Περιμένουμε τα σχόλια σας

Ένας αιώνας Ελλάδα

«Μεταξύ 1915 και 1917, στην καρδιά του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, επέρχεται ρήξη ανάμεσα στο γερμανόφιλο βασιλιά Κωνσταντίνο Α΄ και τον αγγλόφιλο πρωθυπουργό Βενιζέλο για τη θέση της Ελλάδας στο Μεγάλο Πόλεμο. Η χώρα γίνεται κυριολεκτικά δύο κομμάτια, με δύο κυβερνήσεις, δύο στρατούς και βαθιά ριζωμένο το μίσος. Βενιζέλος στη Θεσσαλονίκη (από το 1916, με την κυβέρνηση Εθνικής Αμύνης), Κωνσταντίνος στην Αθήνα. Πολιτική της Αντάντ (Entente) από τη μια, "ουδετερότητα" που όμως εξυπηρετεί τις κεντρικές αυτοκρατορίες από την άλλη. Δυνάμεις της Εγκάρδιας Συμμαχίας καταλαμβάνουν Κέρκυρα και Θεσσαλονίκη, καθώς η τελευταία κατέχει θέση-κλειδί στην αντεπίθεση κατά Βουλγαρίας-Γερμανίας. Πάλι δυνάμεις της Αντάντ προετοιμάζουν την επιστροφή του Βενιζέλου στην Αθήνα, το 1917. Ο Κωνσταντίνος, που είναι ανεπιθύμητος, ορίζει ως βασιλιά το γιο του Αλέξανδρο, φεύγει από τη χώρα και σώζει το θεσμό της βασιλείας. Είναι ο δραματικός Εθνικός Διχασμός. Το 1917, με το τέλος του, την επικράτηση Βενιζέλου και την επιστροφή του στην Αθήνα υπό την "ομπρέλα" των Αγγλογάλλων, η Ελλάδα προσχωρεί στην Αντάντ και συμμετέχει στο πλευρό της στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Μάχες διεξάγονται κυρίως στο βόρειο τμήμα της χώρας, με σημαντικότερη τη μάχη του Σκρα (1918). Στο τέλος του πολέμου, με τη Συνθήκη του Νεϊγύ (Παρίσι 1919), η Ελλάδα κερδίζει την ανατολική Μακεδονία και το 1920 τη δυτική Θράκη.»

Ελλάς. Η σύγχρονη συνέχεια

«Στον αυστρο-σερβικό πόλεμο η Ελλάδα τήρησε ευμενή ουδετερότητα προς τη Σερβία, κατά παράβαση της Ελληνο-σερβικής Συνθήκης του 1913, η οποία επέβαλλε στην Ελλάδα να προσφέρει την αμέριστη βοήθεια της στη Σερβία. Με γνώμονα της πολιτικής της την ισορροπία στην περιοχή και το εδαφικό καθεστώς που είχε προέλθει από τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου, η ελληνική κυβέρνηση έκρινε ότι η Ελλάδα θα εγκατέλειπε την ουδετερότητα και θα έσπευδε να βοηθήσει τη Σερβία σε περίπτωση που τη χώρα αυτή πρόσβαλλε στρατιωτικά η Βουλγαρία. Η γενίκευση όμως του ευρωπαϊκού πολέμου και η σύνδεση της πολεμικής εστίας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη με το πλέγμα συνασπισμών των μεγάλων δυνάμεων, την Τριπλή Συμμαχία (Γερμανία, Αυστρία και Ιταλία) και την Τριπλή Συνεννόηση (Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία), αχρήστευσαν τον γνώμονα αυτό της ελληνικής πολιτικής. Η Ελλάδα βρέθηκε εκ νέου απομονωμένη, καθώς η Σερβία πολεμούσε για την ίδια την ύπαρξή της, η Ρουμανία έπαιρνε αποστάσεις από τους πρώην συμμάχους της, η Τουρκία αναμενόταν να εγκαταλείψει την ουδετερότητα υπέρ της Τριπλής Συμμαχίας, και η Βουλγαρία δεν θα αργούσε να πράξει το ίδιο. Ο Βενιζέλος έκρινε πως η νέα κατάσταση επέβαλλε στην Ελλάδα να βρίσκεται σε επιφυλακή: Η χώρα θα παρέμενε ουδέτερη προσωρινά, εν αναμονή προτάσεων από την Τριπλή Συνεννόηση για έξοδο της από την ουδετερότητα στο πλευρό των δυνάμεων οι οποίες θεωρούσε ότι θα υπερίσχυαν στον πόλεμο, στο πλευρό της Αγγλίας και της Γαλλίας. Αντιθέτως, ο υπουργός των Εξωτερικών Γεώργιος Στρέιτ, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος και το Γενικό Επιτελείο έκριναν ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να τηρήσει "διαρκή ουδετερότητα", κατά τον Στρέιτ, επειδή εκτιμούσαν ότι η Γερμανία εν τέλει θα υπερίσχυε.»

