κειμενικός δείκτης |
Λεξικό γλωσσολογικών όρων |
κειμενικότητα |
Λεξικό γλωσσολογικών όρων, Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
κείμενο |
Λεξικό γλωσσολογικών όρων, Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
κειμενογλωσσολογία |
Λεξικό γλωσσολογικών όρων, Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
λεπτομέρειες (παραγράφου) |
Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
μεταδιατύπωση |
Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
μετακειμενικός δείκτης |
Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
μη συμμετρικά διαλογικά κείμενα/είδη |
Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
μονολογικά κειμενικά είδη |
Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
παράγραφος |
Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |