Το ποίημα ανήκει στην ποιητική σύνθεση του Γιώργου Σεφέρη Μυθιστόρημα (1935). Με το Μυθιστόρημα σημειώνεται ένας σημαντικός σταθμός στην εξέλιξη του σεφερικού έργου. Κατ' αρχάς με το συνθετικό αυτό ποίημα ο Σεφέρης εγκατέλειψε τον κατά βάση έμμετρο στίχο της Στροφής και της Στέρνας και εγκαινίασε τη χρήση του ελεύθερου στίχου, τον οποίο χρησιμοποίησε με συντηρητικό τρόπο, μπολιάζοντάς τον με στοιχεία παλιότερων στιχουργικών μορφών. Επίσης, θεματικά, με τη σύνθεση αυτή ο Σεφέρης βγαίνει από το πεδίο του αυστηρού υποκειμενισμού, επιχειρώντας να συνδυάσει την ατομική με τη συλλογική εμπειρία, το σύγχρονο με το διαχρονικό βίωμα. Θεματικό επίκεντρο του Μυθιστορήματος αποτελεί αυτό που ο ίδιος ο ποιητής ονόμασε «καημό της ρωμιοσύνης» (Γαραντούδης & Καγιαλής, 2008: 75-76).
Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα και με σημείωση του ίδιου του ποιητή, χρησιμοποιήθηκε αρκετά φανερά μια ορισμένη μυθολογία. Η ολοένα και μεγαλύτερη χρήση του μύθου από τη Στροφή ώς το Μυθιστόρημα υπαγορεύεται από την ολοένα και μεγαλύτερη ανάγκη του ποιητή να συντονίσει το βαθύτερο «εγώ» με το «εγώ» του συνόλου. Κι αυτό γιατί ο μύθος αποτελεί την έκφραση του συλλογικού υποσυνείδητου και μπορεί να συμβάλει στην έκφραση αντικειμενικότερων συναισθημάτων (Βαγενάς, 1991: 147). Ειδικότερα, στο Μυθιστόρημα, όπου ο Γιώργος Σεφέρης επηρεάστηκε από την ποίηση του T. S. Eliot, γίνεται αξιοποίηση της μυθικής μεθόδου, ενός αδιάκοπου, δηλαδή, παραλληλισμού του σύγχρονου κόσμου με αυτόν της αρχαιότητας και της μυθολογίας. Με τον τρόπο αυτό, σύμφωνα με τον ποιητή, μπορεί «να ελέγξει κανείς, να ταχτοποιήσει και να δώσει μορφή και σημασία στο απέραντο πανόραμα ματαιότητας και αναρχίας που είναι η σύγχρονη ιστορία» (Σεφέρης, 1974: 353).
To Μυθιστόρημα είναι ο Έλληνας Οδυσσέας. Οι είκοσι τέσσερις ενότητές του θυμίζουν τις είκοσι τέσσερις ραψωδίες της Ιλιάδας και της Οδύσσειας, και οι πολλές αναφορές στο ταξίδι, ειδικά στη θάλασσα, ενισχύουν την εντύπωση του αναγνώστη ότι αυτό που διαβάζει είναι η «Οδύσσεια» της σύγχρονης Ελλάδας. Αυτή η «Οδύσσεια» είναι ένα ταξίδι στο παρελθόν και μια προσπάθεια να συμβιβαστεί ο σύγχρονος κόσμος με τη μακραίωνη ιστορική πολιτιστική παράδοση, που είναι πηγή τεράστιου πλούτου, αλλά και βάρος και κίνδυνος, εφόσον παραμένει αναφομοίωτη (Beaton, 1996: 211).
