"1. Ο ομηρικός αοιδός θεωρείται παραδοσιακό πρότυπο του αρχαϊκού ραψωδού, τόσο ως προς την εξάρτησή του από τις Μούσες, όσο και ως προς το αφηγηματικό περιεχόμενο της αοιδής του· το οποίο στην Οδύσσεια, κατ' εξαίρεση μόνον, αποκλίνει από το θεματολόγιο του επικού κύκλου.
2. Η Ιλιάδα, συντηρικότερη στο κεφάλαιο αυτό, εξαιτίας και του πολεμικού της μύθου, δεν φιλοξενεί στο εσωτερικό της παρά μόνον ένα παράδειγμα επώνυμου αοιδού· εννοείται ο Θάμυρις, για τον οποίο γίνεται παρεκβατικός λόγος στον Νεῶν Κατάλογον (Β 594-600), προκειμένου να δηλωθεί η σκληρή τιμωρία του από τις Μούσες (τον τυφλώνουν και του αφαιρούν το δώρο της θεσπέσιας αοιδοής), επειδή ισχυρίστηκε ότι μπορεί να τις ανταγωνιστεί.
3. Στους δύο επώνυμους αοιδούς της Οδύσσειας (τον Φήμιο στην Ιθάκη και τον Δημόδοκο στη Σχερία) προστίθενται δύο ακόμη ανώνυμοι αοιδοί: ο ένας εμφανίζεται στο γαμήλιο συμπόσιο της Σπάρτης (δ 17-18)· ο άλλος εντοπίζεται στο Άργος (γ 267-271), επιφορτισμένος και με καθήκοντα φύλακα και συμβούλου της Κλυταιμνήστρας. Προφανώς, η παρουσία αοιδού στο βασιλικό μέεγαρο θεωρείται την εποχή αυτή, λίγο πολύ αυτονόητη ― εξαίρεση αποτελεί το παλάτι του Νέστορα στην Πύλο.
4. Αν ο ιλιαδικός Θάμυρις αντιπροσωπεύει το παραδοσιακό αντιπαράδειγμα αοιδού, ο οδυσσσσειακός Δημόδοκος θα πρέπει να εκτιμηθεί ως το ομόλογο θετικό παράδειγμα· στον βαθμό τουλάχιστον που και στη δική του περίπτωση οι Μούσες ανταλλάσσουν το φιλικό δώρο της ἡδείας ἡδονῆς με την αφαίρεση της όρασης. Σε σύγκριση προς τον παραδειγματικό Δημοδόκο, ο ιθακήσιος Φήμιος εκφράζει πιο εξελιγμένη και περίπλοκη παραλλαγή, αφού, εκτός της ιδιάζουσας εξάρτησής του από τους μνηστήρες, συνδυάζει την οφειλή της τέχνης του στις Μούσες με την αυτοδίδακτη αγωγή του (χ 344-349).
5. Τόσο στην περίπτωση του Φήμιου όσο και του Δημοδόκου ο ποιητής της Οδύσσειας κανοναρχεί ο ίδιος τις αοιδές τους (όπου, συνοπτικά ή διεξοδικότερα, δίνεται το αφηγηματικό τους περιεχόμενο), προκρίνοντας τον πλάγιο λόγο. Η λαθραία αυτή οικειοποίηση της αοιδής των εσωτερικών αοιδών από τον εξωτερικό αφηγητή βρίσκεται σε αντίθεση προς τον συντακτικό τρόπο που αυτονομούνται, κατά κανόνα, οι εσωτερικές διηγήσεις του έπους, τις οποίες ο ποιητής τις εμπιστεύεται σε όσους κάθε φορά τις εκφέρουν."