ορθογραφία |
Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας, Εγκυκλοπαιδικός οδηγός για τη γλώσσα, Νεοελληνική Γραμματική και Συγκριτική ("Αντιπαραθετική") Ανάλυση |
γραφή, κοινωνιογλωσσολογία |
spelling/orthography |
ορθογραφικό λάθος |
Νεοελληνική Γραμματική και Συγκριτική ("Αντιπαραθετική") Ανάλυση |
γραφή, κοινωνιογλωσσολογία |
spelling error |
οριακός τόνος |
Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
υπερτεμαχιακά στοιχεία |
|
ορισμός |
Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
γένη/είδη λόγου |
definition |
οριστικές αντωνυμίες |
Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
μορφολογία, σημασιολογία, σύνταξη |
definite pronouns |
οριστική |
Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
μορφολογία, σημασιολογία, σύνταξη |
indicative |
οριστικό άρθρο |
Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
μορφολογία, σημασιολογία, σύνταξη |
definite article |
ορολογία / γραμματική μεταγλώσσα |
Νεοελληνική Γραμματική και Συγκριτική ("Αντιπαραθετική") Ανάλυση |
λεξικολογία, γλωσσική επαφή |
terminology-grammatical metalanguage |
ορολογία επιστημονική |
Νεοελληνική Γραμματική και Συγκριτική ("Αντιπαραθετική") Ανάλυση |
λεξικολογία, γλωσσική επαφή |
scientific terminology |
ορολογία: κοινωνικές επιστήμες |
Νεοελληνική Γραμματική και Συγκριτική ("Αντιπαραθετική") Ανάλυση |
λεξικολογία, γλωσσική επαφή |
terminology: social sciences |
οσμανλίδικα |
Νεοελληνική Γραμματική και Συγκριτική ("Αντιπαραθετική") Ανάλυση |
κοινωνιογλωσσολογία |
|
ουδετεροποίηση - αρχιφώνημα |
Λεξικό γλωσσολογικών όρων |
φωνητική, φωνολογία |
neutralisation - archiphoneme |
ουρανικό σύμφωνο-φθόγγος |
Λεξικό γλωσσολογικών όρων, Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
φωνητική |
palatal consonant |
ουρανικοφατνιακό σύμφωνο |
Λεξικό γλωσσολογικών όρων |
φωνητική |
palato-alveolar consonant |
ουράνωση / ουρανοποίηση |
Λεξικό γλωσσολογικών όρων |
φωνητική |
palatalisation |
ουσιαστικό |
Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
μορφολογία, σημασιολογία, σύνταξη |
noun |
όψη - άποψη (ρηματική) |
Λεξικό γλωσσολογικών όρων, Σχολικό γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας |
σημασιολογία |
(verb) aspect |