Περιμένουμε τα σχόλια σας

Η νεωτερική πρόκληση

«Το κίνημα του νεοελληνικού Διαφωτισμού εμφανίζεται λίγο πριν από τα μέσα του 18ου αιώνα: έρχεται να μορφοποιήσει ροπές, διαθέσεις και επιτεύγματα που απορρέουν από τις κοινωνικές αναταράξεις και διαφοροποιήσεις που συνοδεύουν την άνοδο των φαναριωτών και της εμπορικής τάξης και που τείνουν να μεταφέρουν στην "καθ' ημάς Ανατολή", στις εμπορικές παροικίες και, ως ένα βαθμό, και στις υπόλοιπες βαλκανικές χώρες, ρεύματα παράλληλα κι εκείνα της "δυτικότερης" Ευρώπης. Χωρίς, πάντως, να οδηγούνται στις τολμηρότερες λύσεις που είχε τη δυνατότητα να προτείνει και να επιτύχει ο (δυτικο)ευρωπαϊκός Διαφωτισμός. Οι ρυθμοί θα είναι πιο αργοί και, στις πρώτες, ιδίως, περιόδους η μετακένωση εμφανίζεται ετεροχρονισμένη. Να θυμόμαστε, πάντα, ότι οι βαλκάνιοι έμποροι αντιπροσωπεύουν μία πολυμιγή εθνοπολιτισμική σύνθεση: εκφράζονται με την ελληνική γλώσσα, μετέχουν της ελληνικής παιδείας, φέρνουν, ταυτόχρονα, στους κόλπους τους τα σπέρματα των μελλοντικών αντιθετικών εθνικισμών.»

Νεοελληνικός Διαφωτισμός

«Ο διαφωτισμός θεωρείται συχνά ως πνευματική εκδήλωση της ελληνικής Διασποράς. Η διαπίστωση είναι μεν αληθής αλλά δεν ανταποκρίνεται προς τη συνολική ιστορική εικόνα. Στις ελληνικές παροικίες της Δυτικής και της Κεντρικής Ευρώπης, στη Βενετία, τη Βιέννη, τη Βουδαπέστη, την Τεργέστη, τη Λειψία, τη Μασσαλία, το Λιβόρνο, το Άμστερνταμ, το Παρίσι, οι Έλληνες έρχονταν πάντοτε σε επαφή με τα πνευματικά ρεύματα της Δύσης και στις εστίες αυτές της ελληνικής Διασποράς συντελέστηκαν με ποικίλους τρόπους και σε πολλά επίπεδα οι επαφές με τον Διαφωτισμό. Άλλωστε στα κέντρα αυτά της ευρωπαϊκής τυπογραφίας πραγματοποιήθηκε και το μέγιστο μέρος της εκδοτικής παραγωγής του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Επίσης οι πόλεις της νότιας Ρωσίας και της Ουκρανίας, που την εποχή της ακμής του Διαφωτισμού είχαν αποικιστεί από Έλληνες, αλλά κατ' εξοχήν οι ελληνικές παροικίες των Παραδουνάβιων Ηγεμονιών της Βλαχίας και της Μολδαβίας, όπως και εκείνες της Τρανσυλβανίας και της Ουγγαρίας, απέβησαν κοιτίδες της ελληνικής παιδείας των Φώτων.»