Ελλάς. Η σύγχρονη συνέχεια

«Η θέση του Βενιζέλου ενισχύθηκε όταν, τον Οκτώβριο του 1914, η Οθωμανική Αυτοκρατορία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Ρωσίας και προσχώρησε στον συνασπισμό των κεντροευρωπαϊκών δυνάμεων. Η εξέλιξη αυτή, αν και αναμενόμενη, προκάλεσε αλυσιδωτές αντιδράσεις και επηρέασε τη στρατηγική αξία των γειτονικών προς την Τουρκία χωρών. Αυξήθηκε η σημασία της Ελλάδας, αλλά αυξήθηκε και αυτή της Βουλγαρίας, αυξήθηκαν δε αντίστοιχα και οι πιέσεις και οι προσφορές των δύο συνασπισμών να ακολουθήσουν πολιτική που συνέφερε τον έναν ή τον άλλο συνασπισμό. Η προσχώρηση της Τουρκίας στην Τριπλή Συμμαχία ώθησε τη μεν Βουλγαρία προς την ίδια κατεύθυνση, τη δε Ελλάδα προς την αντίθετη, προς τη Συνεννόηση. Με την Τουρκία στο στρατόπεδο των αντιπάλων της Συνεννόησης και τη Βουλγαρία ωθούμενη, από τη θέση της, προς το ίδιο στρατόπεδο, η ουδετερότητα της Ελλάδας έθετε σε κίνδυνο πλέον την εδαφική ακεραιότητα της χώρας, οποιαδήποτε και αν ήταν η έκβαση του πολέμου.

Η ουδετερότητα της Ελλάδας έγινε ακόμα πιο επικίνδυνη για τη χώρα όταν τον Φεβρουάριο του 1915 η αγγλική κυβέρνηση, εν όψει της επιχείρησης κατά των Στενών που προετοίμαζε, πρότεινε στην Ελλάδα να συμμετάσχει με αντάλλαγμα "σπουδαίες" εδαφικές παραχωρήσεις στα παράλια της Μικράς Ασίας. Η προσφορά ήταν άκρως δελεαστική για την ελληνική κυβέρνηση. Η αγγλική πρόταση αποτελούσε συνάμα προειδοποίηση προς την Ελλάδα ότι η Αγγλία δεν θα ανεχόταν την Ελλάδα ουδέτερη από τη στιγμή που έθετε σε εφαρμογή την επιχείρηση για την εκπόρθηση των Στενών.»

Εσωτερική Πολιτική

«Μετά την κατάρρευση της Σερβίας, οι Γάλλοι κατέλαβαν την Κέρκυρα τον Ιανουάριο του 1916, δίχως την άδεια της κυβέρνησης, ενώ ο σέρβικος στρατός μετακινήθηκε στη Μακεδονία. Οι γερμανικές και βουλγάρικες δυνάμεις εισέβαλαν στη Μακεδονία και κατέλαβαν το οχυρό Ρούπελ χωρίς ελληνική αντίσταση. Κατόπιν η Αντάντ προχώρησε σε μερικό θαλάσσιο αποκλεισμό της χώρας, το Μάιο κατέλαβε τη Θάσο και τον Ιούνιο απηύθυνε διακοίνωση στη νέα κυβέρνηση Ζαΐμη για άρση της επιστράτευσης, η οποία και έγινε αποδεκτή. […] Τον Αύγουστο, οι Βούλγαροι κατέλαβαν την Ανατολική και μέρος της Δυτικής Μακεδονίας και άρχισαν τις ανθελληνικές διώξεις, ενώ οι Ιταλοί κατέλαβαν τη Βόρεια Ήπειρο. Τον ίδιο μήνα, βενιζελικοί αξιωματικοί προχώρησαν στο πραξικόπημα της "Εθνικής Άμυνας" στη Θεσσαλονίκη, με στόχο τη διενέργεια στρατολόγησης για τη συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο, μαζί με την Αντάντ.> το Σεπτέμβριο, ο Ελ. Βενιζέλος πήγε στη Θεσσαλονίκη και ανέλαβε την ηγεσία του κινήματος, μεταφέροντας εκεί και την έδρα της προσωρινής κυβέρνησης που είχε συ­στήσει στα Χανιά.

