«Άλλη απόδειξη της εχθρικής της στάσεως εναντίον της Ελλάδος έδωσε η Αγγλία με τον τρόπο που υποστήριξε και πού εκμεταλλεύθηκε πολιτικά την "υπόθεση Πατσίφικο".
Ο Εβραίος Δαβίδ Πατσίφικο είχε γεννηθεί στο Γιβραλτάρ και είχε αποκτήσει το 1820 την πορτογαλική υπηκοότητα. Το 1836 διορίσθηκε πρόξενος της Πορτογαλίας στην Αθήνα και παρέμεινε στη θέση αυτή ως το 1842, που απολύθηκε λόγω καταχρήσεως. Λίγο αργότερα απέκτησε την αγγλική υπηκοότητα και ως Άγγλος πια υπήκοος εξακολουθούσε να μένει στην Αθήνα, ζώντας κυρίως από τα βοηθήματα της δούκισσας της Πλακεντίας.
Τον Απρίλιο του 1849, στις εορτές του Πάσχα, ομάδες αθηναϊκού λαού εμποδίσθηκαν να πραγματοποιήσουν παλιό έθιμο, σύμφωνα με το οποίο κατά τη Μεγάλη Παρασκευή, ή σε άλλους τόπους κατά την Ανάσταση, έπρεπε να καεί ομοίωμα του Ιούδα. Η απαγόρευση αυτή εξόργισε τον αθηναϊκό όχλο, που, οδηγημένος από μια πρωτόγονη μισαλλοδοξία, στράφηκε εναντίον του σπιτιού του Πατσίφικο και κατέστρεψε τα ελάχιστα και στην πραγματικότητα ευτελέστατα έπιπλά του. Ο Πατσίφικο, με την ιδιότητα του Άγγλου υπηκόου, ζήτησε την προστασία και την υποστήριξη της αγγλικής πρεσβείας, υποστηρίζοντας ότι η ζημιά που του είχε γίνει έφθανε στις 887 χιλιάδες περίπου δραχμές, επειδή εκτός από τα έπιπλά του είχαν καταστραφεί ή κλαπεί πιστωτικά πορτογαλικά έγγραφα αξίας 665 χιλιάδων δραχμών. Η ελληνική κυβέρνηση συνέστησε να καταφύγει ο Πατσίφικο στα ελληνικά δικαστήρια, αλλά αυτός ζήτησε την παρέμβαση της αγγλικής πρεσβείας, η οποία υιοθέτησε τις απαιτήσεις του, όχι επειδή τις θεωρούσε δίκαιες, αλλά γιατί της δινόταν μια νέα ευκαιρία να φέρει σε δύσκολη θέση την ελληνική κυβέρνηση.»