Η νεωτερική πρόκληση

«Κύριο χαρακτηριστικό θα είναι, και στο ελληνικό παράδειγμα, η τάση για την αποδέσμευση της σκέψης και της πνευματικής δημιουργίας από τον ασφυκτικό κλοιό της θρησκευτικής αυθεντίας. η τροπή προς την αρχαιότητα και το δημοκρατικό της παράδειγμα, με αντίστοιχη απόρριψη του Βυζαντίου, το οποίο θεωρείται φορέας απολυταρχικής και θρησκευτικής εξουσίας- η καταπολέμηση της δεισιδαιμονίας και, μέσω αυτής, ο περιορισμός των κοσμικών εξουσιών του κλήρου. η εξιδανίκευση των εννοιών του ορθού λόγου, της προόδου και της επιστήμης. Επιστέγασμα όλων αυτών: η ανάδειξη της ελευθερίας σε κεντρικό αίτημα και για την πνευματική ζωή και για τα πολιτικά συμφραζόμενα: "να γράφη, κανείς ό,τι θέλει, κατά το δικαίωμα της φυσικής ελευθερίας". "όποιος ελεύθερα συλλογάται, συλλογάται καλά". Κίνημα κατά βάση ανατρεπτικό, ο νεοελληνικός Διαφωτισμός συγκρούεται και θέλει να υποκαταστήσει παραδοσιακά κοινωνικά και πνευματικά ρεύματα που εδέσποζαν στις προγενέστερες περιόδους. […] Ας σημειώσουμε, πάντως, πως το κίνημα του Διαφωτισμού είναι ένα κίνημα που αφορά καλλιεργημένες και εγγράμματες ομάδες της ελληνικής κοινωνίας. Οι αγροτικοί πληθυσμοί, οι αναλφάβητοι της υπαίθρου και της πόλης, η τεράστια, δηλαδή, πλειονότητα του πληθυσμού, δεν μετέχει, δεν μπορεί να μετέχει, σε πολιτισμικές δραστηριότητες που έχουν ως προϋπόθεση την εγγράμματη λογιοσύνη.»

Ελληνική εμπορική ναυτιλία (1453-1850)

«Η αυξανόμενη ζήτηση των βαλκανικών πρώτων υλών, ιδίως του βαμβακιού, από τις βιομηχανίες της δυτικής και κεντρικής Ευρώπης, προκάλεσε οξύ ανταγωνισμό μεταξύ των Ευρωπαίων εμπόρων και, φυσικά, την αύξηση των τιμών των προϊόντων αυτών, που με την σειρά της ευνόησε τους μεγάλους γαιοκτήμονες των Βαλκανίων και τους ντόπιους εμπόρους. […] Από το 1720 ως το 1800 η βαμβακοπαραγωγή της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας τριπλασιάσθηκε. στο δεύτερο μισό του αιώνα το βαμβάκι έγινε το κυριότερο προϊόν των περιοχών αυτών. Το διαρκώς αναπτυσσόμενο χερσαίο εμπόριο με την κεντρική Ευρώπη και την κοιλάδα του Δούναβη ελεγχόταν από τους Έλληνες, τους Εβραίους και τους Βλάχους, ενώ οι Σέρβοι, οι Βούλγαροι κι οι Αλβανοί έπαιξαν σ' όλο τον αιώνα δευτερεύοντα ρόλο. Όσο κι αν στάθηκε για τους Έλληνες εμπόρους ευνοϊκός ο ανταγωνισμός μεταξύ των ξένων δυνάμεων, το ναυτικό εμπόριο εξακολουθούσε να μονοπωλήται από τους Δυτικούς εμπόρους. […] Η ρωσική εξάπλωση στην Μαύρη Θάλασσα και τα εμπορικά προνόμια που παραχωρήθηκαν στη Ρωσία με τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774) προώθησαν το εμπόριο των Βαλκανικών χωρών με τα λιμάνια της Μαύρης θάλασσας και επέτρεψαν στους Έλληνες και τους άλλους Οθωμανούς υπηκόους να εισδύσουν στην νότια Ρωσία και στην Ουκρανία. […] Τελικά οι αγγλο-γαλλικοί πόλεμοι του τέλους του 18ου και των αρχών του 19ου αιώνα απομάκρυναν το γαλλικό εμπόριο από την ανατολική Μεσόγειο, δίνοντας στους Έλληνες την ευκαιρία να σταθεροποιήσουν την ναυτική τους θέση και να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους σε όλη την Μεσόγειο.»

