«Οι θεωρίες του Πρωταγόρα για την υποκειμενικότητα και τη σχετικότητα, ανταποκρίνονται στα πνευματικά αιτήματα της εποχής του. Εκφράζουν στον κοινωνικό τομέα απόψεις που είχαν προηγουμένως επισημανθεί και υποστηριχτεί στα πλαίσια της φυσικής φιλοσοφίας από διανοητές όπως ο Πυθαγόρας, ο Ηράκλειτος, ο Παρμενίδης, ο Ζήνων, ο Αρχέλαος κ.ά.
[…]
Σύμφωνα με τη θεωρία της υποκειμενικότητας: μέτρον πάντων χρημάτων ἄνθρωπος, τῶν μὲν ὄντων ὡς ἔστιν, τῶν δὲ οὐκ ὄντων ὡς οὐκ ἔστιν. Ένα και το αυτό γεγονός είναι δυνατό να γίνει αντιληπτό από δυο διαφορετικά άτομα κατά διάφορο τρόπο από το καθένα: Οἷα μὲν ἕκαστα ἐμοὶ φαίνεται τοιαῦτα μὲν ἔστιν ἐμοὶ οἷα δέ σοι, τοιαῦτα δὲ αὐτ' σοὶ ἄνθρωπος δὲ σύ τε κἀγώ.
Απόλυτη λοιπόν αλήθεια δεν υπάρχει, γιατί για κάθε πράγμα υπάρχουν δυο αντιτιθέμενες απόψεις: δύο λόγους εἶναι περὶ παντὸς πράγματος ἀντικειμένους ἀλλήλοις.
Η θεωρία της σχετικότητας έρχεται λοιπόν κατά λογική συνέπεια ως συμπλήρωμα εκείνης της υποκειμενικότητας.
[…]
Στους συντηρητικούς σοφιστές ανήκουν ο Πρωταγόρας και ο Γοργίας. Από τη θέση που παίρνει ο Πλάτων στο διάλογο Πρωταγόρας συμπεραίνουμε πως ο τελευταίος αυτός δεν επεδίωκε την ανατροπή, αλλά την αναμόρφωση της πολιτικο-κοινωνικής ζωής.
Σκοπός του ήταν η βελτίωση της θέσεως του πολίτη μέσα στην πόλη, ιδανικό του η ευδαιμονία και προϋπόθεση η επίτευξη της πολιτικής αρετής που είναι διδακτή.
Αυτή επιβάλλει το σεβασμό της προσωπικότητας του άλλου (αἰδώς) που θεμελιώνεται στη δικαιοσύνη (δίκη). Ως λογική συνέπεια προβάλλει πως ο πολίτης μπορεί να επιδιώκει το ατομικό του συμφέρον, χωρίς να βλάπτει τους άλλους.»
[Ν.Ι. Πανταζοπούλου, «Ο Αριστοτέλης και οι Σοφιστές ο κοινωνικοπολιτικός στοχασμός στην κλασική Ελλάδα», στον τόμο Αριστοτελικά, Α.Π.Θ.: Θεσσαλονίκη 1980, σ.33-35]