Η K΄ ενότητα του Μυθιστορήματος συνοδεύεται από τον υπότιτλο «Ανδρομέδα», τον οποίο ο Σεφέρης θέλησε να δώσει 10 χρόνια μετά την αρχική έκδοση του έργου του, αφού τον παρέλαβε από τη γαλλική μετάφραση του Levesque (1945), καθώς και από την αγγλική μετάφραση του Rex Warner (1960). Μέχρι τότε, η γυναικεία ταυτότητα του ποιητικού υποκειμένου αποκαλυπτόταν μόλις στον στίχο 7, οπότε ο αναγνώστης μπορούσε να καταλάβει ότι αυτός που μιλάει και υποφέρει είναι μια γυναίκα. Ο υπότιτλος αυτός λειτουργεί ως σηματοδότης που κατευθύνει τον αναγνώστη στο να εκλάβει τα όσα υπερφυσικά αναφέρονται στο ποίημα ως έναν μονόλογο της Ανδρομέδας για τα δεινά της, κατευθύνοντας εκ των προτέρων την ανάγνωσή μας σε έναν χώρο μυθολογικό. Με τον τρόπο αυτό, μέσω δηλαδή της μυθικής διαμεσολάβησης, εξασφαλίζεται η συνεννόηση του ποιητή και του αναγνώστη αναφορικά με την πρόσληψη του ποιήματος (Vitti, 1989: 81-82). Η σκηνοθεσία του ποιήματος παραπέμπει στον γνωστό μύθο της Ανδρομέδας: η μυθική βασίλισσα της Αιθιοπίας δέθηκε από τους γονείς της γυμνή σ' έναν παραθαλάσσιο βράχο ως εξιλαστήριο θύμα και λυτρώθηκε από τον Περσέα, ο οποίος σκότωσε το τέρας που επρόκειτο να την κατασπαράξει (Μαρωνίτης, 1992: 71). Η Ανδρομέδα έχει απεκδυθεί την ηρωική της ιδιότητα και, χωρίς να θιγεί το γόητρό της, έχει εξανθρωπιστεί. Η πρόταση «τη θάλασσα, τη θάλασσα, ποιος θα μπορέσει να την εξαντλήσει;» αποτελεί παράφραση της αισχυλικής φράσης από την τραγωδία Αγαμέμνων «ἔστιν θάλασσα - τίς δέ νιν κατασβέσει;» (στ. 958). Η παράφραση αυτή ευνοεί την παρασημία, και εδώ η αρχαιολογική αναφορά του Γ.Σεφέρη τείνει προς το αίνιγμα: Η Ανδρομέδα εύχεται ή απεύχεται να εξαντληθεί η θάλασσα; Την παρηγορεί ή την απελπίζει και άλλο η απέραντη θάλασσα που απλώνεται μπροστά της; (Μαρωνίτης, 1992: 71-72). Ανάμεσα σε διαφορετικές ερμηνείες, ο Τίμος Μαλάνος (1951: 34) έχει ταυτίσει ερμηνευτικά τη δεμένη Ανδρομέδα με την Ελλάδα, ενώ ο Δ. Ι. Ιακώβ (1986) δεν θεωρεί καθόλου απαραίτητη την αναφορά στον μύθο για την ερμηνεία του ποιήματος, επειδή η ανάγνωση του ποιήματος δεν προϋποθέτει υποχρεωτικά τη γνώση της αρχαίας μυθολογίας, επομένως δεν χάνει τίποτε, αν παραλειφθεί η παραπεμμπτική μυθολογική αναφορά.
«Μυθιστόρημα, Κ΄. [Ανδρομέδα]»
ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ, 20ός αι / 1935
Στοιχεία Έκδοσης:
- Σεφέρης, Γιώργος. 1935. Μυθιστόρημα. Αθήνα: τυπ. Εστίας. Και στον συγκεντρωτικό τόμο: Γιώργος Σεφέρης. [1972] 1985. Ποιήματα. 15η έκδ. Αθήνα: Ίκαρος.
Βιβλιογραφία-Δικτυογραφία:
- ΨΗΦΙΔΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ. ΑΝΕΜΟΣΚΑΛΑ, Γιώργος Σεφέρης.
- ΨΗΦΙΔΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ. ΠΡΟΣΩΠΑ ΚΑΙ ΘΕΜΑΤΑ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ, Σεφέρης Γιώργος .
- Βαγενάς, Νάσος. [1979] 1991. Ο ποιητής και ο χορευτής. 6η έκδ. Αθήνα: Κέδρος.
- Γαραντούδης Ευριπίδης - Καγιαλής Τάκης (επιμ.). 2008. Ο Σεφέρης για νέους αναγνώστες. Αθήνα: Ίκαρος.
- Ιακώβ, Δανιήλ. 1986. «Η "Ανδρομέδα" του Γ. Σεφέρη». Διαβάζω 142: 130-137.
- Μαλάνος, Τίμος. 1951. Η ποίηση του Σεφέρη. Αλεξάνδρεια.
- Beaton, Roderick. 1996. Εισαγωγή στη νεότερη ελληνική λογοτεχνία. Αθήνα: Νεφέλη.
- Vitti, Mario. [1978] 1994. Φθορά και λόγος στην ποίηση του Γιώργου Σεφέρη. 3η έκδ. Αθήνα: Εστία.
ΨΗΦΙΔΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ, Νόστος. Ο Αρχαιοελληνικός Μύθος στην Παγκόσμια Λογοτεχνία