[Τεκμηρίωση: βλ. Πυξίς]
Τάσος Λειβαδίτης
Καντάτα
(αποσπάσματα)
[...]
άντρες
α΄ ημιχόριο
Καθώς, λοιπόν, ξεφύγαμε από τη Σκύλα και τη Χάρυβδη, και βγήκαμε στ’ ανοιχτά
γνωρίσαμε άλλους πιο τρομερούς κινδύνους: των συντρόφων τη ξαφνική λιγοψυχιά,
του κουπολάτη την τυφλή υπακοή, ή την κρυφή φιλοδοξία του άλλου,
την εύκολη αναγνώριση, τον έπαινο του ταπεινού και την αδιαφορία του μεγάλου,
τη ζήλεια, την αμφιβολία, τη χίμαιρα, την πανουργία που χαμογελά και την υστεροβουλία που δίνει,
κι απ’ όλα πιο χειρότερο, όταν όχι η ελπίδα πια, μα κι αυτός ο ίδιος ο πόνος σου σ’ αφήνει.
β΄ ημιχόριο
Α, οι ηλίθιοι, που πήγαμε και χαθήκαμε στην ξενιτιά, κάτω απ’ τα τείχη της Ιερουσαλήμ, ή στην παλιά πολυτραγουδημένη Τροία
χωρίς κανένας Όμηρος να πει κάτι για μας. Μα νά, που όπως ύστερ’ από καιρό μπαίνει κανείς στο σπίτι που του λήστεψαν, ανοίγουμε δακρύζοντας και μπαίνουμε
στην Ιστορία.
[...]
ποιητής
Τίποτα. Κανείς. Η πόλη κουλουριασμένη σαν ένα μυστηριακό ζώο
με το σκοτεινό του τρίχωμα διάστιχτο απ’ τα φανάρια των δρόμων.
Ένα ζευγάρι βγαίνει αγκαλιασμένο από κάποιο κέντρο,
τα φώτα των αυτοκινήτων τούς δίνουν μια στιγμή
το σπασμένο, ωχρό προσωπείο της Ηλέκτρας και του Ορέστη, λίγο πριν απ’ την αναπότρεπτη πράξη,
ενώ, πελώριες κι αόρατες, σαν Ερινύες, τους παραμονεύουν στο βάθος του δρόμου
η κούραση, η μοιχεία — κι η συνήθεια.
Ποιός είναι, λοιπόν, αυτός που μένει στο ίδιο σπίτι με σένα,
που τρώει στο ίδιο τραπέζι με σένα, που κοιμάται στο ίδιο κρεβάτι με σένα; Δεν τον γνώρισες ποτέ.
Κι αυτός εκεί, το πρόσωπο τυλιγμένο με σκοτάδι, που ορθώνεται αντιμέτωπος
σ’ ό,τι πας να λησμονήσεις — ποιός είναι; Κανείς.
Μόνο τα χέρια του τυφλού Οιδίποδα ανοιγμένα να του δείχνουνε το δρόμο, σ’ αγγίζουν καμιά φορά
μες στο συνωστισμό. Στο γειτονικό κακόφημο ξενοδοχείο «Βυζάντιον» μπαινοβγαίνουν οι μαστρωποί κι οι αρσενοκοίτες,
στην πόρτα ο μονόφθαλμος θυρωρός, κατευθείαν απόγονος των Παλαιολόγων, γεμάτος σπυριά, αλκοολικά όνειρα και βαριές κληρονομιές —
με συγχωρείτε, αυτός ο δρόμος πού βγάζει; Όχι, όχι αυτόν, ούτ’ εκείνον,
μη, μη... έτσι να στρίψεις τη γωνιά
γκρεμίζεσαι στο χάος...
[...]
Τάσος Λειβαδίτης. [1960] 1978. Καντάτα. 4η έκδ. Αθήνα: Κέδρος. Και στον συγκεντρωτικό τόμο: Τάσος Λειβαδίτης. 2015. Ποίηση 1 (1950–1966). Αθήνα: Μετρονόμος.