Ιστορία της Ελλάδος από το 1800

«Ήταν, επομένως, αναμενόμενο ν' αντιδράσει στην εθνική κίνηση των Ελλήνων το Οικουμενικό Πατριαρχείο, η δε αντίδρασή του υπήρξε σοβαρός ανασταλτικός παράγων στην ρήξη των Ελλήνων με τον κυρίαρχο τους. Εδίσταζε ασφαλώς το μείζον τμήμα των Ελλήνων, όχι δε αναγκαστικά το πιο υπανάπτυκτο ή οπισθοδρομικό τμήμα του, να στηρίξει την επιδιωκόμενη ρήξη με τον ξένο κυρίαρχο. Πολλοί Έλληνες, οι οποίοι δεν ήσαν λιγότερο ευαίσθητοι από τους πρωτεργάτες της ελληνικής εθνικής κινήσεως στο ζήτημα του μέλλοντος του έθνους, αναλογίζονταν τις συνέπειες που θα είχε η ρήξη αυτή στην θέση των Ελλήνων στην αυτοκρατορία και στην σχέση τους με τους άλλους ομόδοξους και συνοίκους λαούς της αυτοκρατορίας. Η υπόθεση που φιλοτεχνήθηκε αργότερα, κατά την οποία πολλοί Έλληνες της εποχής, ιδίως δε οι Φαναριώτες, εδίσταζαν να στηρίξουν την εθνική κίνηση επειδή υπολόγιζαν, εν όψει της παρακμής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αλλά και εν όψει της διαρκώς αυξανόμενης οικονομικής ισχύος και επιρροής των Ελλήνων εντός και εκτός της αυτοκρατορίας, να επιδιώξουν την δημιουργία μιας δυαδικής ελληνοτουρκικής αυτοκρατορίας- η υπόθεση λοιπόν αυτή, μολονότι στηρίζεται σε λογικές εικασίες και όχι σε στοιχεία της εποχής, φανερώνει το δίλημμα που αντιμετώπιζαν πολλοί επιφανείς Έλληνες απέναντι σε μια κίνηση, της οποίας η προετοιμασία κάθε άλλο παρά αίσιον τέλος υποσχόταν.»

Στροφή του ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος προς τον Ελληνισμό

«Η προσέγγιση των Ελλήνων της διασποράς με τους υπόλοιπους λαούς συνετέλεσε αποφασιστικά στη μείωση των δυσμενών εντυπώσεων που επικρατούσαν ως τότε ως προς την πνευματική και ηθική "εξαθλίωση" των απογόνων των αρχαίων Ελλήνων. Ταυτόχρονα το διεθνές ενδιαφέρον για την τύχη αυτού του λαού ολοένα αυξανόταν. Τα πράγματα βέβαια δεν μπορούσαν να μεταβληθούν απότομα, ούτε όσες δυσκολίες είχαν ανακύψει και καλλιεργηθή διά μέσου τόσων αιώνων να εξουδετερωθούν διαμιάς. Οι συχνές επαφές όμως των Ελλήνων με τον έξω κόσμο δημιούργησαν με τον καιρό ένα ευνοϊκό κλίμα και γι' αυτό, σε όσα μέρη σύχναζαν Έλληνες, παρατηρείται, πριν από την Επανάσταση και σε όλη τη διάρκειά της, μια τόνωση του φιλελληνικού αισθήματος. Τούτο δεν απέρρεε μόνο από τα γνωστά κίνητρα των διεθνών τάσεων οι προσωπικές σχέσεις και φιλίες που είχαν αναπτυχθή με πρόσωπα ελληνικής καταγωγής συνετέλεσαν ώστε να σημειωθούν αλλαγές στη διεθνή στάση απέναντι στο υπόδουλο έθνος.»

Νεοελληνικός Διαφωτισμός

«Ο ελληνικός Διαφωτισμός συσταίνει κλάδο του μεγάλου κορμού του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού. Ο όρος Διαφωτισμός φαίνεται ότι αποτελεί νεολογισμό που έχει εισαχθεί στη νεοελληνική γλώσσα κατά μίμηση των αντίστοιχων αγγλικού, γερμανικού, ιταλικού (Enlightenment, Aufklarung, Illuminismo), γύρω στα μέσα του περασμένου αιώνα. […]

Ο χρόνος του ελληνικού Διαφωτισμού ορίζεται ιδίως στις ύστερες δεκαετίες του ΙΗ΄ αιώνα και στις πρώτες του ΙΘ', ή, πιο στενά, στην πενηνταετία 1774-1821, δηλαδή λίγο αργότερα από του δυτικού Διαφωτισμού, του οποίου η αρχή ανάγεται ως τον ΙΖ΄ αιώνα, και το τέρμα στους αμέσως πριν από την Γαλλική Επανάσταση χρόνους.»