[…] Το Νοέμβριο, ο αρχηγός του γαλλικού στόλου ναύαρχος Φουρνιέ απαίτησε την παράδοση αντιτορπιλικών, πολεμικού υλικού και του λιμανιού του Πειραιά στην Αντάντ. Η κυβέρνηση αρνήθηκε και οι δυνάμεις του Φουρνιέ κατέλαβαν τον Πειραιά, ενώ αγήματά τους εισέβαλαν στην Αθήνα, όπου διεξήχθησαν εχθροπραξίες με ένοπλους πολίτες που ανήκαν στους φιλοβασιλικούς συνδέσμους των "Επιστράτων". Όταν μετά από δύο μέρες οι γαλλικές δυνάμεις αποχώρησαν, οι Επίστρατοι εξαπέλυσαν διωγμούς κατά των βενιζελικών πολιτών της πρωτεύουσας, με αποτέλεσμα πολλές δολοφονίες, λεη­λασίες και εξορίες. Από τον αντιβενιζελικό όχλο προπηλακίστηκε και ο βενιζελικός δήμαρχος της πόλης Εμμανουήλ Μπενάκης. Ακολούθησε ο ολοσχερής αποκλεισμός της Παλαιάς Ελλάδας από την Αντάντ, ενώ το Δεκέμβριο ο αρχιεπίσκοπος Ελλάδας αναθεμάτισε τον Ελ. Βενιζέλο στο Πεδίο του Άρεως, με την παρουσία φανατισμένου αντιβενιζελικού πλήθους.»

Ο Εθνικός Διχασμός

«Το δίλημμα τέθηκε από τις παραμονές κιόλας του πολέμου. Οι επιθετικές προθέσεις της Αυστρουγγαρίας σε βάρος της Σερβίας προβλημάτισαν έντονα τους ιθύνοντες στην Αθήνα.

Η γενική εντύπωση συνηγορούσε υπέρ της αποφυγής μιας ενεργούς ανάμιξης σε περίπτωση ένοπλης αυστροσερβικής αντιπαράθεσης, όμως κάτι τέτοιο θα αποτελούσε παραβίαση της ελληνοσερβικής συνθήκης συμμαχίας του 1913, που προέβλεπε αμοιβαία στρατιωτική υποστήριξη, σε περίπτωση επίθεσης από τρίτο. Μια επίδειξη μετριοπάθειας εθεωρείτο, ωστόσο, επιβεβλημένη, προκειμένου να αξιολογηθούν οι εξελίξεις και να διαμορφωθούν προϋποθέσεις ευνοϊκές για μια παρέμβαση στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ.

Το πρόβλημα για την Ελλάδα ήταν ότι κανένας από δύο συνασπισμούς δεν επεδίωκε, για την ώρα, τη συμμαχία της. Για τα κράτη της Αντάντ, ένας προσεταιρισμός αυτού του είδους σήμαινε, αυτόματα, προσχώρηση της Βουλγαρίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στο αντίπαλο στρατόπεδο. Μια ελληνική συμμετοχή εθεωρείτο ασύμφορη, όσο τα δύο παραπάνω κράτη παρέμεναν αναποφάσιστα. Προκειμένου δε η πλάστιγγα να κλίνει προς δικό τους όφελος, οι Σύμμαχοι ήταν διατεθειμένοι να προβούν σε παραχωρήσεις ακόμα και σε βάρος της ελληνικής εδαφικής ακεραιότητας, κάτι που θορύβησε ιδιαίτερα τον Βενιζέλο.

Στις Κεντρικές Αυτοκρατορίες, αφετέρου, αρκούσε μια ελληνική ουδετερότητα, που σήμαινε την αποδέσμευση της Βουλγαρίας από την ελληνική απειλή και την ταχύτερη παρέμβασή της στον πόλεμο κατά της Αντάντ. Η Γερμανία πίεζε, μάλιστα, την Ελλάδα να καταγγείλει μονομερώς την ελληνοσερβική συνθήκη συμμαχίας. Ο Βενιζέλος αρνήθηκε κατηγορηματικά, ενώ ο Κωνσταντίνος και ο υπουργός Εξωτερικών Γεώργιος Στρέιτ εμφανίστηκαν πιο διαλλακτικοί.»

