«Εκ των δύο ειδών της αρετής, δηλαδή της διανοητικής και της ηθικής, η μεν διανοητική οφείλει την γένεσιν και την ανάπτυξιν αυτής περισσότερον εις την διδασκαλίαν, και δια τούτο απαιτεί πείραν και καιρόν, η δε ηθική αποκτάται εκ του έθους, και δια τον λόγον αυτόν έλαβε το όνομα, το οποίον ολίγον διαφέρει από το ήθος. Και εκ τούτου γίνεται φανερόν, ότι καμμία εκ των ηθικών αρετών δεν υπάρχει εντός ημών εκ φύσεως. Διότι κανέν εξ εκείνων, τα οποία υπάρχουν εκ φύσεως, δεν ημπορεί να λάβη διαφορετικάς συνηθείας. Λόγου χάριν ο λίθος, που πίπτει προς τα κάτω εκ φύσεως, δεν είναι δυνατόν να συνηθίση να φέρεται προς τα επάνω και αν ακόμη, δια να τον συνηθίση κανείς, τον ρίψη αναριθμήτους φοράς υψηλά. Ούτε το πυρ φέρεται προς τα κάτω, ούτε κανέν εξ όσων έγιναν εκ φύσεως, κατά ένα τρόπον, είναι δυνατόν να συνηθίση διαφορετικά. Επομένως αι αρεταί δεν γεννώνται εντός ημών ούτε εκ φύσεως ούτε παρά φύσιν, αλλά, ναι μεν επλάσθημεν εκ φύσεως επιδεκτικοί δι' αυτάς, πλην όμως τελειοποιούμεθα με την συνήθειαν.»