Ρήγας Βελεστινλής

«Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός, πολυδιάστατο πνευματικό αναγεννητικό κίνημα, αποτελεί "κλάδο τον μεγάλου κορμού τον Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού". Η ελληνική λογιοσύνη του 17ου αι., οι θετικές πολιτικοκοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις από τις αρχές του επόμενου βρήκαν την ελληνική διανόηση σε κλίμα πνευματικής γονιμότητας για την αποδοχή, καλλιέργεια και μεταλαμπάδευση της ευρωπαϊκής σκέψης. Το ελληνικό διαφωτιστικό φαινόμενο, που ορίζεται κυρίως στην πεντηκονταετία 1774-1821, φέρει και τη σφραγίδα των πνευματικών και ιδεολογικών αναζητήσεων των φορέων του. Οι εκπρόσωποι της ελληνικής πνευματικής διανόησης, δέκτες των νεωτερικών ιδεών των δυτικών φιλοσόφων και επιστημόνων, θεμελίωσαν και καλλιέργησαν τη "μετακένωση" στον Ελληνισμό του ορθολογισμού, της κοινωνικής κριτικής, των νέων αντιλήψεων για τα πολιτικά συστήματα, για τη θετικιστική φιλοσοφία, για την τέχνη, για τις φυσικές επιστήμες. Οι Έλληνες διαφωτιστές κατήγγειλαν το δεσποτισμό, εξήραν την αξία της κυριαρχίας του νόμου, της ελευθερίας, της ισότητας, θέλησαν να ξυπνήσουν τις συνειδήσεις για εθνική χειραφέτηση, να προαγάγουν την εκλαΐκευση της επιστήμης με τη χρήση της ζωντανής γλώσσας, να εμφυσήσουν στο λαό την ανάγκη παιδαγωγικής αναμόρφωσης και ανάπλασης των γνώσεων, να προβάλουν τις αξίες του αρχαιοελληνικού κόσμου, να αποδιώξουν τις δεισιδαιμονίες και το θεοκρατικό δογματισμό. Οι πρωτεργάτες του εκσυγχρονισμού, που εργάστηκαν για το "Φωτισμό" και την "Ανάσταση τον Γένους", προσέκρουσαν στην αντίδραση της συντηρητικής διανόησης και του ανώτερου κλήρου και ήρθαν σε συνεχείς αντιπαραθέσεις. Όμως η πνευματική πρωτοπορία κατόρθωσε να υπερισχύσει και να οδηγήσει τον Ελληνισμό στην εθνική του αποκατάσταση.»

Η παραγωγή του ελληνικού βιβλίου κατά πόλεις (1801 - 1820)

Πόλεις Τίτλοι βιβλίων Τόμοι
Βενετία 742 838
Βιέννη 268381
Κωνσταντινούπολη 82 83
Κέρκυρα 50 50
Παρίσι 44 57
Μόσχα 29 35
Λειψία 23 26
Ιάσι22 26
Τεργέστη 20 20
Πετρούπολη 12 14
Βουκουρέστι 12 13
Πέστη 12 12
Βούδα 11 12
Άλλες πόλεις (21) 52 55
ΣΥΝΟΛΟ 1373 1623

Νεοελληνικός Διαφωτισμός

«Συνολικά, οι νέες αυτές ιδέες μπορούν να συνοψισθούν στα ακόλουθα βασικά άρθρα: πίστη στην δύναμη του ορθού λόγου, στην εξελιξιμότητα του ανθρώπου, στην πρόοδο και στη δυνατότητα της ευτυχίας: ο Διαφωτισμός είναι αισιόδοξος, αποδίδει κατά συνέπεια, ιδιάζουσα σημασία στα θέματα της αγωγής, προάγει τις ζωντανές γλώσσες, και ιδιαίτερα τα εθνικά ιδιώματα, σε βάρος των νεκρών γλωσσών, καλλιεργεί την ελεύθερη κριτική έρευνα, τη γνώση του φυσικού κόσμου, κηρύχνει την ανεξιθρησκεία, διδάσκει την αξιοπρέπεια του κάθε ανθρώπου. Για τον Διαφωτισμό ο ορθός λόγος είναι ισχυρότερος από οποιαδήποτε παράδοση και οποιαδήποτε αυθεντία, το πείραμα νικά την παράδοση και εξασφαλίζει τη γνώση του φυσικού κόσμου.»

