«Ομοίως δοξάζω και περί μεταφράσεως των συγγραφέων, ήτις έσται ουδέν άλλο ή μη ανάλυσις του πρωτοτύπου εν ταις αυταίς σχεδόν πάσαις λέξεσιν πλην ελαχίστων· ώστε και ο μαθών ταύτην να γένη εγκρατής και εκείνης και ο την αρχαίαν διδαχθείς να ευρίσκηται ευθύς ειδήμων της νεωτέρας, δια το πολλά όμοιον και δυσδιάκριτον αυτών κατά τε κλίσιν και γραφήν και ονόματα.»
Συνεπής προς τις αρχές αυτές στάθηκε ο Νεόφ. Δούκας στις μεταφράσεις των αρχαίων κειμένων που πραγματοποίησε.
(α) Το προοίμιο των Ιστοριών του Θουκυδίδη (Ν. Δούκας, Έλληνες συγγραφείς παραφρασθέντες, εξηγηθέντες και διορθωθέντες, Θουκυδίδης, Βιέννη 1805-6, σ.v.
«Θουκυδίδης ο Αθηναίος συνέγραψε τον πόλεμον των Πελοποννησίων και Αθηναίων, καθ' ας περιστάσεις επολέμησαν προς αλλήλους· επειδή ήρχισε την ιστορίαν αυτήν μετά το κήρυγμα αυτού παρευθύς και ήλπιζεν ότι μέλλει να γένη μέγας και αξιολογώτατος πάντων των προλαβόντων πολέμων, συμπεραίνων τούτο εντεύθεν, ότι αμφότετα τα αντικείμενα ταύτα έθνη ήσαν δυνατοί εκ του ίσου εν τω παρόντι κατά πάσας τας πολεμικάς προετοιμασίας και ενταυτώ, ότι και οι άλλοι Έλληνες εφαίνοντο επιρρεπείς εις την συμμαχίαν εκατέρων αυτών, οι μεν ευθύς κατ' αρχάς, έτεροι δε έτρεφον ομοίως τον αυτόν σκοπόν να ενωθούν μετά ταύτα.»
(β) Το δεύτερο στάσιμο της Αντιγόνης του Σοφοκλή, έκδ. 1834 (Μαν. Τριανταφυλλίδης, Άπαντα, τ.5, σ.397)
«Ευδαίμονες, όσοις μηδέν κακόν πρόσεστιν εν τω βίω· οις γαρ αν ο θεός άνωθεν ενδιασείσει την οικίαν την οικίαν, ουκέτι παύσεται εκ κακών κακά επί πολύ του γένους μεταπίπτοντα επί τους απογόνους· όμοιον δε τούθ' ώσπερ κύμα σκοτεινόν, όταν εγερθεί τοις από Θράκης χειμερίοις πνεύμασιν, αίρει μεν εκ του βάθους την μέλαιναν της θαλάσσης ψάμμον· ηχεί δε, συχναίς ταις εμβολαίς, τας ακτάς περιπτύσσον.»