…Η Κύπρος δεν εντάχθηκε στο ελλαδικό κράτος και έτσι η κοινή νεοελληνική δεν άσκησε (λόγω και της αγγλικής) την ίδια "πίεση" στη διάλεκτο, όπως έγινε με τις διαλέκτους στην Ελλάδα. Ήταν βέβαια πάντα -είτε ως καθαρεύουσα είτε ως δημοτική- η γλώσσα της εκπαίδευσης. Αλλά δεν έπαυσε να εκπροσωπεί ένα σχετικά απομακρυσμένο εθνικό κέντρο κι αυτό τη φόρτισε τόσο θετικά όσο και αρνητικά: θετικά, ως η γλωσσική εκδοχή του ελληνικού οράματος· Αρνητικά, ως η κατεξοχήν εκπρόσωπος των συνδηλώσεων που σχετίζονται με την έκφραση "καλαμαράς": ο μητροπολιτικός Eλλαδίτης -και η γλώσσα του- που υποτιμά και "πατρονάρει" τον περιφερειακό Έλληνα και το ιδίωμά του. Η διαμόρφωση μιας "κοινής" παντού και πάντοτε συνοδεύεται από την υποτίμηση των διαλέκτων (αμφισβήτηση της "καθαρότητάς" τους ή της "επάρκειάς" τους και άλλες παρόμοιες προκαταλήψεις). Η κοινή (που κι αυτή βέβαια προέρχεται από κάποια διάλεκτο με ιστορικό γόητρο) εκπροσωπεί την εξουσία, την κοινωνική άνοδο. Την υποτίμηση της διαλέκτου την εσωτερικεύει και την υιοθετεί σε κάποιο ποσοστό και ο ομιλητής της διαλέκτου. Αισθάνεται μειονεκτικά απέναντι στην κοινή που διαθέτει γόητρο και ταυτόχρονα αντιπαθεί την κοινή -και τους χρήστες της- που τον βάζουν σ' αυτή τη δύσκολη θέση.