Τα είδη των βιβλίων (1801 -1820)

Είδη βιβλίων %
Θρησκευτικά 41
Σχολικά13
Λόγια Λογοτεχνία 7,5
Λαϊκή Λογοτεχνία6,9
Αρχαιογνωσία 4,8
Επιστήμη 4,6
Ιστορία 4,6
Λεξικά, Γραμματικές3,5
Πρακτικές γνώσεις 2
Χρηστοήθειες1,7
Γλωσσικές έριδες 1,6
Ζητήματα επικαιρότητας 1,6
Φιλοσοφία 1,1
Γεωγραφία1
Διάφορα 4,9

Η νεωτερική πρόκληση

«Διαφωτισμός αποκλήθηκε, στην ιστορία των ευρωπαϊκών πνευματικών κινημάτων, το μεγάλο ανατρεπτικό ρεύμα, το οποίο, με ισχυρές αγγλικές καταβολές και με επίκεντρο τη Γαλλία του 18ου αιώνα, εξακτινώθηκε σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο και άφησε βαθιά τα ίχνη του και στις περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Είχε, ως κύρια χαρακτηριστικά, την εκκοσμίκευση της γνώσης, την πίστη στον ορθό λόγο και στην ιδέα της προόδου, την υπονόμευση της χριστιανικής θρησκείας, τη λατρεία της επιστήμης, του πειράματος και της παρατήρησης. Ταυτόχρονα, εξέφρασε μία γενικευμένη αμφισβήτηση των εξουσιών του παλαιού καθεστώτος, με αντίστοιχη προβολή της αξίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη.

Ο όρος ελληνικός Διαφωτισμός πλάστηκε, το 1946, από τον Κ. Θ. Δημαρά, ο οποίος αυτονόμησε το κίνημα και τις εκδηλώσεις που το συγκροτούν και διερεύνησε τα ιδεολογικά και ανθρώπινα συστατικά του. Έως τότε το σύνολο της πνευματικής ιστορίας της Τουρκοκρατίας είχε την αδιαφόρητη και αχρονική ονομασία "πνευματική αναγέννησις" του γένους. Η έννοια των φώτων και του φωτισμού του γένους είναι έννοιες τρέχουσες, ήδη από τα χρόνια του Διαφωτισμού, και εκείνη των φώτων έχει πολύ μακρινές καταβολές στους χώρους της χριστιανικής γραμματείας.»

Νεοελληνικός Διαφωτισμός

«Πραγματικά ο Κοραής, με την πολύπλευρη προσωπικότητά του, με τις διαδοχικές επιδόσεις του μέσα στον ξαναγεννημένο Ελληνισμό, με την έντονη δυτικοφροσύνη του, με την υπερήφανη συνείδηση της αρχαίας ελληνικής κληρονομιάς, όλα αυτά διάχυτα σε μια μακρά ζωή. η οποία έρχεται ουσιαστικά να επικαλύψει ακέρια την καμπύλη του ελληνικού Διαφωτισμού, ο Κοραής είναι που πρέπει να θεωρήται ο πιο χαρακτηριστικός εκπρόσωπός του. Ακριβέστερα, η τοποθέτησή του μέσα στον χρόνο, τον κατασταίνει πιο ειδικά εκπρόσωπο της τελευταίας ιδίως περιόδου του Διαφωτισμού, εκείνης την οποία μπορούμε να ονομάζουμε ελληνική παλιγγενεσία, και που τελειώνει με τον Αγώνα του Εικοσιένα».

Η νεωτερική πρόκληση

«Δίπλα στα βιβλία, τα σχολεία, μείζονα εργαλεία για την προώθηση των διαφωτιστικών επιδιώξεων. Με αργούς ρυθμούς στην αρχή, με επιταχυνόμενους στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, τα σχολεία του Διαφωτισμού έρχονται να ανατρέψουν τα παραδοσιακά εκπαιδευτικά συστήματα και, παρά τις αντιδράσεις, να διαμορφώσουν μία νέα δυναμική. Σχολειά στα Γιάννινα, την Καστοριά, τον Άθω, την Κωνσταντινούπολη και, κυρίως, τη Σμύρνη, τη Χίο και τις Κυδωνιές, με αριθμούς μαθητών που διαρκώς αυξαίνουν, αποτελούν ισάριθμους πόλους έλξης για νέες μαθήσεις, όπου πρυτανεύουν η αρχαιογνωσία, οι επιστήμες, η φιλοσοφία, αλλά και τα πειράματα.

Aπό την πλευρά της οθωμανικής εξουσίας δεν υπήρξαν αντιδράσεις στον τομέα αυτόν. Και όσα γράφονται κατά καιρούς για το κρυφό σχολειό αντιπροσωπεύουν επωφελή εθνικά μυθολογήματα: οι Τούρκοι δεν ανακατεύτηκαν ποτέ σ' αυτές τις δουλειές.

