Εφημερίδα "Τα Νέα"
Φαινόμενα
Ποιος είναι ποιος;
Ισχυρίζονται οι παραγωγοί μπιγκμπραδερικών ριάλιτι πως συμμετέχουν αντιπροσωπευτικοί χαρακτήρες Νεοελλήνων, αλλά πόσο αλήθεια μπορεί να είναι αυτό;
Ποιοι είμαστε αλήθεια; Τι δουλειά έχουμε με τους διάφορους μπιγκμπραδεριστές που, μπερδεμένοι, ψάχνονται και δεν βρίσκονται και που αναζητούν στην προβολή, την οποία τους προσφέρουν οι κάμερες των ριάλιτι, το νόημα μιας ζωής, την οποία αντιλαμβάνονται σαν ευκαιρία να επιδείξουν τον εαυτό τους; Είναι, άραγε, το νέο είδος ανθρώπων ή απλώς η μπιγκμπραδερική τηλεόραση ανακάλυψε αυτό που της ταιριάζει αδιαφορώντας για όλα τα υπόλοιπα;
Λένε πως στα μπιγκμπραδερικά ριάλιτι προσφέρονται ποικίλοι χαρακτήρες για να ταυτιστεί το κοινό, που σημαίνει πως υπάρχουν σημεία ταύτισης. Αν αυτό ισχύει, δεν μπορούμε να μη σταθούμε με δέος απέναντι σ' αυτόν τον κόσμο που σε κάθε λογικό άνθρωπο, ο οποίος έχει τις δουλειές του, τον καθημερινό του αγώνα, τα όνειρά του, τα παιδιά του, φαντάζει τουλάχιστον παράλογος. Δεν μπορεί να μην αντιμετωπίσουμε τις κυρίες Ρούλες των πενήντα βάλε, συνταξιούχους, που φορούν την Άρτα και τα Γιάννινα επάνω τους για να πάρουν μέρος στο ριάλιτι «The wall», σχεδόν με θλίψη. Και παρά την πλάκα του θεάματος δεν μπορούμε να μην κοιτάξουμε με καχυποψία τους διάφορους υπερώριμους κυρίους που παριστάνουν τους γιαλαντζί-Ωνάσηδες, πως καημός τους δεν είναι να διασκεδάσουν, αλλά να επιδειχθούν διασκεδάζοντας άλλους, που σημαίνει πως τόσα χρόνια ζωής τον εαυτό τους ούτε τον ανακάλυψαν ούτε τον αγάπησαν.
Είναι, όμως, «άνθρωποι της διπλανής πόρτας»; Θα μπορούσε ανάμεσά τους να βρίσκεται ένας από εμάς, είναι σαν κι εμάς;
Πόσοι εξηντάρηδες δεν βλέπουν την ώρα να βρεθούν με καμιά δεκαριά αγνώστους, να κοιμούνται, να ξυπνούν με κάμερες μπροστά στη μύτη τους και να δέχονται την αγενή συμπεριφορά νεωτέρων τους; Πόσες μανάδες παιδιών τα εγκαταλείπουν ευχαρίστως για να κάνουν καριέρα μπιγκμπραδερική, έστω με όνειρο μερικές χιλιάδες ευρώ, αν νικήσουν;
Οι θεωρητικοί της ανθρώπινης ψυχής λένε, πως στην αναζήτηση μιας ταυτότητας ο άνθρωπος μπορεί να εμπνευστεί από τη ζωή κάποιου και να αρχίσει να ντύνεται σαν αυτόν, να συμπεριφέρεται το ίδιο, να προσπαθεί να ζήσει με τον ίδιο τρόπο και, εντέλει, να καταφέρει να γίνει ακριβώς όπως το μοντέλο του.
Στα μπιγκμπραδερικά ριάλιτι παρακολουθούμε αυτή την απεγνωσμένη προσπάθεια ορισμένων να ταυτιστούν με έναν εαυτό που νομίζουν πως έχουν. Το θέμα είναι αν το κατορθώνουν.
Για την ξανθούλα Φραντζέσκα που την ξανάφεραν στην επικαιρότητα τα τηλεπαράθυρα του Ευαγγελάτου, ως ειδήμονα πλέον επί των ριάλιτι, η μετα-μπιγκμπράδερ ζωή της δείχνει να ταυτίζεται με το όνειρο που είχε πριν μπει στο «παιχνίδι». Σωστό, λάθος, ποιος θα το κρίνει αυτό, σε μια εποχή που το δημοκρατικό αίτημα «ίσες ευκαιρίες στη ζωή» έχει μεταφραστεί σε «ίσες ευκαιρίες στη σόου μπίζνες», ιδίως για τις ατάλαντες πλην πρόθυμες ζωηρούλες να τσιτσιδωθούν και να στηρίξουν τη βιομηχανία της προσφοράς γυναικείου κρέατος.
Το θλιβερό είναι να παρακολουθούμε μεσήλικες να αγωνίζονται να ταυτιστούν με το νεανικό τους όνειρο, να ανακαλύπτουν στην τηλεόραση την ευκαιρία τους να επιδειχθούν και να είναι έτοιμοι να υποβληθούν σε μαρτύρια απίστευτα. Σαν τον 62χρονο κύριο που κοιμάται στα άχυρα στην ηλικία του και τρώει με τα χέρια τη φασολάδα στο «The wall». Τι διεκδικεί; Την ευκαιρία του να αποδείξει ότι είναι ίσος με τους υπόλοιπους, αν όχι και πιο δυνατός, πως δεν θα τον εξορίσει ο χρόνος από τις δραστηριότητες της ζωής.
Οι υπερήλικες συνταξιούχοι που διαδηλώνουν με πάθος για καλύτερη σύνταξη και περίθαλψη, σίγουρα δεν έχουν διανοηθεί πως οι κακουχίες τους μπορεί να γίνουν τηλεπαιχνίδι και, φυσικά, δεν διανοούνται να παραστήσουν για χάρη καμιάς κάμερας πως δεν τους αξίζει, σ' αυτή την ηλικία, το καλύτερο και όχι η εξορία σε αχυροστρώματα.