Οι πολιτικές εξελίξεις. Από το Γουδί ως τη Μικρασιατική Καταστροφή

«Εγκαταλείποντας πλέον την κατ' επίφαση νομιμότητα, στις 12 Σεπτεμβρίου 1916 ο Βενιζέλος (με εκατοντάδα συνεργατών) έφυγε από την Αθήνα για τα Χανιά. Την επομένη έγινε εκεί ένοπλο συλλαλητήριο, στο οποίο συγκροτήθηκε η "Προσωρινή Κυβέρνηση του Βασιλείου της Ελλάδος" με μέλη τον Βενιζέλο και τον ναύαρχο Π. Κουντουριώτη. Η "τριανδρία" συμπληρώθηκε αργότερα με το στρατηγό Π. Δαγκλή. Η πρώτη προκήρυξη της Προσωρινής Κυβέρνησης προσδιόριζε με σαφήνεια τη νομιμοποιητική βάση του επαναστατικού κινήματος: "Αφού το Κράτος προέδωκε τα καθήκοντά του, υπολείπεται εις το Έθνος να επιχείρηση όπως επιτυχή το έργον, όπερ επεβάλλετο εις το Κράτος". Ορίστηκε έτσι ο Εθνικός Διχασμός ως αντιπαράθεση ανάμεσα στο "Κράτος" του Κωνσταντίνου και το "Έθνος" ως ευρύτερο σύνολο. Κατά βάθος επρόκειτο για σύγκρουση ανάμεσα στην πλειοψηφία της Παλαιάς Ελλάδας (σε συμμαχία με τις αλλοεθνείς μειονότητες των Νέων Χωρών) και την πλειοψηφία των αλύτρωτων και των (μέχρι χθες αλύτρωτων) Ελλήνων των Νέων Χωρών καθώς και εκείνων των παροικιών. Γεωγραφικά, ο Διχασμός αποτυπώθηκε με την κρατική διάσπαση σε "κράτος των Αθηνών" και "κράτος της Θεσσαλονίκης".»

Εφημερίς της Προσωρινής Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος

«Ο Κρητικός λαός συνελθών σήμερον 13 Σεπτεμβρίου 1916 εις ένοπλον συλλαλητήριον, εν Χανίοις, ίνα διασκεφθή περί της κινδυνευούσης Πατρίδος και λαβών υπ' όψει:

Ότι η μέχρι σήμερον ασκηθείσα πολιτική, παρά την εκπεφρασμένην γνώμην του Ελληνικού Λαού και τα Συνταγματικά του δικαιώματα, απομακρύνουσα το Έθνος από το πλευρόν των ευεργετίδων Δυνάμεων, δεν ανταποκρίνεται ούτε προς τας παραδόσεις, ούτε προς το φρόνημα αυτού.

Ότι αντιστρατεύεται προς τα πραγματικά εθνικά συμφέροντα ευρισκόμενα εις άκραν αντίθεσιν προς τα συμφέροντα των πατροπαράδοτων αυτού εχθρών.

Ότι η ιδία αυτή πολιτική υπεβίβασε το Κράτος από της περιωπής εις ην είχεν αναβιβασθή δια των δύο νικηφόρων πολέμων, εις την σημερινήν αυτού αθλιότητα και ότι μέγιστον μέρος της Ελληνικής Μακεδονίας κατέχεται υπό Βουλγάρων, μέγιστον δε κίνδυνον διατρέχει η όλη Ελληνική φυλή.

Αναλαμβάνει και πάλιν εις χείρας του τον ιερόν αγώνα της σωτηρίας, και προς τον σκοπόν τούτον

Ψηφίζει

Συγκροτεί προσωρινήν Κυβέρνησιν εκ των Ελευθερίου Βενιζέλου και Παύλου Κουντουριώτου, αντιναυάρχου του Ελληνικού Στόλου, ους εξουσιοδοτεί να προσλάβωσι και τρίτον μέλος αυτής, και αναθέτει εις την Κυβέρνησιν ταύτην όπως επιδίωξη την σωτηρίαν του Έθνους παρά το πλευρόν Συμμάχων Δυνάμεων.»

Εφημερίς της Προσωρινής Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος, αριθ.1.

Μελέτες και κείμενα για την περίοδο 1909-1940

«Τα τραγικά γεγονότα των Αθηνών, όπου τόσοι εκ των συναγωνιστών μας εύρον μαρτυρικόν θάνατον και εδιώχθησαν σκληρώς, εδημιούργησαν μεταξύ του αιμοσταγούς βασιλέως και του έθνους χάσμα του λοιπού αγεφύρωτον.