Στον Άθω και την Κωνσταντινούπολη οι απόπειρες του Ευγένιου Βούλγαρη, το 1753, και του Δωρόθεου Πρώιου, το 1804, για την ίδρυση νεωτερικών "Ακαδημιών" δεν μπόρεσαν να αντέξουν στο κληρικό περιβάλλον και τις υπονομεύσεις που αυτό υποκινούσε. Στο τέλος της περιόδου άρχισε να εισάγεται στα νέα σχολειά η αλληλοδιδακτική μέθοδος: προκάλεσε, και αυτή, εκκλησιαστικές αντιδράσεις.»

Ο Αγώνας των Ελλήνων για την Ανεξαρτησία

«Μολαταύτα, οι επαναστατικές ιδέες της Δυτικής Ευρώπης βρήκαν πολύ μεγαλύτερη απήχηση ανάμεσα στους διανοουμένους παρά στις εργαζόμενες μάζες. Οι διανοούμενοι καίτοι δε ξεπερνούσαν το δύο τοις εκατό του πληθυσμού, και από αυτό το δύο τοις εκατό μια σημαντική μερίδα αντιδρούσε εχθρικά απέναντι στις ασεβείς ιδέες της Δύσης, προτιμώντας να παραμένει μέσα στα πλαίσια των παραδοσιακών ιδεολογικών δομών. Όπως και στη Γαλλία πριν από την Επανάσταση, έτσι και στον ελληνικό κόσμο, τα δημοσιεύματα που διέδιδαν τις νέες ιδέες δέχονταν την αντεπίθεση του καθιερωμένου δόγματος. Αν τα αριθμητικά δεδομένα των εκδόσεων μπορούν να χρησιμέψουν ως οδηγός για να παρακολουθήσει κανείς την κίνηση των ιδεών ανάμεσα στις τάξεις των εγγραμμάτων (αν πράγματι ό,τι δημοσιευόταν διαβαζόταν από πολύ κόσμο), τότε, στον αιώνα που προηγήθηκε από την Ελληνική Επανάσταση σημειώθηκε μια σημαντική ροπή προς την κοσμική σκέψη.»

Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας

«Αρχικά η Εκκλησία, ανήσυχη μπροστά στις νέες φιλοσοφικές τάσεις γίνεται συντηρητική ως την αντίδραση. Καταδικάζει τις νέες προσπάθειες μόλις εμφανίζονται. […] Η σύγκρουση ανάμεσα σε προοδευτικούς και συντηρητικούς παίρνει στην αρχή ήπιες μορφές. Η αντίσταση της προοδευτικής σκέψης είναι ακόμα αδύνατη, όπως η τάξη που την υποστηρίζει. […] Η ιθύνουσα ομάδα στην Ελλάδα ήταν στο σύνολό της εχθρική προς τις νέες ιδέες. Άλλωστε, το πνεύμα ανοχής τερματίζεται με τη Γαλλική Επανάσταση που έδειχνε τον κίνδυνο των νέων ιδεών για την ιθύνουσα τάξη και η σύγκρουση μπήκε σε οξεία φάση. Οι καταδίκες του πανθεϊσμού του Βολταίρου, των τεκτόνων, των Γάλλων "άθεων" κι οι καταδιώξεις των οπαδών τους πολλαπλασιάζονται. Οι επαναστάτες, αποσπασμένοι τώρα απ' το σύνολο του προοδευτισμού, περνούν με τη σειρά τους στην αντεπίθεση και χτυπούν τολμηρά την αντίδραση. Στις προσπάθειες αυτές των προοδευτικών όλων των αποχρώσεων ή των επαναστατών, το έργο του Αδαμάντιου Κοραή (1743-1833) κατέχει, με την ευρύτητα και την ωριμότητά του, ιδιαίτερη θέση. Ζώντας στο Παρίσι και εμφορούμενος από το φιλελευθερισμό της νέας Γαλλίας, χωρίς όμως να δεχτεί ποτέ το επαναστατικό της πνεύμα, ο ιδεολογικά προχωρημένος Κοραής, προτείνει για τη λύση του γλωσσικού προβλήματος ένα συμβιβασμό σαν βάση συμφιλίωσης.»