Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΙΝΔΑΡΟΣ

Πυθιονίκαις (4.47-4.69)


τετράτων παίδων κ᾽ ἐπιγεινομένων [στρ. γ]
αἷμά οἱ κείναν λάβε σὺν Δαναοῖς εὐ-
ρεῖαν ἄπειρον. τότε γὰρ μεγάλας
ἐξανίστανται Λακεδαίμονος Ἀργεί-
ου τε κόλπου καὶ Μυκηνᾶν.
50 νῦν γε μὲν ἀλλοδαπᾶν κριτὸν εὑρήσει γυναικῶν
ἐν λέχεσιν γένος, οἵ κεν τάνδε σὺν τιμᾷ θεῶν
νᾶσον ἐλθόντες τέκωνται
φῶτα κελαινεφέων πεδίων
δεσπόταν· τὸν μὲν πολυχρύσῳ ποτ᾽ ἐν δώματι
Φοῖβος ἀμνάσει θέμισσιν

55 Πύθιον ναὸν καταβάντα χρόνῳ [αντ. γ]
ὑστέρῳ, νάεσσι πολεῖς ἀγαγὲν Νεί-
λοιο πρὸς πῖον τέμενος Κρονίδα.»
ἦ ῥα Μηδείας ἐπέων στίχες. ἔπτα-
ξαν δ᾽ ἀκίνητοι σιωπᾷ
ἥροες ἀντίθεοι πυκινὰν μῆτιν κλύοντες.
ὦ μάκαρ υἱὲ Πολυμνάστου, σὲ δ᾽ ἐν τούτῳ λόγῳ
60 χρησμὸς ὤρθωσεν μελίσσας
Δελφίδος αὐτομάτῳ κελάδῳ·
ἅ σε χαίρειν ἐστρὶς αὐδάσαισα πεπρωμένον
βασιλέ᾽ ἄμφανεν Κυράνᾳ,

δυσθρόου φωνᾶς ἀνακρινόμενον ποι- [επωδ. γ]
νὰ τίς ἔσται πρὸς θεῶν.
ἦ μάλα δὴ μετὰ καὶ νῦν,
ὥτε φοινικανθέμου ἦρος ἀκμᾷ,
65 παισὶ τούτοις ὄγδοον θάλλει μέρος Ἀρκεσίλας·
τῷ μὲν Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ κῦδος ἐξ
ἀμφικτιόνων ἔπορεν
ἱπποδρομίας. ἀπὸ δ᾽ αὐτὸν ἐγὼ Μοίσαισι δώσω
καὶ τὸ πάγχρυσον νάκος κριοῦ· μετὰ γάρ
κεῖνο πλευσάντων Μινυᾶν, θεόπομ-
ποί σφισιν τιμαὶ φύτευθεν.


οι απόγονοί του απ᾽ την τέταρτη γενιά, [στρ. γ]
αίμα δικό του, κι οι Δαναοί αντάμα
την ήπειρο εκείνη την απέραντη θα ᾽χαν στην κατοχή τους.
Γιατί θενά γινόταν τότε ο σηκωμός
απ᾽ τη μεγάλη Λακεδαίμονα
κι από τον κόλπο του Άργους κι από τις Μυκήνες.
50Τώρα όμως από την κλίνη γυναικών αλλοδαπών
διαλεχτούς θα βρει απογόνους, απ᾽ τους θεούς τιμημένους,
που θά ᾽ρθουν στο νησί κι άντρα θα βγάλουν
των μαυρονέφελων κάμπων δεσπότη.
Κάποτε μες στο πολύχρυσο παλάτι του
θα του μηνύσει με χρησμό του ο Φοίβος,

55όταν αργότερα θα μπει στον πυθικό ναό, [αντ. γ]
να οδηγήσει με καράβια άντρες πολλούς στον Νείλο,
το πλούσιο τέμενος του γιου του Κρόνου».
Αυτήν είχαν τη σειρά της Μήδειας τα λόγια,
και ζάρωσαν ασάλευτοι και σιωπηλοί
εκείνοι οι ισόθεοι ήρωες
τον βαθυστόχαστο γρικώντας λόγο.
Ω γιε μακάριε του Πολυμνήστου,
εσύ ήσουνα, λοιπόν, σύμφωνα με της Μήδειας τα λόγια,
60που ο χρησμός της μέλισσας της δελφικής
σ᾽ ανύμνησε με την αυθόρμητη φωνή της.
Και τρεις φορές εκείνη το «χαίρε» λέγοντας
σε ανακήρυξε τον πεπρωμένο της Κυρήνης βασιλέα,

ενώ εσύ τη ρώταγες να μάθεις [επωδ. γ]
ποιό θα μπορούσε να ᾽ναι των θεών
το γιατρικό για την κακόηχη φωνή σου.
Και νά που τώρα ακόμη, μετά τόσα χρόνια,
σαν να ᾽ναι στη ροδάνθιστη της άνοιξης την ακμή,
65όγδοος στη σειρά εκείνων των παιδιών ο Αρκεσίλαος θάλλει·
σ᾽ αυτόν ο Απόλλων κι η Πυθώ, με των Αμφικτυόνων τα χέρια,
του χάρισαν τη δόξα στην αρματοδρομία.
Αυτόν εγώ στις Μούσες θα εμπιστευθώ
και το πάγχρυσο του κριαριού το δέρας·
γιατί για κείνο κάναν οι Μινύες πανιά
και, οδηγημένοι απ᾽ τους θεούς, τη δόξα τους φυτέψαν.