν μέρος στον πόλεμο, την ελεύθερη ναυσιπλοΐα στις τουρκικές θάλασσες όσων έφεραν τη σημαία της και την εκχώρηση εμπορικών προνομίων στους προστατευόμενους της. Εξασφάλισαν ακόμη το δικαίωμα της προστασίας της χριστιανικής θρησκείας και των εκκλησιών της σε όλο τον χώρο της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Το τελευταίο ωστόσο δικαίωμα, χωρίς ρητά να διατυπώνεται, παρείχε στη Ρωσία τη δυνατότητα επεμβάσεως στις εσωτερικές υποθέσεις της Τουρκίας.»