«Το 1927 διαμορφώνεται καινούργιο πλαίσιο σε δύο επίπεδα: Στο ένα, το νέο Σύνταγμα, που δεν περιέχει άρθρο για τη γλώσσα, με τις προωθημένες διατάξεις του για τα εκπαιδευτικά, έλυσε τυπικά το θέμα της σχολικής γλώσσας και δημιούργησε προϋποθέσεις για ουσιαστικές μεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις. Από την άλλη μεριά, η ιδεολογική σύγκρουση ανάμεσα στον ("αστό") Δελμούζο και τον ("αριστερό") Γληνό, η οποία έγινε με αφορμή τον επαναπροσδιορισμό του σκοπού του Εκπαιδευτικού Ομίλου και οδήγησε στη διάσπασή του, ξεκαθάρισε τις τάσεις, και επέτρεψε στη φιλελεύθερη παράταξη να προτείνει ριζικές αλλαγές στα εκπαιδευτικά, απαλλαγμένη από τον κίνδυνο κατηγοριών για κομμουνιστικές προθέσεις.
Έτσι, μετά και την εκλογική επιτυχία των Φιλελευθέρων το 1928, για πρώτη φορά από τη δεκαετία του 1830 οπότε δομήθηκε το εκπαιδευτικό σύστημα, αποδέχθηκε σε διαδοχικές φάσεις τις μεταρρυθμιστικές προτάσεις της νέας κυβέρνησης. Στηριγμένοι από τον Βενιζέλο, δύο υπουργοί Παιδείας, ο Κωνσταντίνος Γόντικας πρώτα και ύστερα ο Γεώργιος Παπανδρέου, ανέπτυξαν πρωτοβουλία στη διαμόρφωση του νομοθετικού πλαισίου που συγκροτεί τη "Μεταρρύθμιση του 1929". Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό για την εξάπλωση των ιδεών του εκπαιδευτικού δημοτικισμού πως η Μεταρρύθμιση σχεδιάστηκε και εφαρμόστηκε ―όσο πρόλαβε να εφαρμοσθεί― χωρίς τη συμμετοχή των αρχικών στελεχών του: ο Τριανταφυλλίδης είχε αποσυρθεί απογοητευμένος από το εκπαιδευτικό προσκήνιο από το 1921, ο Δελμούζος είχε διορισθεί καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και δεν αναμείχθηκε ενεργά στους σχεδιασμούς, και ο Γληνός είχε πια καθαρά τοποθετηθεί σε άλλο στρατόπεδο. Βασικό ρόλο στη διαμόρφωση της νέας πολιτικής έπαιξαν κυρίως ο Ευάγγελος Κακούρος και ο Μίλτος Κουντουράς, που είχε κι αυτός γνωρίσει διώξεις όταν είχε προσπαθήσει να εφαρμόσει καινούργιες παιδαγωγικές μεθόδους ως διευθυντής του Διδασκαλείου Θηλέων Θεσσαλονίκης.
Το νέο εκπαιδευτικό σύστημα εκφράζει μια διαφορετική από την προηγούμενη φιλοσοφία και στηρίζεται τόσο σε δομικές μεταβολές (το τετράχρονο Δημοτικό ―το "σχολείο του λαού"― έγινε εξάχρονο, δόθηκε ιδιαίτερη σημασία στο μάθημα των Νέων Ελληνικών, ενισχύθηκε η διδασκαλία της δημοτικής, και αναβαθμίστηκε ο επαγγελματικός κλάδος στη δεύτερη βαθμίδα), όσο και σε λειτουργικές καινοτομίες (προαιρετικά μαθήματα στο γυμνάσιο, έγκριση πολλών διδακτικών βιβλίων κατά τάξη και μάθημα, "απογεύματα ελευθέρας εργασίας" στα σχολεία, "μαθήματα ειδικής επιδόσεως δι' ομάδας μαθητών (μαθητριών) εκδηλούντων καταφανή κλίσιν και αξιόλογον επίδοσιν προς ωρισμένα μαθήματα" κ.ά.). Όλα αυτά, συμπληρωμένα με ένα ευρύτατο πρόγραμμα οικοδόμησης σχολείων (χρηματοδοτημένο από ειδικό δάνειο του εξωτερικού) και με την ίδρυση του ―πρώτου μετά το 1837― νέου πανεπιστημίου στη Θεσσαλονίκη (με σαφή διάθεση να αποτελέσει πυρήνα ανακαίνισης), αν και δεν κλονίζουν τον συγκεντρωτικό χαρακτήρα του συστήματος, συγκροτούν ωστόσο ένα αξεπέραστο όριο για τα εκπαιδευτικά πράγματα της νεότερης Ελλάδας: Ποτέ ώς τότε και ποτέ έκτοτε δεν ξανανομοθετήθηκε μεταρρύθμιση που να χαρακτηρίζεται από τόσο ριζοσπαστικές λύσεις και που να παρουσιάζει στις επιμέρους εκφάνσεις της τόση συνοχή και συνέπεια προς μια ενιαία, βασική αντίληψη.
Και αυτό, όμως, το σχήμα είχε βραχύ βίο και δεν πρόλαβε να δοκιμαστεί σε βάθος χρόνου: Οι συγκυρίες που άρχισαν να αλλάζουν από τα τέλη του 1932 και μεταβλήθηκαν πλήρως από την 4η Αυγούστου του 1936, οδήγησαν σε νέες, διαφορετικών στόχων ρυθμίσεις».
Απόσπασμα από την Εισηγητική Έκθεση "επί των εκπαιδευτικών νομοσχεδίων" (1929, Υπουργός Παιδείας ο Κ. Γόντικας):
«Α΄ Γενικαί αρχαί και κατευθύνσεις
Συγκεφαλαιώνοντες […] τας παρατηρήσεις ημών έχομεν να σημειώσωμεν τα εξής:
- 1ον Ότι το εκπαιδευτικόν μας σύστημα δεν ανταποκρίνεται προς τας ανάγκας της κοινωνίας μας διότι έλειψεν η ενιαία μελέτη των αναγκών της και ενιαία διοίκησις και κατεύθυνσις της παιδείας.
- 2ον Ότι το εκπαιδευτικόν μας σύστημα παρημέλησε την εκπαίδευσιν των μεγάλων λαϊκών μαζών, καταστήσαν την παιδείαν ημών ολιγαρχικήν.
- 3ον Ότι έδωσε μονομερή κατεύθυνσιν εις την παιδείαν, καθαρώς θεωρητικήν, παραμελήσαν την πρακτικήν μόρφωσιν προς βλάβην των πλουτοπαραγωγικών κλάδων.
- 4ον Ότι παρημπόδισε την επίγνωσιν των στοιχείων του νεοελληνικού πολιτισμού προς βλάβην και της πνευματικής και της υλικής του λαού ανυψώσεως […]».
Ενδιαφέρον έχει επίσης ότι στην ίδια Εισηγητική Έκθεση προβλέπεται «Σχέδιον νόμου περί εκδόσεως μεταφράσεων αρχαίων κλασσικών και νεωτέρων ξένων έργων».