Όπως επιβάλη την τυραννίδα του δεν εδίστασε να θυσιάση τα υπέρτατα συμφέροντα του Ελληνισμού εις τους εθνικούς ανταπαιτητάς μας, με την πρόθεσιν να βοηθήση την γερμανικήν νίκην, εφ' ης και μόνης ηδύνατο να εδραιώση την ελέω θεού βασιλείαν του. Και όπως εμποδίση τον ταχύτερον εξοπλισμόν εκείνων εκ των πατριωτών, όσοι συνετάχθησαν μετά των πατροπαραδότων φίλων και προστατίδων Δυνάμεων κατά των κοινών εχθρών, δεν εδίστασε να στρέψη τα ελληνικά όπλα κατά των στρατιωτών των οποίων οι πατέρες έχυσαν το αίμα των υπέρ της ελληνικής ανεξαρτησίας. Επωφελούμενος δε της ευκαιρίας εξαπέλυσε τον βασιλικόν του στρατόν εις σφαγήν εκείνων, οίτινες διετήρησαν άκαμπτον μέχρι τέλους το εθνικόν φρόνημα. Από της στιγμής αυτής ο βασιλεύς Κωνσταντίνος είναι έκπτωτος του θρόνου του. Δεν αμφιβάλλομεν ότι ο λαός πανδήμως συνερχόμενος θα επιδοκιμάση την έκπτωσιν ταύτην, ήτις αφορά προσωπικώς τον τύραννον βασιλέα και όχι την δυναστείαν.

Η προσωρινή κυβέρνησις

Βενιζέλος, Κουντουριώτης, Δαγκλής.»

Μελέτες και κείμενα για την περίοδο 1909-1940

«Χθες το απόγευμα εις το ναόν του Αγίου Διονυσίου ετελέσθη δέησις υπέρ του βασιλέως, προσελθόντων πάντων των ενοριτών. Εν μέσω νεκρικής σιγής και κατανύξεως γονυπετείς όλοι μετά του ιερέως εδεήθησαν υπέρ της σωτηρίας του Βασιλέως και της κατασυντριβής των απαισίων προδοτών και εχθρών της πατρίδος, βροντοφωνούντος του εμπνευσμένου ιερέως Παπαφώτη "Ζήτω ο βασιλεύς και αιώνιον ανάθεμα εις τους προδότας". Μετά την δέησιν, ο κ. Δούφας, παρευρισκόμενος εις τον ναόν, ωμίλησε περί της θεόθεν αποστολής του Βασιλέως μας και της αθανάτου Ελληνικής φυλής, συστήσας πίστιν και αφοσίωσιν εις τον Άνακτα και τον στρατόν του, καθώς και ψυχραιμία και αντοχήν εις την κρίσιμην ταύτην περίοδον του εθνικού μας βίου.»

Διχασμός

«Στις 12 Δεκεμβρίου 1916, ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών Θεόκλητος κήρυξε το "Ανάθεμα" κατά του Βενιζέλου. Η εντολοδόχος επιτροπή του Πανελληνίου Συνδέσμου των Συντεχνιών δημοσίευσε σε αθηναϊκές εφημερίδες προκήρυξη, σύμφωνα με την οποία καλούσε τον ελληνικό λαό στις 3 μ.μ. στο Πεδίο του Άρεως "όπως αναθεματίση τον τρισκατάρατον προδότην Βενιζέλον". Και συνέχιζε η προκήρυξη: "όλοι ανεξαιρέτως, νέοι, γέροντες, άνδρες, γυναίκες και παιδιά ρίψατε ανά ένα λίθον αναθέματος κατά του μυσαρού προδότου και δολοφόνου της Πατρίδος και του Βασιλέως μας". Στη συγκέντρωση προσήλθε και ο ίδιος ο Θεόκλητος με μέλη της Ιεράς Συνόδου για να ρίξουν τον λίθο του αναθέματος στον σωρό από πέτρες που είχε σχηματιστεί. Το αντιβενιζελικό πάθος απέκτησε έτσι και υπερβατικό χαρακτήρα.

"Θυμάμαι τ' απομεσήμερο που είδα από το παράθυρο της οδού Μπουμπουλίνας το ελεεινό θέαμα του όχλου με δεσποτάδες και παπάδες που κουβαλούσαν πέτρες για το ανάθεμα του Βενιζέλου. την αηδία που με έπνιγε μπροστά στο φριχτό μνημείο με τα κερατοφόρα καύκαλα από τραγιά στην κορυφή του", έγραφε αργότερα ο Γ. Σεφέρης.

Το "ανάθεμα" κατά του Βενιζέλου επαναλήφθηκε μετά την Αθήνα και σε πολλές περιοχές της επαρχίας.

Στη βάση του "αναθέματος" τοποθετούσαν μία καλά λαξευμένη πέτρα με χαραγμένο το όνομα του δήμου ή της κοινότητας. Πολλές από τις πέτρες αυτές έχουν διασωθεί και βρίσκονται σήμερα στο Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών "Έλευθέριος Κ. Βενιζέλος" στα Χανιά.»