H γραμματική γνώση βασίζεται ουσιαστικά σε ορισμένα έργα αναφοράς τα οποία ανατρέχουν στην ύστερη αρχαιότητα, κυρίως αυτά του Διονυσίου του Θρακός σε ό,τι αφορά τη μορφολογία και του Aπολλωνίου σχετικά με τη σύνταξη. Το πρώτο συστηματικό γραμματικό έργο της Αναγέννησης είναι τα Eρωτήματα του Xρυσολωρά που θα κυκλοφορήσει αρχικά ως χειρόγραφο. Δύο ακόμα έργα τα οποία θα αποτελέσουν σημείο αναφοράς για τους ελληνιστές της Αναγέννησης είναι η Επιτομή των οκτώ του λόγου μερών του K. Λάσκαρη (1476) και η τετράτομη γραμματική του Θεόδωρου Γαζή (1495). Τα τρία παραπάνω έργα θα πραγματοποιήσουν αρκετές δεκάδες εκδόσεις κατά τον 16ο αιώνα. Πιο συγκεκριμένα:
Γραμματικές και λεξικά, απαραίτητα διδακτικά σύνεργα, άρχισαν να κυκλοφορούν ευρύτατα, καταρχάς σε χειρόγραφη μορφή. Tα εγχειρίδια αυτά συγγράφονταν εξαρχής για Δυτικούς που ήθελαν, αν όχι να μάθουν τη γλώσσα, τουλάχιστον να αποκτήσουν πρόσβαση στα γραπτά κείμενα, σε αντίθεση με τα γραμματικά έργα (δίγλωσσα λεξικά και γλωσσάρια), που αντιγράφονταν από λόγιους στη Δύση τους προηγούμενους αιώνες αλλά είχαν αρχικά συνταχθεί για να υπηρετήσουν διαφορετικές γλωσσικές ανάγκες, κυρίως ελληνόφωνων σπουδαστών της λατινικής (Dionisotti1988). Η έλευση της τυπογραφικής τέχνης και η χάραξη ελληνικών χαρακτήρων έδωσε καινούρια ώθηση σε αυτή την κατηγορία βιβλίων. H Επιτομή των οκτώ του λόγου μερών, του Kωνσταντίνου Λάσκαρη (1434-1501), είναι το πρώτο χρονολογημένο ελληνικό βιβλίο (1476), με μνεία του τόπου έκδοσης, του συντάκτη, του επιμελητή και του τυπογράφου (Kουμαριανού et al. 1986, 49). Σε χειρόγραφη μορφή κυκλοφορούσε τουλάχιστον από το 1460, όπως μαρτυρεί το αντίγραφο που δώρισε ο ίδιος στη θυγατέρα του Δούκα Φραγκίσκου Σφόρτσα, όταν ήταν δάσκαλος της ελληνικής γλώσσας στο Μιλάνο. Στην έντυπη μορφή της, μέχρι τα μέσα του 16ου αιώνα, κυκλοφόρησε πάνω από τριάντα φορές (Παπαδόπουλος 1984, αρ. 3421-3444).
Είκοσι περίπου χρόνια μετά την έκδοση της Επιτομής του Λάσκαρη, έκανε την είσοδό της στην ουμανιστική βιβλιαγορά και η τετράτομη Γραμματική του Θεόδωρου Γαζή (1400-1475). Από το 1495 έως τα μέσα του 16ου αιώνα, το έργο στο σύνολό του, ή συχνότερα το Δ΄ βιβλίο που ήταν αφιερωμένο σε θέματα σύνταξης, πραγματοποίησε περί τις πενήντα επανεκδόσεις (Παπαδόπουλος 1984, αρ. 2350-2401). Πολλές από αυτές έγιναν στο Παρίσι, το δεύτερο μετά τη Βενετία κέντρο της αναγεννησιακής εκδοτικής δραστηριότητας μεταξύ 1520-1550, όπου μεταξύ άλλων ξεχώρισαν τα λεξικογραφικά επιτεύγματα του Budé (Commentarii linguae graecae, 1529) και του Estienne (Thesaurus graecae linguae, 1572) (Lardet 1992, 192).
Ανάλογη επιτυχία σημείωσαν, στην έντυπη μορφή τους, τα Eρωτήματα του Χρυσολωρά, στα οποία η γραμματική ύλη ήταν οργανωμένη με βάση το σύστημα των ερωταποκρίσεων - πρακτική ιδιαίτερα προσφιλής τόσο στο Βυζάντιο όσο στη Δύση λόγω του αυξημένου ειδικού βάρους της απομνημόνευσης. Μέχρι τα τέλη του 15ου αιώνα είχαν πραγματοποιήσει τουλάχιστον εννέα εκδόσεις (Layton 1979, 92· Παπαδόπουλος 1984, αρ. 1666-1674), αριθμός που αναλογικά υπερδιπλασιάστηκε στα επόμενα πενήντα χρόνια (περί τις σαράντα εκδόσεις μέχρι το 1559· βλ. Παπαδόπουλος 1984, αρ. 1675-1713). Οι εκδόσεις αυτές περιείχαν τα Eρωτήματα είτε στην ολοκληρωμένη ελληνική μορφή τους είτε στη λατινική επιτομή τους από τον Guarinoείτε, συχνότερα, από κοινού το ελληνικό και το λατινικό κείμενο.
Kαραντζόλα, Ε. 2001. Από τον Ουμανισμό στον Διαφωτισμό: Η διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής και της γραμματικής της. Στο Ιστορία της ελληνικής γλώσσας: Από τις αρχές έως την ύστερη αρχαιότητα, επιμ. A. Φ. Xριστίδης, 928-934. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών [Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη], σελ. 929.
© Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών [Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη]